Τετάρτη 20 Δεκεμβρίου 2017

Μοναξιά, χαρά και ελπίδα

Όταν έμαθα την ιστορία της μου ήρθε στο μυαλό αυτή ακριβώς η εικόνα που βλέπεις... Μια λάμπα στραβή με βιβλία δίπλα σε ένα αρκετά σκοτεινό πλαίσιο. Ένα πλαίσιο με μουντά χρώματα όπως μουντή ήταν και η ζωή της.
Πρόκειται για μια γυναίκα. Μια γυναίκα που έζησε τη ζωή της... λάθος. Μια γυναίκα που αφιέρωσε τη ζωή της -ναι, αυτό είναι το σωστό- στους γονείς της. Σε ένα περιβάλλον ασφυκτικό. Ζοφερό. Σκούρο. Οι χαρές που γεύτηκε λιγοστές. Τόσες όσες να μαρτυρούν πως κάποτε υπήρξε. Κάποτε πέρασε από τον κόσμο αυτόν. Βλέπεις οι καραμελίτσες της ζωής μοιράστηκαν λάθος και στην δική της περίπτωση απλά δεν της εμφανίστηκαν.
Τα στοιχεία της ας μείνουν λησμονημένα. Ας μείνουν στη λήθη των αντικειμένων... Άλλωστε τι σημασία έχουν... Εκείνη έχει σημασία. Εκείνη που όταν έφυγαν οι γονείς της προσπάθησε να ισορροπήσει. Να ανακαλύψει μια νέα ζωή. Μα δυστυχώς η ζωή δεν μπορεί να ανακαλυφθεί ξαφνικά. Δεν μπορεί να πραγματωθεί ζωή σε έναν άνθρωπο απονεκρωμένο αλλά πλήρη συναισθημάτων. Έτσι κι εκείνη. Προσπάθησε απεγνωσμένα να κρατηθεί. Από λεπτομέρειες. Από μικροπράγματα. Επαφές και φίλους δεν είχε ποτέ. Ένα άυλο πλάσμα σε έναν υλικό κόσμο. Κι από κει κρατήθηκε.
Άρχισε να αγοράζει διάφορα πράγματα. Από κούπες και ρεσό μέχρι τηλέφωνα, πυζάμες, κάλτσες, ζακέτες, καλσόν, κουτάλες και κουζινικά... Αγόραζε και αποθήκευε για να κάνει δώρα. Για να δώσει χαρά. Θαρρείς και τα μικροπράγματα αυτά ήταν οι καραμελίτσες που στερήθηκε.
Μάζεψε λοιπόν κούτες άπειρες με άπειρα μικροαντικείμενα. Τις χώρισε σε κατηγορίες και κάθε κούτα είχε απέξω γραμμένο το περιεχόμενο της: γόμες, στυλό, μολύβια... με νούμερο και πλήρη περιγραφή.
Κάποια στιγμή σταμάτησε να αγοράζει. Και τότε συνέβη κάτι μαγικό. Κάποιοι ενδιαφέρθηκαν να την αναζητήσουν. Μπήκαν στο σπίτι και την είδαν. Ασάλευτη. Γαλήνια. Απαλλαγμένη από τα φορτία. Ήρεμη μέσα σε ένα σύνολο ολοκληρωτικής τάξης. Ανάμεσα στα αντικείμενα της. Θαρρείς και ήταν η μόνη παρέα που είχε. Και τότε οι κούτες αυτές πέρασαν σε άλλα χέρια. Σε χέρια που τα εκτίμησαν. Πόσο λάθος το Ρήμα... όχι δεν εκτίμησαν... συναισθάνθηκαν. Ναι. Αυτό είναι το σωστό ρήμα.
Η γυναίκα αυτή πήρε τις κούτες στο δικό της σπίτι. Τις άνοιγε προσεκτικά και έβγαζε από μέσα όλους τους θυσαυρούς που κρύβονταν τόσα χρόνια. Και τι δεν ανακάλυψε. Γόμες, φακούς, σεντόνια, αλατοπιπεριέρες, κουτάλες, κεράκια, χριστουγεννιάτικα και πασχαλινά κεράκια, τσάντες, πορτοφόλια, κηροπήγια και άπειρα ρολόγια. Ακόμα και μια τράπουλα της Κατίνας.

