Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014

Το παράπονο της Αγκαλιάς

Με λένε Αγκαλιά κι έχω ένα παράπονο. Ένα μεγάλο παράπονο. Πριν όμως αρχίσω να σου μιλάω καλό θα ήταν να συστηθούμε. Ή μάλλον να ξανασυστηθούμε. Με λένε Αγκαλιά. Είμαι εκείνη που ψάχνεις σε όλη σου τη ζωή. Είμαι εκείνη που αποζητούσες από την παιδική σου ηλικία. Είμαι εκείνη που έδιωξες στην εφηβεία σου. Είμαι εκείνη που ξαναθυμήθηκες στη διάρκεια των πρώτων σου ερώτων. Είμαι εκείνη που ξανάδιωξες. Είμαι εκείνη που πάντα βρίσκεται στις ανάγκες σου αλλά που από δική σου ανασφάλεια δεν γίνεται «θέλω» σου.
Είμαι κάτι πολύ σημαντικό στη ζωή σου. Είμαι αυτό που μπορεί να σε ανακουφίσει. Είμαι αυτό που ενώ αποδιώχνεις θέλοντας να δείξεις δυνατός, Άνθρωπε, ξέρεις βαθιά μέσα σου ότι το ζητάς όπως ο Γιάννης Αγιάννης το ψωμί. Αλλά εσύ Άνθρωπε είσαι κουτός. Ναι. Είσαι πολύ κουτός και βαθιά νυχτωμένος. Και τώρα είμαι εκείνη που κλαίει γιατί δεν τη ζητάει κανείς.
Με έχετε πετάξει στα αζήτητα. Μου έχετε κρεμάσει μια ταμπέλα. Θεωρείτε ότι είμαι ανάξια. Ότι είμαι απαραίτητη μόνο σε σπάνιες στιγμές. Με χρειάζεστε μόνο στις στιγμές που γίνεστε ευάλωτοι. Πόσο υποκριτές είστε Άνθρωποι. Ενώ με θυμάστε μόνο σε τέτοιες στιγμές, εσείς και πάλι δεν με ζητάτε. Με θεωρείτε περιττή. Όμως ξέρετε κάτι; Εγώ δεν είμαι περιττή. Είμαι δυνατή. Εσείς είστε αδύναμοι. Υποκριτές -κι ας επαναλαμβάνομαι- και αδύναμοι. Όποιοι δεν μπορούν να με ζητήσουν είναι εκείνοι στους οποίους λείπω περισσότερο.
Με φοβάστε Άνθρωποι. Φοβάστε μήπως σας φέρω αντιμέτωπους με τα βαθύτερα θέλω σας. Φοβάστε το ενδεχόμενο της εξάρτησης από μένα. Γιατί έχω δύναμη. Πόσο σας λυπάμαι Άνθρωποι... Είστε λίγοι κάποιες φορές. Είστε ανίκητοι. Θεωρείτε ότι είστε οι άρχοντες του Σύμπαντος. Ότι είστε μικροί Θεοί μέσα σε ένα σύνολο. Θεωρείτε εαυτούς άτρωτους και αποδιώχνετε κάθε τι που σας θυμίζει τη θνητότητά σας. Γιατί κι εγώ είμαι ένα από αυτό το κάθε τι.

Γιατί αν με ζητήσεις από κάποιον που δεν ξέρει να με προσφέρει τότε θα πονέσεις. Θα νιώσεις απαράδεκτα αδύναμος. Αλλά δεν σκέφτεσαι Άνθρωπε. Δεν σκέφτεσαι ότι αυτός που με ζητάει είναι ο δυνατός. Εκείνος που με αποζητά είναι ο νικητής του παιχνιδιού. Ενός παιχνιδιού που έχετε εφεύρει εσείς οι Άνθρωποι για να υπάρχετε με όρους. Γιατί δεν μπορείτε να υπάρχετε απλά. Να υπάρχετε με την αλήθεια σας. Και η αλήθεια σας άνθρωποι είναι η ατέλεια σας. Είστε ατελείς γιατί έχετε συναισθηματικές ανάγκες. Και ο πιο γρήγορος τρόπος για να νιώσετε τέλειοι είμαι εγώ. Αλλά αυτό δεν το βλέπετε. Έχετε τυφλωθεί. Φορέσατε παρωπίδες για να γλυτώσετε από το κάλεσμα όχι της Σειρήνας αλλά από κείνο του βαθύτερου εαυτού σας.
Έχετε επιδοθεί σε έναν αδηφάγο αγώνα ύπαρξης χωρίς να υπάρχετε. Άνθρωποι. Ατελέσφορες οντότητες που κινείστε στο διηνεκές μέσα από την αναπαραγωγή. Από μια μαγική διαδικασία που εγώ είμαι αναπόσπαστο μέρος της. Από την ώρα που γεννιέστε το πρώτο πράγμα που μαθαίνετε είναι η αγκαλιά. Από την ώρα που σας ζυγίζουν στο μαιευτήριο και σας βάζουν στη μάνα σας. Αλλά δεν σκέφτεστε ότι εκεί υπάρχω εγώ. Η Αγκαλιά. Εγώ σας καλωσορίζω και σας τοποθετώ στην ασφάλεια. Κι όμως. Μετά με πετάτε. Στα αζήτητα. Στο νεκροταφείο της μνήμης. Κι όταν μεγαλώνετε έχετε γίνει εγωιστές και με φοβάστε.
Μαθαίνω για την κρίση στον κόσμο σας. Δύσκολο πράγμα αλλά ίσως να σας χρειάζεται. Να σας χρειάζεται για να έρθετε σε επαφή με τον πραγματικό σας εαυτό. Αν έχετε τα κότσια να το κάνετε. Γιατί σε μια «στραβή» -έτσι δε λέτε Άνθρωποι;- θα αναζητήσετε εμένα. Θα αναζητήσετε δύο χέρια να σας κρατήσουν μέσα τους για να αισθανθείτε ασφάλεια. Έχω ακούσει κατά διαστήματα ότι αγκαλιά ζητούν οι γυναίκες. Ίσως. Ξέρω ότι περισσότερη ανάγκη με έχουν οι άντρες. Γιατί υπακούν σε ένα γελοίο αρχέτυπο που τους θέλει δυνατούς. Ποιος σας είπε ότι εγώ σας κάνω λιγότερο δυνατούς; Γελιέστε Άνθρωποι.
Εγώ έχω δύναμη. Εγώ σας τραβάω από το Ένα και σας τοποθετώ στο Δύο. Σας δίνω την ευκαιρία της Ένωσης. Σας δίνω το Σύμπαν. Κι εσείς μου δίνετε απαξίωση. Έμαθα ότι προσπαθείτε να με αγοράσετε. Ναι το έμαθα πρόσφατα και νευρίασα. Ποιος σας είπε ότι έχω τιμή; Ποιος σας είπε ότι με τα άθλια λεφτά σας μπορείτε να με αποκτήσετε στ' αλήθεια; Είστε γελοίοι Άνθρωποι. Είστε αφόρητα μικροί. Κι όμως εγώ σας αγαπώ. Σας αγαπάω και θέλω να είστε καλά. Γι αυτό υπάρχω. Τελευταία όμως η φλόγα στο καντήλι της δικής μου ύπαρξης έχει αρχίσει και τρεμοπαίζει. Σαν να με προειδοποιεί για κάτι. Γι αυτό σας γράφω απόψε Άνθρωποι. Αν σας έχει απομείνει λίγη μνήμη, λίγη από την περιβόητη ανθρωπιά σας, μην αφήσετε να χαθώ. Όχι για μένα. Αλλά για σας. Γιατί αν χαθώ τότε δεν θα σας έχει απομείνει τίποτα. Θα είστε μόνοι. Ανίκανοι να αγγίξετε. Ανίκανοι να αισθανθείτε. Να εκφραστείτε. Εγώ η Αγκαλιά σας εκλιπαρώ να διατηρήσετε λίγη από κείνη την κυτταρική μνήμη της γέννησής σας. Μην είστε τσιγγούνηδες με το θέλω σας που με αφορά. Να με διεκδικείτε. Να με ζητάτε και να με επιδιώκετε. Και τότε εγώ θα είμαι εκεί. Εγώ και η δύναμή μου. Για να σας δώσω λίγη από μένα. Λίγη ασφάλεια. Ανακούφιση. Και όταν με δίνετε να με δίνετε σφιχτά. Σφιχτά γνωρίζοντας τη σημαντικότητα μου. Αυτά είχα να πω Άνθρωποι. Την επόμενη φορά που θα με χρειαστείς να με φωνάξεις. Να με φωνάξεις κι εγώ θα είμαι εκεί για σένα. Η Αγκαλιά θα είναι πάντα εδώ Άνθρωπε. Αυτό να θυμάσαι... Μόνο αυτό...

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2014

Το Κοριτσάκι του Μπαμπά (;)

Λένε ότι ο πρώτος έρωτας κάθε κοριτσιού είναι ο πατέρας του... Είναι; Δεν ξέρω... Δεν έμαθα... Δεν ισχύει στη δική μου περίπτωση... Τρεις αρνήσεις στη σειρά μεν, ωστόσο, δεν συνιστούν κρυφή κατάφαση.Δυστυχώς ή ευτυχώς δεν υπήρξα ποτέ αυτό που λένε όλες «το κοριτσάκι του μπαμπά». Με τον μπαμπά μου είχαμε μια περίεργη σχέση. Συγκρουσιακή. Έντονη. Χωρίς περιττούς συναισθηματισμούς. Ποτέ μπράβο, κοριτσάκι μου και άλλα τέτοια κομψά και γλυκά λογάκια που συναντά κανείς στην αμερικανικές ταινίες. Εμείς είχαμε πραγματιστική σχέση.
Έκανε ό,τι μπορούσε για να μπορώ εγώ και ο αδερφός μου να πάρουμε μια καλή μόρφωση. Να μας δώσει εκπαιδευτικά εφόδια. Γι αυτό έκανε πάντοτε δύο ή τρεις δουλειές προκειμένου εμείς να μπορούμε να πηγαίνουμε στο καλύτερο ιδιωτικό σχολείο, την «Ελληνογερμανική Αγωγή». Τραπεζικός υπάλληλος το πρωί, βενζίνες το βράδυ. Υπήρχαν μέρες που δούλευε τόσο που δεν τον βλέπαμε. Αυτό του το χρωστάμε και εγώ και το αδερφάκι μου.
Ο πατέρας μου ερχόταν να πάρει τους βαθμούς μου στο σχολείο. Επίμονος. Δεν έφευγε, αν πρώτα δεν έβλεπε όλους τους καθηγητές, προκειμένου να σχηματίσει άποψη για το ποιόν μου στο σχολείο. Θυμάμαι στην Γ' Λυκείου, στο «Κλασικό Αναβρύτων». Με είχε ο ίδιος δηλώσει 4η Δέσμη -οικονομικά κλπ- γιατί θεωρούσε ότι «έχει περισσότερα ΤΕΙ άρα περισσότερες πιθανότητες να περάσεις». Ήρθε λοιπόν στο πρώτο τρίμηνο να πάρει τους βαθμούς. Βλέπει ότι στα Μαθηματικά είχα 18. Για κακή μου τύχη, τους ελέγχους έδινε ο ίδιος ο μαθηματικός. Ο μπαμπάς μου δεν έφευγε από την αίθουσα αν πρώτα ο μαθηματικός δεν του ξεκαθάριζε ότι  «η μαθηματική αξία του παιδιού είναι γύρω στο 12 αλλά έγραψε άριστα και τι να της βάλω»...
Άνθρωπος απαιτητικός. Σκληρός; Χμ... Όχι ιδιαίτερα. Κάθε Σάββατο ή Κυριακή μας έβγαζε οικογενειακώς ή και με φίλους για φαγητό σε ρεστοράν ή σε ταβερνάκια. Ο πατέρας μου κι εγώ δεν ήμασταν ποτέ κοντά. Παρακολουθούσε τη ζωή μου χωρίς να ρωτάει. Μου είχε εμπιστοσύνη υποθέτω. Αυτό που τον ξένιζε περισσότερο ήταν το γεγονός ότι δεν έβγαινα έξω εν αντιθέσει με τα περισσότερα παιδιά της ηλικίας μου. Βλέπεις ήταν απόλυτα βέβαιος ότι δεν θα μπορούσα να μπλέξω σε περίεργες καταστάσεις ή με περίεργες παρέες.

Άνθρωπος απόλυτος. Δεν μπορείς να του αλλάξεις εύκολα άποψη. Δεν γίνεται αυτό. Πάντα ήμουν μακριά από τον μπαμπά μου. Σε απόψεις, σε ιδέες, σε όλα. Στο μόνο που συμφωνούσαμε ήταν η πολιτική και το ποδόσφαιρο. Εκεί υπήρχε πλήρης σύμπνοια. Προφανώς, γιατί «η κόρη η δική μου δεν γίνεται να ψηφίζει κάτι άλλο».
Μετά την ασθένεια του παππού στο χωριό, ο μπαμπάς ως συνταξιούχος πια έγινε μόνιμος κάτοικος Πατρών.  Και κει η σχέση μας άρχισε να αλλάζει. Ήρθαμε λίγο πιο κοντά. Το επεδίωξε και εκείνος. Και εγώ απλά ακολούθησα. Και καταλάβαμε ότι η απόσταση μας έκανε καλό.Εκείνος άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι εγώ είχα μεγαλώσει κι εγώ κατάλαβα ότι εκείνος ίσως να μην ήταν όπως εγώ νόμιζα. Και αρχίσαμε να επικοινωνούμε. Να μιλάμε. Και ήρθαμε πιο κοντά. Και έτσι αρχίσαμε να φτιάχνουμε μια σχέση πιο φιλική. Φύγαμε από το «μπαμπάς-κόρη» -αν ήμασταν ποτέ σ' αυτό- και φτάσαμε στο σημείο «Άννα - Αλέξης». Και κάπως έτσι κατάλαβα.
Κατάλαβα ότι τελικά εκείνος με προετοίμαζε γι αυτό ακριβώς. Για να μπορώ να στέκομαι ως Άννα. Αυτόνομη. Ολοκληρωμένη. Χωρίς περιττούς συναισθηματισμούς. Χωρίς φανταχτερά δώρα με πλούσιες κορδέλες. Τα είχα αυτά. Δεν μου έλειψαν ποτέ. Στη γιορτή μου, θυμάμαι, από την στιγμή που ενηλικιώθηκα μου άφηνε κάθε χρόνο μια επιταγή στο τραπέζι της τραπεζαρίας με ένα εξαιρετικά γενναιόδωρο ποσό με εντολή «Εμού του ιδίου». Και δίπλα ένα χαρτί «Χρόνια πολλά». Μια χρονιά μας είχε πάει με τον αδερφό μου στον «Λαμπρόπουλο». Ήταν Χριστούγεννα. Μας είπε να πάρουμε ό,τι θέλουμε αλλά να επιλέγουμε χωρίς να φωνάζουμε. Εμείς πηγαίναμε με τη μαμά, ψωνίζαμε, τα συγκεντρώναμε στο ταμείο και μετά πήγαινε ο μπαμπάς για τα πρακτικά. Άλλα πράγματα μου έλειψαν. Αλλά όπως πρόσφατα μου αποκάλυψε «μπορεί να σου έλειψε η αγκαλιά ή το μπράβο ή το χάδι, αλλά δεν τα χρειαζόσουν από μένα. Τα είχες από τον παππού σου και την γιαγιά σου. Από μένα έπρεπε να μάθεις να υπάρχεις μόνη σου. Να μάθεις να έχεις αξιοπρέπεια. Και αυτό είναι βασικότερο για τη ζωή σου. Ένα χάδι θα το βρεις παντού».
Δεν ξέρω αν έχει δίκιο ή άδικο. Σίγουρα όμως ανάμεσα στα πανάκριβα δώρα που μου έκανε πάντα σίγουρα δεν θα έβλαπτε και κάποια αβρότητα. Αλλά αυτός είναι ο πατέρας μου. Ένας άνθρωπος που χωρίς να μπει σε συναισθηματισμούς και «μαλακίες τέτοιου τύπου» -όπως λέει- πλέον δηλώνει παρών. Θέλει να είναι παρών όχι για να ασκεί εποπτεία, πράγμα που ποτέ δεν έκανε, αλλά για να σταθεί ή να βοηθήσει. Με όποιον τρόπο μπορεί.
Πολλές φορές με τρελαίνει. Με βγάζει από τα ρούχα μου. Επιμένει να κάνει παρατηρήσεις. Όσες ίσως δεν έκανε τότε που έπρεπε τις κάνει τώρα. Βασικά και τότε έκανε. Του φαινόταν πάντα τρελό το γεγονός ότι ήθελα να ίπταμαι. Οι επιλογές μου του φαίνονταν τρελές έως και επιπόλαιες. Όμως ξέρεις τι κατάλαβα στα 35 χρόνια μου και στις 16 μου μέρες; Ότι του άρεσε που επέμενα να βαδίζω σε τόπους που αντικειμενικά θεωρούνταν άπιαστοι. Του άρεσε που με έβλεπε να προσπαθώ. Το εκτιμούσε και το εκτιμά. Απλά δεν το έδειχνε. Ούτε και τώρα το δείχνει. Ίσως να το θεωρούσε αδυναμία. Ίσως περιττό. Να σου πω την αλήθεια μου είναι αδιάφορο.
Ο πατέρας μου λοιπόν. Ο Αλέξης. Ο άνθρωπος που έπρεπε να αλλάξει νομό για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε μια ίση σχέση. Είναι παράξενο το πως περάσαμε από την ανυπαρξία στη φιλία. Τον πατέρα μου τελικά νομίζω ότι τον αισθάνομαι περισσότερο φίλο μου παρά πατέρα. Άλλωστε κι εκείνος έτσι με αντιμετωπίζει. Μπορούμε να συζητήσουμε τα πάντα. Χωρίς φραγμούς. Χωρίς ταμπού. Χωρίς φτιασίδια και περιττά. Σιχαίνεται τα περιττά. Αν και συχνά ξεφεύγει... αλλά τι να πεις... Σάμπως εγώ δεν ξεφεύγω...; Εδώ δεν μπορώ να τον κρίνω, γιατί απλά δεν με παίρνει.
Έχει πλάκα όταν κάποιος του λέει για μένα κάτι θετικό που μόνιμα γυρίζει και μου λέει «Άννα συντόμευε»... Αυτό το συντόμευε... Αυτή η προστακτική ακόμα με κυνηγάει...
Τέλος πάντων... Σε μια τελική κρίση τελικά εκείνος είναι πιο αδικημένος. Γιατί εκείνος είχε να επιτελέσει άλλα. Το επέλεξε. Γνώριζε ότι τα άλλα, τα συναισθηματικά, τα κάλυπτε ο παππούς. Εκείνος μπορεί να μην ήταν ο μπαμπάκας αλλά ήταν μια φιγούρα που έδινε άλλου τύπου μαθήματα. Να είμαστε ανεξάρτητοι, αυτόνομοι, να πατάμε στα δικά μας πόδια... Άλλωστε ο μπαμπάς μου ήξερε ότι εγώ δεν ήμουν φτιαγμένη για να γίνω το κοριτσάκι του μπαμπά... Εγώ ήμουν πάντα η δυνατή. Αυτή που άντεχε. Που έπρεπε να αντέχει. Το χε αποφασίσει. Κι ακόμα αυτό λέει. Εγώ ήμουν εκείνη που έπρεπε να στηρίζει. Δεν είχα ανάγκη από στηρίγματα. Μ αγαπούσε με έναν δικό του τρόπο. Πιο εσωτερικό ίσως. Εκείνος δεν θα άφηνε ποτέ να αγκιστρωθώ από πάνω του. Θεωρεί λανθασμένες τις εξαρτήσεις από άνθρωπο σε άνθρωπο. Θεωρεί ότι οι άνθρωποι ανήκουν αποκλειστικά στον εαυτό τους. Απλά -αυτό το χω προσθέσει εγώ- δανείζουν εαυτούς στους άλλους γιατί μπορούν και θέλουν.
Τελικά με το πέρασμα των χρόνων μπορώ σίγουρα πλέον να πω ότι τον σέβομαι και τον καταλαβαίνω. Άλλωστε είναι φίλος μου. Και τον ευχαριστώ. Τον ευχαριστώ για ό,τι έκανε και ό,τι κάνει. Αυτό το πολύ ή το λίγο κάποιες φορές. Δεν μετριέται. Δεν μπορεί να μπει σε ζυγαριά. Κάθε άνθρωπος φέρεται με τον τρόπο που ξέρει και μπορεί. Έτσι κι ο Αλέξης. Τον εκτίμησα τον Σεπτέμβριο που προσπάθησε έστω και τηλεφωνικά να σταθεί. Να είναι εκεί έστω κι αν δεν ήταν. Μόνο και μόνο γιατί από το τηλεφώνημα του ήταν ίσως η πρώτη και ενδεχομένως τελευταία φορά που αισθάνθηκα ότι έστω για κάποια στιγμή υπήρξα κι εγώ αυτό «το κοριτσάκι του μπαμπά».

Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2014

Οι σκέψεις του Μπλε Μπικ

Ποιος είναι ο Μπλε Μπικ, τελικά; Η απάντηση διά στόματος του ίδιου...

«Με λένε Μπικ, είμαι μπλε και τελειώνω γρήγορα... Ή μάλλον τελειώνω ανάλογα με τη διάθεση εκείνου που με κρατάει... Έχω ζήσει πολλά. Έχω ακούσει περισσότερα και έχω γράψει... άπειρα. Οι άνθρωποι με αγαπούν αλλά πολλές φορές με κακομεταχειρίζονται. Νομίζουν ότι δεν έχω ψυχή. Νομίζουν ότι είμαι απλά ένα πλαστικό σωληνάριο και με πετάνε. Τα χειρότερα βέβαια τα τραβάει το μπροστινό μου τμήμα. Μην πάει ο νους σας στο πονηρό άνθρωποι. Το καπάκι εννοώ. Το αποσπούν από το σώμα μου και το κάνουν οδοντογλυφίδα, καθαρίζουν τα νύχια τους, το πατάνε, το δαγκώνουν και το χρησιμοποιούν ως πασπαρτού. Αλήθεια, γιατί το κάνετε αυτό άνθρωποι; Τι μανίες σας πιάνουν ώρες ώρες δεν καταλαβαίνω... Άβυσσος η ψυχή σας.
Εγώ, λοιπόν, ο Μπλε Μπικ είμαι όργανο σας. Είμαι το εργαλείο σας. Εξαιτίας μου λύνετε σταυρόλεξα, γράφετε τις εργασίες σας, ακόμα και το σκορ στο τάβλι ή στα χαρτιά. Αλλά βρε σεις λυπηθείτε με λίγο. Το τι βλέπω και το τι με βάζετε να μεταφέρω δε λέγεται. Γι αυτό κι εγώ, επειδή έχω ψυχή, σας εκδικούμαι αφήνοντας λίγο παραπάνω μελάνι στο χαρτί σας. Έτσι παίρνω κι εγώ κάτι σαν εκδίκηση.
Οι περισσότεροι γράφετε, γράφετε, γράφετε ανάθεμα κι αν ξέρατε τι γράφετε. Το πόσο γελάω όταν με χρησιμοποιείτε για να αποτυπώσετε τις σκέψεις σας, δεν περιγράφεται. Αυτό που προσπαθείτε να εντυπωσιάσετε γράφοντας μεγάλες λέξεις ειλικρινά με προσπερνάει. Δυστυχώς όμως δεν μπορώ να κάνω κάτι. Συχνά οι σκέψεις σας τελειώνουν τη ζωή μου κυριολεκτικά. Ιδίως αν ο άνθρωπος που με κρατάει ανήκει στο γυναικείο φύλο και γράφει γράμμα χωρισμού, εγώ αυτόματα μεταφέρομαι στην Εντατική. Με στραγγίζει. Μάταια εκλιπαρώ για μια διακοπή. Δεν το καταλαβαίνει η μαντάμ ότι εξαθλιώνει την ύπαρξη μου; Τη λιγοστεύει. Ιδίως αν κλαίει κι εγώ πρέπει να γράψω πάνω στο δάκρυ. Εκεί ίσως  με λυπηθεί και με αφήσει γιατί κι εγώ το ψυχουλάκι πεισμώνω και αρνούμαι να δώσω άλλο από το πολύτιμο μπλε αίμα μου...

Αλλά ένεκα που είμαι και αισθηματίας δίνω τόπο στην οργή και υποχωρώ. Ε, τι νόμιζες; Εγώ δεν ερωτεύτηκα; Ερωτεύτηκα την Κόκκινη Μπικ. Δεν έκανα αιμομιξία. Απλά στη χώρα από την οποία κατάγομαι όλοι έχουμε το ίδιο επώνυμο αλλά οι οικογένειες διαφοροποιούνται με το χρώμα. Άκου το δράμα μου. Ερωτεύτηκα την Κόκκινη Μπικ λοιπόν. Την έβλεπα και τυφλωνόμουν. Υπέροχη. Γραμμή, χρώμα, όλα εξαιρετικά. Είχε όμως μια μανία. Ό,τι κι αν έκανα με διόρθωνε. Τραβούσε γραμμές, έγραφε πάνω μου, εκνευριζόταν. Τη ζωή δύσκολη μου έκανε. Εγώ όμως την αγαπούσα. Τότε ο φίλος μου ο Μαύρος Μπικ μου άνοιξε τα μάτια. Μου είπε ότι βάσει νόμου στη χώρα μας, στη Μπικ Λαντ, οι Κόκκινες Μπικ ήταν δασκάλες και είχαν υποχρέωση να διορθώνουν και να αποκαθιστούν. Κι εγώ για να μαι ειλικρινής ηρέμησα. Κατάλαβα ότι δεν είχε τίποτα προσωπικό μαζί μου. Απλά επιτελούσε άλλη υπηρεσία. Όργανο καθηγητών βλέπεις. Όχι σαν κι εμένα.
Εγώ είμαι πιο λαϊκός τύπος. Με βρίσκεις από συνεργεία και απορριμματοφόρα μέχρι Πανεπιστήμια και Ιατρεία. Είμαι πολλαπλών χρήσεων βλέπεις. Τώρα θα μου πεις είμαι και φτηνός. Νομίζεις! Η ακρίβεια που έχω είναι προτέρημα μου. Είμαι υπάκουος, αφήνω το σημάδι μου σε όλες τις επιφάνειες αδιακρίτως εκτός από το γυαλί και είμαι και εξαιρετικά εργατικός. Μετριόφρων δεν μπορώ να είμαι γιατί δεν μου ταιριάζει ως έννοια.
Είμαι περήφανος. Είμαι περήφανος που δεν ανήκω στους ανθρώπους. Βλέπεις εμείς στη χώρα μου δεν είμαστε ρατσιστές. Αγαπάμε και συνυπάρχουμε με όλους. Με τους Μπλε, τους Πράσινους, τους Κόκκινους. Δεν διαχωρίζουμε. Απλά κάθε χρώμα επιτελεί διαφορετικό είδος. Δε μας νοιάζει. Δουλεύουμε, υπηρετούμε την ανθρώπινη σκέψη και στο τέλος της μέρας μαζευόμαστε και μιλάμε για το τι κάναμε.
Άσε που εξαιτίας μας μπορεί να διαδίδεται η ανθρώπινη σκέψη. Και πώς αλλιώς αφού εμείς είμαστε οι μεταφορείς της αποτύπωσης της σκέψης. Για κείνους της παλιάς σχολής τουλάχιστον που όπως λέει και ένας τραγουδιστής σας -Μητροπάνος νομίζω- «δεν καταλαβαίνουν τι λένε τα κομπιούτερ κι οι άριθμοι». Η αλήθεια είναι ότι αυτοί οι υπολογιστές και τα πληκτρολόγια μας έχουν κάνει μεγάλη ζημιά. Αλλά εμείς συνεχίζουμε απτόητοι. Γιατί ξέρουμε ότι όσο υπάρχει χαρτί θα υπάρχει και η δική μας οικογένεια. Όσο υπάρχουν Άνθρωποι θα υπάρχουν και Μπλε Μπικ για να υπηρετούν το μυαλό τους. Κι αυτό μας αρκεί. Όχι γιατί θα συνεχίζουμε να γεννιόμαστε. Μας αρκεί γιατί εσείς θα μπορείτε να είστε καλύτερα. Κι αυτό μας το χρωστάτε. Μια παράκληση μόνο. Την επόμενη φορά που θα με κρατήσεις στα χέρια σου φίλε Άνθρωπε, φρόντισε να μην με ταλαιπωρήσεις. Εγώ σου κάνω όλα τα χατίρια. Γράφω ό,τι θες, όπως το θες, την ώρα που το θες. Κάνε κι εσύ κάτι για μένα. Φέρσου μου ευγενικά. Μόνο αυτό»

Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2014

Τα Χριστούγεννα της Άννας

Χριστούγεννα... Αγαπημένη εποχή, λατρεμένη γιορτή. Η προετοιμασία, το κρύο, το έλατο, τα λαμπάκια, οι κάρτες που πρέπει να σταλούν, οι μπάλες... Χαρά, λάμψη, λίστες δώρων...
Πάντα ένιωθα ότι αυτή είναι η εποχή μου. Ότι ορίζομαι μέσα απ' τα Χριστούγεννα. Γι αυτό και μετρούσα πάντα αντίστροφα. Όχι για την ημέρα. Αλλά για το τέλος του Νοεμβρίου. Ο λόγος; Μα τότε έρχονται τα έλατα στο Πεδίον του Άρεως.
Κάθε χρόνο στις 25 Νοεμβρίου το σπίτι είχε στολιστεί. Διακοσμητικοί χιονάνθρωποι, χιονόμπαλες με τον Άγιο Βασίλη και άλλα εποχικά είδη είχαν ήδη βρει τη θέση τους στο σπίτι. Τα λαμπάκια είχαν βγει από τα κουτάκια τους και άρχιζαν οι δοκιμές. Οι μπάλες ξεσκονίζονταν και τις καθαρίζαμε με ΑΖΑΧ -γυάλινες γαρ- ενώ πάντα τα ξύλινα γερμανικά στολίδια αξιοποιούνταν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η κουζίνα τα Σαββατοκύριακα μετατρεπόταν κυριολεκτικά σε εργαστήρι. Η μαμά μου και η θεία μου μάζευαν τα τέσσερα θηρία -Άννα, Κωνσταντίνος, Νάσος, Ειρηάννα- (αναφέρονται με χρόνο γέννησης για να μην υπάρχουν οικογενειακοί εμφύλιοι) και μας έδειχναν πως να φτιάξουμε δικά μας στολίδια με τη χρήση πυλού. Φτιάχναμε ό,τι μπορούσε να γεννήσει το μυαλό μας. Χιονανθρώπους, αστέρια, σκουφάκια του Άη Βασίλη και όλα αυτά τα χαρούμενα... Μετά η γιαγιά έφτιαχνε τα μελομακάρονα προς δυσαρέσκεια του παππού, γιατί κακά τα ψέμματα δεν τα πετύχαινε πάντα. Εκείνος πιο πρακτικός άνθρωπος ήταν του «να πάρουμε απ' έξω» -μάλλον από κει πήρα κι εγώ-...
Και τα έλατα έρχονταν. Περιμέναμε τον μπαμπά να γυρίσει από τη δουλειά και πηγαίναμε να πάρουμε το έλατο. Μεγάλη μέρα. Ούτε θυμάμαι πόσες ώρες περνούσαμε εκεί. Γιατί το έλατο έπρεπε να είναι κωνικό, ψηλό, πυκνό και με τα κλαριά σε ευθεία και όχι προς τα πάνω... Αφού βρίσκαμε το καταλληλότερο το βάζαμε στο πορτ παγκάζ και βουρ για το σπίτι. Ο μπαμπάς περνούσε τα λαμπάκια και εμείς τις μπάλες υπό τις οδηγίες της μαμάς για να είναι συμμετρικό το στόλισμα... Καθόταν πιο πίσω, άναβε ένα τσιγάρο κι άρχιζε «Άννα πιο αριστερά, κάτω... Κωνσταντίνε που τη βάζεις παιδί μου δε βλέπεις ότι πέφτει πάνω στην άλλη»...
Όπως καταλαβαίνεις ήταν το καλύτερο μου. Η μυρωδιά του ελάτου που κατέκλυζε το σπίτι και το τζάκι που προσέθετε σε όλο το σκηνικό... Ζεστή σοκολάτα δίπλα στο δέντρο και αυτό ήταν ευτυχία.
Μέχρι που κάποια Χριστούγεννα ο παππούς ξεκίνησε την προετοιμασία του ταξιδιού του. Ημέρα αναχώρησης 01.01.1990. Αυτό ήταν. Η Πρωτοχρονιά απέκτησε αυτόματα ένα άλλο νόημα. Απέκτησε σκέψη, απέκτησε άλλο ύφος. Ο παππούς μάλλον επέλεξε την ημέρα από φόβο μην ξεχαστεί. Εκτός, βέβαια, αν το έκανε για να καταλάβουμε ότι η χαρά είναι μόνο η μία όψη. Για να διαπιστώσουμε ότι τα νομίσματα έχουν πάντα δύο πλευρές. Έπρεπε να μάθουμε τον αντίποδα. Και ο καταλληλότερος άνθρωπος να μας διδάξει το μάθημα ήταν φυσικά ο παππούς.

Κι όμως επέμεινα να αγαπώ τα Χριστούγεννα. Ξέρεις γιατί; Όχι επειδή είμαι χαζοχαρούμενη. Όχι. Γιατί είναι η μόνη περίοδος που οι άνθρωποι αναγκάζονται να μπαίνουν σε μια άλλη διάθεση. Πιο γενναιόδωρη. Η μόνη περίοδος που σκέφτονται τον δίπλα, τον απέναντι, τον άγνωστο και τον γνωστό. Βλέπουν και παρατηρούν. Ακόμα και σήμερα. Ακόμα και στην περίοδο που ζούμε. Μπορεί τα χρήματα να είναι λιγότερα αλλά η διάθεση παραμένει. Ίσως όχι σε όλους, αλλά και πάλι ποτέ δεν ήταν κοινή η διάθεση. Πάντα υπήρχαν εκείνοι που απεχθάνονταν τα Χριστούγεννα.
Αγαπώ τα Χριστούγεννα γιατί μου επιτρέπουν να ξαναγίνω παιδί. Ή τουλάχιστον να το προβάλλω. Ακόμα και τα χαμόγελα είναι περίσσοτερα. Γιατί όλα τα σπίτια στολίζουν. Ωραία, χάλια, αντιαισθητικά στολίζουν. Επιμένουν να βάζουν λαμπάκια στο μπαλκόνι και τους Αγιοβασίληδες που κρέμονται. Και αυτό είναι οκ. Είναι ωραίο που εύχονται όλοι και χαμογελούν σαν να το εννοούν. Ακόμα κι αν πιέζονται.
Είναι σαν να σταματάει ο χρόνος τα Χριστούγεννα. Ο κόσμος μεταμορφώνεται σε κάτι πιο ανθρώπινο. Τραγούδια στο ραδιόφωνο, επεισόδια στην τηλεόραση... Μα θα μου πεις αυτό είναι το θέμα; Και αυτό θα σου απαντήσω. Για μένα τα Χριστούγεννα μπορούν να υπάρχουν και τους δώδεκα μήνες του χρόνου. Γιατί είναι ευτυχία. Και η ευτυχία είναι στιγμές. Στιγμές που αισθάνεσαι ευγνώμων για όλα όσα έχεις. Για τους ανθρώπους που έχεις στη ζωή σου. Για τη ζωή που έχεις. Για το γεγονός ότι έχεις ζωή. Στιγμές είναι τα Χριστούγεννα.
Ακόμα και τα φετινά που για μένα θα είναι λίγο ιδιαίτερα. Βλέπεις και η μαμά μου διάλεξε αυτή την περίοδο να κινήσει για το ταξίδι της. Και φέτος ωστόσο έχω πολλούς λόγους για να είμαι ευγνώμων. Και φέτος θα τα γιορτάσω με την ίδια μεγαλοπρέπεια. Γιατί έχω λόγους να ευχαριστώ. Γιατί φέτος είχα πολλά. Μου συνέβησαν πολλά. Είχα πολλές στιγμές ευτυχίας. Και τελικά αυτό πρέπει να γιορτάζουμε. Ταμείο δεν κάνουμε με τα δώρα που λαμβάνουμε. Ούτε με εκείνα που κάνουμε. Το δώρο που συσκευάζεται και οι φιόγκοι είναι τυπικά. Η ουσία κρύβεται στα άλλα δώρα. Σε κείνα που είναι πολύ ακριβά για να αγοραστούν. Σε κείνα στα οποία δεν μπορεί να περαστεί φιόγκος, κόκκινη κορδέλα και να χωρέσουν σε έναν σάκο. Κι εγώ πήρα πολλά τέτοια στη χρονιά που αποχωρεί.
Τα φετινά Χριστούγεννα της Άννας θα έχουν αγάπη. Θα είναι κόκκινα, λαμπερά με πολλή πολλή χρυσόσκονη. Οι κάρτες της θα σταλούν. Όσο ανόητο κι αν φαίνεται, εξακολουθεί να στέλνει ευχετήριες κάρτες για «Χαρούμενα Χριστούγεννα και Ευτυχές Έτος»... Μπορεί να μην έχει έλατο αλλά θα έχει νοσταλγία. Νοσταλγία για στιγμές που πέρασαν και για στιγμές που θα έλθουν. Κάτι μου λέει ότι αυτά τα Χριστούγεννα ίσως είναι τα πιο ουσιαστικά από όλα... Για να δούμε... Αααα... Μην το ξεχάσω... Το γράμμα στον Άγιο Βασίλη το γράψατε...;! Γιατί ο Άγιος Βασίλης υπάρχει.. .Και υπάρχει εκεί που υπάρχουν οι επιθυμίες...