Η γυναίκα που τα αποκάλυπτε σκέφτηκε να πραγματοποιήσει την επιθυμία της κατόχου των αντικειμένων. Να τα εκθέσει κάπου και να τα δίνει. Να τα μοιράζει έναντι ενός αντιτίμου που δεν συμπληρώνει το ένα ευρώ. Και πραγματικά η πρωτοβουλία της έπιασε τόπο.
Μετέφερε τα πολύτιμα αντικείμενα ευτελούς οικονομικής αξίας σε ένα μέρος τοποθετημένα προσεκτικά. Πήρε μερικές καρέκλες και περίμενε. Και η αναμονή απέδωσε. Την επισκέφθηκαν γυναίκες και άντρες από πολλές περιοχές.
Μια μέρα πήγα κι εγώ. Μπαίνοντας αντίκρυσα τρεις γυναίκες να κάθονται σχεδόν σε κύκλο σε έναν μεγάλο χώρο. Κάπνιζαν -οι δύο-, αστειεύονταν και χρησιμοποιούσαν καρέκλες για τραπεζάκι. Άρχισα να κάνω βόλτα στο χώρο. Έβλεπα τις κούτες. Τα αντικείμενα. Όλα καινούργια. Τόσο καινούργια που φάνταζαν παλιά. Σαν να είχαν ωριμάσει όμορφα. Σαν να περίμεναν. Βυθισμένα σε μια λήθη. Και ύστερα έριξα το βλέμμα μου στις τρεις καθήμενες κυρίες. Η κυρία που είχε την πρωτοβουλία να εκθέσει τα αντικείμενα μου είπε να κάτσω κι εγώ υπάκουσα ευλαβικά.
Μόλις μου εξιστόρησε τα γεγονότα και το πως βρέθηκαν τα αντικείμενα αυτά στα χέρια της, κατάλαβα.
Συνειδητοποίησα ότι αυτό που γινόταν στον συγκεκριμένο χώρο ήταν τελικά η καραμελίτσα της ζωής της πραγματικής κατόχου τους. Ήταν αυτό που πάντα ήθελε να κάνει αλλά που τελικά δεν μπόρεσε. Η παρέα. Η επικοινωνία. Οι τρεις γυναίκες που είχα μπροστά μου κατάφεραν να πραγματώσουν τον αρχικό σκοπό. Ήταν γυναίκες που είχαν χαθεί μεταξύ τους και ενώθηκαν μέσα από αυτή τη σπάνια πρωτοβουλία.
Είναι γυναίκες που ζουν στο σήμερα αγαπώντας, εκτιμώντας και διατηρώντας το χθες. Στην αρχή, όταν τις είδα, θυμήθηκα μια σκηνή από την ταινία «Όσα παίρνει ο άνεμος». Εκείνη τη σκηνή που κάθονταν γυναίκες σε κύκλο στο τζάκι, έπλεκαν και ανέλυαν πράγματα. Και ήταν ακριβώς εκείνη η στιγμή που κατάλαβα ότι στο κέντρο δεν θα πάψει ποτέ να είναι ο άνθρωπος. Ότι η ανάγκη μας για επαφή και επικοινωνία είναι κάτι σαν την αναπνοή. Τόσο απαραίτητο και τόσο ηλίθια δεδομένο. Τόσο δεδομένο που τελικά είναι ζητούμενο. Και ναι... Τα Χριστούγεννα για μένα ήρθαν ακριβώς εκείνη τη στιγμή. Μέχρι που ένα απόκοσμο αεράκι έκοψε τον ειρμό μου επαναφέροντας με στην πραγματικότητα... Που αυτή η γυναίκα την έκανε όμορφη. Που την μετέτρεψε, την άλλαξε σαν καλή νεράιδα... Γι αυτό και το σημερινό. Ως ένα ευχαριστώ σε εκείνη που μάζευε αλλά και στην άλλη που εξέθεσε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο... 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου