Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

Ο Εφιάλτης των Ραντεβού

Ραντεβού... Λέξη γαλλική. Συνάντηση ελληνιστί. Συνάντηση που αφορά δύο άτομα συνήθως του αντίθετου φύλου. Όλοι έχουμε βγει ραντεβού. Άλλα ήταν ωραία, άλλα συνεχίστηκαν, άλλα ήταν περίεργα, άλλα απροσδιόριστα... Το θέμα όμως είναι ένα. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει βγει ραντεβού. Επομένως δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην ξέρει τη διαδικασία. Σε όλους αρέσει να βγαίνουν ραντεβού. Είναι κολακευτικό. Ιδίως όταν βγαίνεις με κάποιον που αξίζει τον κόπο.
Κι εμένα μ' αρέσουν τα ραντεβού. Έχουν πλάκα. Ιδίως όταν μιλάμε για μένα που ακόμα κι ένα ραντεβού μπορεί να αποδειχθεί... Έτσι λοιπόν όταν μου ζητούσαν ραντεβού και είχα ελεύθερα τα πρωινά μου (αν κάτι πάει στραβά μην πάει στράφι η μέρα) δεχόμουν. Δεχόμουν έχοντας την άποψη ότι πριν καν το ραντεβού ξέρεις πως θα πάει και τι θα περιμένεις. Δεν είναι ότι έχω το κληρονομικό χάρισμα, απλά πιστεύω στη διαίσθηση. Στο ένστικτο αν προτιμάς.
Τα δικά μου ραντεβού είναι αξιοσημείωτα. Έχω βγει με όλους τους τύπους που μπορείς να φανταστείς. Ήξερα όμως ότι ήταν μάλλον «τελειωμένοι». Γι αυτό έβγαινα έχοντας σχέδιο. Όσο πιο ανερμάτιστος θα ήταν τόσο πιο μακριά θα μετανάστευα. Σκέψου φίλη/φίλε ότι έχω μετακομίσει στη Νέα Ζηλανδία, στα νησιά Γκαλαπάγκος (υπάρχουν, υπάρχουν... εκεί έδρασε ο Δαρβίνος), στην Παπούα Νέα Γουινέα και στην Αργεντινή. Ευρώπη και Αμερική τα απέφευγα, γιατί σίγουρα υπάρχουν Ελλήνες εκεί... Ας ξεκινήσω την αφήγηση για να καταλάβεις το δράμα μου και το λόγο της μετανάστευσης...
Ο μαμάκιας: Άνοιξη. Δούλευα εθελοντικά στο γραφείο τύπου πολιτικού. Πηγαίνω λοιπόν σε μια συγκέντρωση του γραφείου στην πλατεία Καραϊσκάκη σε κεντρικό ξενοδοχείο (έχει κλείσει πλέον). Όπως δίνουμε τα ταμπελάκια με τα ονόματα βλέπω έναν τύπο με μπεζ παντελόνι με κάθετη τσάκιση και μπλουζάκι «Gant» κοντομάνικο με τσάκιση στο μπράτσο. Με κοιτούσε. Εγώ κοιτούσα τα χαρτιά. Με πλησιάζει, με ρωτάει αν με ξέρει από κάπου κι εγώ καταλαβαίνω ότι το μαρτύριο ξεκινά... Καθόμαστε στην αίθουσα και αρχίζει να μιλάει δυστυχώς. Είχε μαζί του την «Μπέμπα» (BMW για τις κυρίες) και ανησυχούσε αν θα την εύρισκε όπως την άφησε. Μετά την ομίλια πάω να φύγω μου λέει περίμενε. Περίμενα κι εγώ -χαζή- και μου λέει «κοίτα που εκεί που δεν το περιμένεις μπορεί να γνωρίσεις το απροσδόκητο της ζωής σου». (εγώ ήμουν αυτό κατ' αυτόν). Κατεβαίνουμε στο δρόμο και φεύγει. Μετά από δυο μέρες χτυπάει το κινητό μου το σηκώνω και ήταν αυτός. Είχε βρει τον αριθμό μου από το γραφείο. Αφού με ρωτούσε αν κοιμάμαι καλά, αν έχω καλό και ελαφρύ ύπνο, αν καλλιεργώ κάλες στο μπαλκόνι μου πρότεινε να βγούμε. Εγώ δεν είχα καμία όρεξη αλλά επέμεναν οι φίλοι και οι λοιποί συγγενείς. «Βγες πια... Δυο ώρες είναι... Τι θα κάνεις στο σπίτι» και βγήκα. Δίνουμε ραντεβού στην Κηφισιά. Τον βλέπω να κάνει νόημα σα σταθμάρχης στον ΟΣΕ. Φορούσε σιελ πουκάμισο κοντομάνικο με τσάκιση. «Πρόβλημα» σκέφτηκα. Για να μην τα πολυλογώ, πηγαίνουμε κάπου χωρίς πολύ κόσμο και αρχίζει... Μου εξηγεί πως παίζει μονόπολη και σκράμπλ με τη μαμά και τον μπαμπά και ότι η μαμά του του αγοράζει τα ρούχα. Παίρνει το τασάκι, μου μετράει τις γόπες και με ύφος μου λέει «όταν είμαστε μαζί σε κλειστό χώρο δεν θα καπνίζεις». Έρχεται ο άνθρωπος να παραγγείλουμε. Ο μεσιέ παίρνει φυσικό χυμό πορτοκάλι -23:00 τη νύχτα-. Με τα πολλά και αφού εγώ αρχίζω να φρικάρω στην κυριολεξία, πάμε να φύγουμε. Έρχεται ο λογαριασμός και αρχίζουμε να παίζουμε πινγκ πονγκ με το χαρτάκι. Είχα καταλάβει αλλά ήταν διασκεδαστικό. Πληρώνω γιατί πόσο πέρα δώθε να φέρεις το ρημαδόχαρτο και φεύγουμε. Αυτός περνάει θαυμάσια εγώ χάλια. Τον αφήνω κάπου και εξαφανίζομαι. Από την επόμενη μέρα αρχίζει τα τηλέφωνα ότι «το συζήτησα με τη μαμά μου και με αφήνει να σε παντρευτώ». Προφανώς έχασα το μονόπετρο...
Ο Χρυσαυγίτης: Δεν του φαινόταν μέχρι που βγήκαμε. Ραντεβού στο Θησείο μεσημέρι. Πηγαίνω στο περίπτερο για τσιγάρα και όπως πάω να γυρίσω πατάω κάποιον. Ε αυτός ήταν. Θεούλης. Φορούσε καπαρντίνα μαύρη δερμάτινη μέχρι τον αστράγαλο -τύπου Ντάνκαν Μακλάουντ στο τέλος θα μείνει μόνο ένας- και ήταν κοντός. Του λέω «συγνώμη δεν σε είδα» και αυτός γελάει. Πάμε και καθόμαστε σε μια καφετέρια μικρή που ευτυχώς δεν είχε πολύ κόσμο. Μου δίνει το δώρο μου -ναι,ναι- ένα λευκό λούτρινο αρκουδάκι και αρχίζει την αφήγηση. Μου λέει λοιπόν για τους λευκούς, για τον άρχοντα των δαχτυλιδιών μέχρι που πέρασε στο ο κύριος Νίκος και η Ελένη. Και εκεί ανατρίχιασα. Του ευχήθηκα «καλή ζωή» και έφυγα. Ξέχασα το αρκουδάκι, με φώναζε να μου το δώσει (ρεζίλι στην Ερμού τύπου στάσου μύγδαλα) το πήρα και μαζί μ αυτό και ένα ταξί και πήγα στο σπιτάκι μου να συνέλθω.

Τα πρώτα ραντεβού ήταν και τα τελευταία...

Ο παρεάκιας: Πανόρμου. Μεσημέρι. Είχα ραντεβού στις 14:00. Πηγαίνω και τον βλέπω που κάθεται. Παθαίνω ένα σοκ αλλά λέω οκ θα κάτσω γιατί δεν είναι και ευγενικό. Τον βλέπω πριν πάω να κάθεται με τους φίλους του. Σηκώνεται και επιλέγει ένα τραπεζάκι που επιτρέπει στους φίλους του να έχουν θέα. Προφανώς καταλαβαίνω όπως καταλαβαίνεις κι εσύ φίλη/φίλε. Κάνω αναπάντητη στην κολλητή μου και το κλείνω. Πηγαίνω, κάθομαι και παραγγέλνω. Έρχεται ο καφές και στο μεταξύ έρχεται και το τηλεφώνημα της φίλης. Αρχίζω εγώ να μιλάω αγγλικά και το κλείνω «Χίλια συγνώμη αλλά πρέπει να φύγω. Μόλις μου έκατσε δουλειά. Πετάω για Νέα Ζηλανδία». Επειδή είμαι και καλός άνθρωπος του έδωσα και μια συμβουλή «όταν ξαναβγείς με γυναίκα τους φίλους σου άστους στο σπίτι». Παίρνω την τσάντα μου, περνάω μπροστά από τους φίλους του, κάνω και μια στροφή και τους λέω «παίδες εγκρίνετε;» και φεύγω... Ώρα 14:15... Έσπασα κάθε ρεκόρ!
Ο επιχειρηματίας: Σου λέει είμαι επιχειρηματίας. Κι εγώ πολλά θες να απαντήσεις αλλά δεν το κάνεις, γιατί είπαμε, είσαι και καλός άνθρωπος. Βγαίνω. Μεσημέρι στο «Verde» στου Παπάγου. Για να μην τα πολυλογώ ο τύπος μου είπε ότι είμαι εξαρτητική αφού καπνίζω και πίνω όταν βγαίνω έξω. Με έπιασε νευρικό. Τον έπιασαν τα νεύρα του. Με ρώτησε αν παίρνω ναρκωτικά. Του απάντησα «μόνο αν ήξερα ότι είχα να κάνω με τυπάκια σαν κι εσένα». Του πέταξα το ποτήρι με το νερό πάνω του, πλήρωσα και το καφεδάκι μου και σηκώθηκα κι έφυγα. Ακόμα το θυμούνται στο μαγαζί.... Είχα πάει πρόσφατα και με βλέπει ο σερβιτόρος «εσείς δεν είστε με το νερό...;» Εγώ εγώ...
Ο λαϊκός: Αυτός ήταν λιγάκι πιωμένος, λιγάκι ασταθής... Δεν ήταν μορφωμένος. Και δεν εννοώ Πανεπιστημιακή μόρφωση. Εννοώ κοινωνική. Γελούσε δυνατά, μιλούσε υπερδυνατά, χειρονομούσε υπερέντονα... Γενικώς είχε εξαιρετικά έντονες αντιδράσεις. Περισσότερο από όσο αντέχονται... Κάποια στιγμή κάτι είπα. Το θεώρησε μεγαλειώδες. Μου δωσε μια στην πλάτη με ξέρανε και μετά με αποκάλεσε και «ανατρεπτικιά κοριτσάρα». Πόσα χτυπήματα να αντέξω... Με ρώτησε αν θα ξαναβγούμε...«Ευχαρίστως όταν ξανάρθω Ελλάδα. Δυστυχώς φεύγω για ερευνητικό πρόγραμμα στα Γκαλαπάγκος» ήταν η απάντηση. Εκείνος έμεινε ξερός αλλά μου είπε ότι όταν ξανάρθω Ελλάδα να τον πάρω τηλέφωνο... Ναι.. Δε θα παρέλειπα...
Ο ψεύτης: Δύο περιστατικά. Το ένα. Δουλεύω στην Αρχαία Αγορά ως άτυπη ξεναγός στο μουσείο της Στοάς του Αττάλου λόγω πολυγλωσσίας. Βλέπω έναν τύπο κοντό, μελαχρινό με εξαιρετικό ντύσιμο. Συνάδελφος πληροφορούμαι. Παίζει σαξόφωνο, του αρέσει η τζαζ και φαινόταν να έχει χιούμορ. Λήγει η σύμβαση μας, έρχεται στο πόστο μου και αλλάζουμε τηλέφωνα. Με παίρνει τηλέφωνο να πάμε για ένα ποτό. Και πάμε. Και εκεί αρχίζει το παράλογο... «Διαβάζεις» με ρωτάει; Ε... όσο να πεις ανάγνωση ξέρω του λέω. Εσύ; ρωτάω... «Βέβαια» μου λέει. «Τι;» ρωτάω... «Τα πάντα» μου απαντάει. Τον ρωτάω για το αγαπημένο του βιβλίο και μου λέει «Ήταν ένα μ' ένα γλάρο που να μωρέ δε θυμάμαι και πως τον ελέγανε.. .αχ κάτσε κι είχε περίεργο όνομα...». «Τζορτζ» του λέω «Όχι πιο περίπλοκο νομίζω» μου λέει, «Τζονάθαν» του λέω, «Α να γεια σου» μου λέει. «Καλέ λέω Ιονάθαν... όχι Τζονάθαν» και δεν μιλάει. Σιωπή. Μετά με ρωτάει για θέατρο. Πηγαίνεις; Πηγαίνω. Εσύ του λέω. Ναι είχα πάει να δω Σεφερλή. Μούγγα εγώ έπινα το κρασάκι μου. Μέχρι που πήγε στις ταινίες. Βλέπεις μου λέει; Βλέπω του λέω. Αγαπημένη σου μου λέει; Μ' αρέσει η τριλογία των χρωμάτων του Κισλόφσκι του λέω. Κι εμένα μου λέει. Μια που μου το πε μια που μου ρθε η πάρεση. Ποιο χρώμα του λέω. Πανικό αυτός. «Η κίτρινη, η πορτοκαλί ή η μαύρη» του λέω γιατί είμαι και καλός άνθρωπος... Η κίτρινη του άρεσε του δόλιου... Η κίτρινη... (Η Τριλογία αποτελείται από την Άσπρη, την Κόκκινη και την Μπλε). Περιττό να πω ότι για χάρη του πήγα στο Περού.
Ο δεύτερος ψεύτης ήταν αυτός που κάθε φορά που με έβλεπε αποκτούσε και ένα επιπλέον δίπλωμα σε ξένη γλώσσα. Τη Δευτέρα το Β1, την Πέμπτη το Β2, την Κυριακή το Γ1. Ήμασταν εθελοντές στους Παραολυμπιακούς. Είχαμε πάει και σινεμά... Μεγάλη πλάκα... Γι αυτόν μετακόμισα στην Αργεντινή... Ωραίο κλίμα το Μπουένος Άιρες... Εξαιρετικόν και εύκρατον κλίμα το Μπουένος Άιρες (Καλοί Αέρηδες επί το ελληνικότερον...)
Ε μετά από αυτά όπως καταλαβαίνεις φίλη/φίλε αναγνώστη... έκανα πολυυυυυ καιρό να ξαναβγώ ραντεβού... Σκιάχτηκα η έρμη! Τελικά είναι εκεί έξω και κυκλοφορούν ανάμεσα μας... Γι αυτό προσοχή στα Alien...

Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

«Todo sobre mi madre» Η Νίνα και η Άννα

Για σένα θα γράψω σήμερα. Ή μάλλον όχι για σένα αλλά σε σένα. Σε σένα μαμά. Σε σένα που έφυγες πριν δέκα μήνες. Σε σένα που αποφάσισες ότι έκλεισες όλους τους επίγειους κύκλους. Θα ξεκαθαρίσουμε απόψε μαμά. Εσύ κι εγώ. Εγώ κι εσύ.
Εσύ που με μεγάλωσες ως έναν ελεύθερο άνθρωπο. Θυμάσαι; «Ανήκουμε μόνο στον εαυτό μας». Εσύ που πάντα φρόντιζες να μου φτιάχνεις μια πραγματικότητα διαφορετική από όλων των άλλων. Εσύ που αντί για παραμύθια μου διάβαζες Καζαντζάκη. Που τα μόνα παραμύθια που επέτρεπες ήταν η Μυθολογία. Λαθραία ο παππούς μου διάβαζε τον Αίσωπο.
Εσύ κι εγώ απόψε. Εσύ που ήθελες να γίνω δυνατή. Δεν σε ένοιαζε τίποτε άλλο. Μόνο να μορφωθώ και να γίνω δυνατή. Να είμαι αυτόβουλη. Να είμαι ανεξάρτητη. Να μην έχω όρια. Κι αν τα έχω να τα έχω θέσει εγώ. Με κάθε αυστηρότητα. Με κάθε επισημότητα.
Εσύ κι εγώ απόψε. Θυμάσαι τι μου έλεγες; Να παλεύω. Να μην επιπλέω. Να μην επιζητώ τα εύκολα και τα λιμνάζοντα νερά. Αλλά να κολυμπάω μέχρι εκεί που φτάνει η ματιά μου. Θυμάσαι;Φυσικά θυμάσαι.
Εσύ κι εγώ. Εσύ που με ήθελες στην πραγματικότητα. Στο παρόν. Στο μέλλον. Μα δεν σου άρεσε όταν με έβλεπες γειωμένη. Ούτε κι όταν με έβλεπες να ίπταμαι. Ήθελες να μπορώ να έχω διεξόδους. Εσύ κι εγώ απόψε. Εσύ που μου μιλούσες για τη δύναμη της γνώσης. Εγώ που το απορροφούσα και το αποθέωνα. Εσύ που μαζί με τον παππού μου δίνατε βιβλία. Εγώ που τα έκανα κτήμα μου.
Εσύ κι εγώ. Εσύ που με αποκαλούσες τέρας. Εγώ αυτό που έγινα. Εσύ που προσπαθούσες να επικοινωνήσεις σε μένα το πνεύμα. Εγώ που το πήρα. Εσύ που μου έλεγες ότι δεν υπάρχουν είδωλα κι εγώ που έλεγα ότι το είδωλο μου είναι ο ιδεατός εαυτός μου.
Εσύ κι εγώ. Εσύ που δυσκολευόσουν να με καταλάβεις. Γιατί χρησιμοποιούσα βαρύγδουπα. Γιατί σου φαινόμουν εξωπραγματική. Εγώ που δεν είχα άλλο τρόπο να σε κάνω να καταλάβεις. Εσύ μου έδωσες τα όπλα. Εσύ μου έδειξες τον δρόμο. Δικό σου δημιούργημα μαμά. Ακόμα κι όταν έγραφα. Εσύ με έβλεπες εξωπραγματική. Ξεχασμένη από άλλους καιρούς. Εγώ διαφορετική. Εσύ που με έβρισκες να είμαι στον κόσμο μου.
Βλέπεις έγινα τελικά αυτό που ήθελες. Δυνατή. Με τσαγανό. Έμαθα να κολυμπάω μέχρι εκεί που φτάνει η ματιά μου. Έμαθα να είμαι ανεξάρτητη. Έμαθα ή μάλλον εσύ με έμαθες να μπορώ να στέκομαι στα δικά μου πόδια. Χωρίς δεκανίκια. Έμαθα την αυτάρκεια. Έμαθα την αξιοπρέπεια. Μόνο που ξέρεις κάτι; Μου την έμαθες στην απολυτότητά της.



Εγώ κι εσύ. Εγώ που έγινα όλα αυτά που ήθελες... Εσύ που ήθελες το παραπάνω. Αυτό που αξίζει στο μυαλό μου. Εγώ που δεν έμαθα στους συμβιβασμούς. Εσύ που με κατηγορούσες ότι δεν βλέπω το γκρι. Εγώ η απόλυτη. Εσύ ο αντίποδας.
Εγώ κι εσύ. Εγώ που έμαθα να χρησιμοποιώ παράλληλες πραγματικότητες. Εσύ που ζούσες σ' αυτήν. Εσύ κι εγώ. Εσύ που με ήθελες απλή. Εγώ που σου μιλούσα με στίχους. Με δανεισμένα τσιτάτα από τον Ελύτη, τον Σεφέρη, τον Μποντλέρ, τον Μπάροουζ. Εσύ που φώναζες για τα βιβλία. Εγώ που τα υπερασπιζόμουν σαν να ταν οικογένεια.
Εσύ κι εγώ. Εσύ που από τη μία μου έλεγες ότι μπορώ να κατακτήσω τον κόσμο αν το θελήσω και απ' την άλλη το αποδομούσες. Εγώ που πάσχιζα, εσύ που ήθελες περισσότερο. Εγώ που έκανα περισσότερα, εσύ που ποτέ δεν είπες μπράβο.
Εσύ κι εγώ. Απόψε. Εσύ που με ήθελες ελεύθερη. Εσύ που με ήθελες πνεύμα ανεξάρτητο. Εγώ που έγινα. Ελεύθερη. Τόσο ελεύθερη που νιώθω σαν να είμαι σε κλουβί. Τόσο ανεξάρτητη που πλέον φοβίζω. Τόσο αυτάρκης.
Εσύ κι εγώ. Εσύ που έγινες ευάλωτη. Εγώ που είχα μάθει να στέκομαι. Να στηρίζω. Με όποιο τίμημα. Εσύ που μου ζητούσες λύσεις. Εγώ που τις έβρισκα. Αντιστροφή ρόλων. Εσύ που φρόντισες να με προπονήσεις στο περπάτημα σε τεντωμένο σκοινί χωρίς δίχτυ ασφαλείας. Εσύ που με έμαθες να δίνω. Εγώ που έμαθα να δίνω. Σε όλους. Τα πάντα. Χωρίς την προσμονή της ανταπόδοσης. Εσύ που ήθελες να είμαι πλήρης. Ευτυχής. Εγώ έκανα ευτυχία μου το χαμόγελο των γύρω μου. 
Εσύ κι εγώ. Εσύ που έφυγες. Εγώ που δεν ερχόμουν κάθε μέρα στη Μονάδα. Δεν άντεχα. Δεν μπορούσα να σε βλέπω διασωληνωμένη σε ένα κρεβάτι με σωληνάκια. Δεν ήσουν εσύ. Εσύ που πάλευες. Εγώ που έμενα έξω από τη Μ.Α.Φ. Εσύ που έδινες τη μάχη. Εγώ που σου απήγγειλα Χριστιανόπουλο. Εσύ την ώρα του χαμού. Εγώ να σου τραγουδάω το «Τζιβαέρι» και το «Γερνάω μαμά». Εσύ που ήσουν στο μεταίχμιο. Εγώ που ήθελα να βάλεις τον εαυτό σου πάνω και πέρα απ' όλα.
Στο ζητούσα μα δεν πίστευα ότι θα το έκανες. Στο έλεγα ως αντιστροφή. Μα εσύ το πήρες σοβαρά. Κι έφυγες. 23 του Δεκέμβρη...
Δεν ρώτησα ποτέ γιατί. Δεν με ενδιέφερε το γιατί. Δεν καταράστηκα. Δεν αναθεμάτισα. Τίποτα. Σιωπή. Άρχισα να δέχομαι. Πράγματα. Γεγονότα. Ακόμα κι όταν σε συνοδεύαμε στο σπίτι σου εκείνο το άχαρο το άσπρο δεν έχω εικόνα. Μόνο λέξεις... Μόνο μια λέξη «αξιοπρέπεια». Μόνο μια εικόνα. Τα δάχτυλα σου. Τίποτε άλλο. Και μετά το κενό. Ένα αδηφάγο κενό. Ένα τεράστιο κενό. Ένα πράγμα που φέρνει τη σιωπή. Δεν ξέρω γιατί σου γράφω. Ίσως γιατί απόψε ήθελα να σου μιλήσω. Ίσως γιατί παρά το χάσμα της επικοινωνίας να ήθελα να σου μιλήσω. Να ήθελα να τσακωθούμε. Να συγκρουστούμε. Να σε ελευθερώσω. Να σε αφήσω να φύγεις. Έπρεπε να σου μιλήσω. Έπρεπε να σου γράψω. Λέξεις. Λέξεις γραπτές. Οι λέξεις ελευθερώνουν. Έτσι σε ελευθερώνω κι εγώ. Σ' αφήνω να πετάξεις. Εσύ να πετάξεις. Εγώ να ζήσω. Με όποιο τρόπο. Μου το χρωστάω. Και ζω. Και θα ζω. Κι αν πληγωθώ μην ανησυχείς... Με έχεις διδάξει καλά... Ξέρω... Τις πληγές τις γιατρεύουμε μόνοι μας. Όπως τα ζώα τις γλείφουν έτσι κι εμείς τις φροντίζουμε. Ξέρω... Είχα καλή δασκάλα.
Εσύ κι εγώ. Απόψε. Για τελευταία ίσως φορά. Εσύ που μου λείπεις. Εγώ που μου χρωστάω μια ζωή. Εσύ που λείπεις. Εγώ που είμαι εδώ. Εσύ... Εσύ εφεξής θα είσαι ελεύθερη. Εσύ ελεύθερη. Εγώ ζωντανή. Εσύ η Νίνα. Εγώ η Άννα.

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

Πες τα με στυλ...!

Λένε ότι μια γυναίκα δεν επιτρέπεται να βρίζει... Λένε ότι είναι αντίθετο στη ντελικάτη φύση της να ανοίγει το στόμα και να μοιάζει με εργάτη στη Ζώνη του Περάματος που ουρλιάζει κατηγορώντας και βρίζοντας Θεούς και Δαίμονες... Όχι ότι έχω κάτι με τον εργάτη της Ζώνης... Ίσα ίσα που οι άνθρωποι είναι ήρωες κι έχουν και δίκιο... αλλά όπως συνηθίζω να λέω αυτό είναι μια άλλη κουβέντα...
Το θέμα είναι όμως ότι και μια γυναίκα την πνίγει το δίκιο. Είναι κι αυτή άνθρωπος! Δεν έχει δηλαδή δικαίωμα στην αγανάκτηση; Κι αν έχει πως θα το εκφράσει; Γιατί όλο αυτό πρέπει να αποτυπωθεί και λεκτικά... Ε δε γίνεται να το κρατήσεις μέσα σου... Στο τέλος θα σκάσεις! Όχι, φίλη! Μην αγχώνεσαι!!! Ασφαλώς και θα το εκφράσεις... Απλά αντί να κατεβάσεις όλα τα Ευαγγέλια όλων των θρησκειών θα μάθεις να το τροποποιείς λιγάκι... Έτσι ούτε τη θηλυκότητά σου θα χάσεις, ούτε λιμενεργάτης θα χαρακτηριστείς... Αντίθετα θα αποτελέσεις και παράδειγμα προς μίμηση -αν καταλάβουν τι λες- και το ενδιαφέρον θα προκαλέσεις...
Εκ πείρας μιλάω... Κι εμένα δεν μου αρέσει να βρίζω... Κάτι με ενοχλεί στο να βρίζω χύμα... Αντ' αυτού όμως έχω βρει κάτι εκφρασούλες που... όχι να το παινευτώ αλλά... και ασπροπρόσωπη με έχουν βγάλει, και το σκοπό μου πετυχαίνω και δεν χαρακτηρίζομαι... Αμεεεε... Λοιπόν άκου...
Κοινωνικός κανίβαλος: Ο κοινωνικός κανίβαλος είναι ο τυπάκος που δεν σέβεται τίποτα. Παρκάρει σε θέσεις Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες (ΑμΕΑ), ανεβαίνει στο πεζοδρόμιο με το μηχανάκι, βρίζει αδιακρίτως και μουτζώνει κιόλας. Ρίχνει όμως το βασιλικό το φάσκελο... Το θυμάσαι απ' την ταινία; Αυτό! Περπατούσα στην οδό Γκύζη με φορά προς Αλεξάνδρας στο πεζοδρόμιο. Κοιτούσα μπροστά, ευθεία, όταν ξαφνικά άκουσα έναν τύπο να ουρλιάζει και να με βρίζει... Γυρίζω και με έβριζε ο ηλίθιος επειδή ήθελε να περάσει με το μηχανάκι από το πεζοδρόμιο. Τον αποκάλεσα εγώ κοινωνικό κανίβαλο, αυτός χάθηκε στη μετάφραση, με είπε κότα και έτσι συνέχισε... Πολύ γέλιο... Η έκφρασή του όταν άκουσε το «κοινωνικός κανίβαλος» απλά δεν υπήρχε...
Πνευματικά ανάπηρος: Ναι... πλησιάζει τον κοινωνικό κανίβαλο αλλά είναι αυτός που ή θα κάνει σεξιστικό σχόλιο θεωρώντας το εξαιρετικά ευφυές με στόχο να τονίσει την εμορφιά σου ή θα πει κάτι χοντροκομένο με το οποίο θα γελάσει μόνο αυτός όμως ή θα βρει κάτι άλλο να κάνει προκειμένου να δικαιώσει τον τίτλο του. Το σίγουρο είναι ένα. Τον πνευματικά ανάπηρο θα τον ξεχωρίσεις με τη μία. Μια που θα τον κοιτάξεις και μια που θα σιγουρευτείς.
Ζώο, γίδ(ι), γελάδ(ι) αμνοερίφιο: Όταν η απόγνωση σου είναι μεγάλη δεν σου φτάνει μόνο το «ζώο». Θες και κάτι να το συνοδεύσεις. Επιτρέπω την αποκοπή του /ι/ στο γίδι, επειδή τονίζει περισσότερο την ιδιότητα. Το αμνοερίφιο το θες για να τον εντάξεις σε μια ευρύτερη και απροσδιόριστη κατηγορία. Τα ζώα είναι οι αγενείς. Είναι εκείνοι που αδιαφορούν για όλα και που τα κάνουν όλα. Είναι εκείνοι που «κλέβουν» στις ουρές αναμονής, είναι εκείνοι που δεν βλέπουν που πηγαίνουν και σε πατάνε, σε σκουντάνε στο λεωφορείο-μετρό-τραμ-τρόλεϊ-τρένο... Είναι τεράστια η κατηγορία... Και αυτούς θα τους ξεχωρίσεις... Ευκολάκι!
Ανερμάτιστη ύπαρξη: Αυτή είναι σοβαρή κατηγορία και εμπεριέχει αμαρτήματα. Είναι εκείνοι που ξεπερνούν κάθε προηγούμενο. Είναι όλοι αυτοί που κάνουν τη βιολογική τους ανάγκη όπου βρεθούν και όπου βρουν και που δεν έχουν καν τον στοιχειώδη κοινό νου να το κάνουν σε μέρος που να μην φαίνονται. Παράδειγμα φίλη, φίλε αναγνώστη... Πέρυσι. Βράδυ. Κατεχάκη και Κηφισίας προς Ισραηλινή Πρεσβεία (λογικά ξέρεις... αν όχι δεν χάνεις και κάτι). Εγώ με τον Κυριάκο (το τουτού ντε) σταματημένοι περιμένοντας το φανάρι. Βλέπω μια γυναίκα (ο Θεός να την κάνει) και ανεβαίνει στις πρώην εγκαταστάσεις του Filmnet. Γυρίζει, κοιτάει την κίνηση, κάνει και μια γκριμάτσα και τσουπ! τα κατεβάζει και ανακουφίζεται... Αηδίασε η δική μου ύπαρξη... Δεν ξέρω αν έχω σιχαθεί περισσότερο... Το ίδιο κάνουν και πολλοί ταξιντζήδες... Δεν σου χει τύχει; Τέλος πάντων. Ανερμάτιστες υπάρξεις είναι όσοι το παρακάνουν. Είναι οι χειρότεροι... Ιιιιιιιιιιιιιιιου αλλάζω γιατί ανατρίχιασα από τη σιχασιά... ιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιου....

Αυτό ακριβώς εννοώ με το στυλ...
 Καθυστερημένε, ζαβό: Είναι ευρεία κατηγορία... Χωράνε όλοι... Όχι οι καλοί... Οι άλλοι που δεν φαίνεται να καταλαβαίνουν τι λες ενώ εσύ το χεις περάσει από χίλια φίλτρα. Είναι εκείνοι που αλλού πατάνε κι αλλού βρίσκονται. Είναι εκείνοι που θα σου κάνουν μια ερώτηση και θα σε τερματίσουν. Παράδειγμα προσωπικό -πάλι-. Πριν χρόνια -όχι πολλά- στο «Ελπίς». Έχω βγάλει κύστη στη μασχάλη, παίρνω την ξαδέρφη και πάμε στο χειρουργικό τμήμα... Δεν είχα αίματα, δεν είχα τίποτε κομμένο πάνω μου. Φαινομενικά υγιέστατη. Χτυπάω την πόρτα -είμαι και ευγενής η ξανθιά- ανοίγω και με ένα χαμόγελο ρωτάω για το χειρουργικό. Ερώτηση που λαμβάνω από γιατρούς «Καλά αφού δεν έχεις αίματα τι δουλειά έχεις εδώ»... Βρε καθυστερημένε και ζαβέ άνθρωπε ήρθα να δω αν κουνιούνται τα κατάρτια... Μα πάνε καλά?! Ήμαρτον δηλαδή...
Βλαμένε, ηλίθιε, γκάου: Έλα παραδέξου το... Δεν υπάρχει περίπτωση... Σίγουρα τα χεις ξεστομίσει... Δεν παίζει... Έλα παραδέξου το... Μεταξύ μας θα μείνει... Είναι οι απρόσεκτοι ή αυτοί που σε βγάζουν ελαφρώς εκτός εαυτού... Τι να πω... Τι να πω...
Τιμωρημένε στην ανυπαρξία σου: Ναι... Το λέω κι αυτό. Τι εννοώ... Τίποτα παραπάνω από αυτό που διατυπώνω. Πρόκειται για τύπους τόσο γκάου που μοιάζουν να είναι τιμωρημένοι από το Σύμπαν. Να έχουν απεμπολιθεί από το βασίλειο των ανθρώπων. Πραγματικά. Ζουν ανάμεσά μας. Είναι κινούμενες απειλές. Είναι σαν χειροβομβίδες που τους έχει φύγει το τσούκου τσούκου (αυτό που αν το αφαιρέσεις η χειροβομβίδα κάνει μπουμ αλλά δεν μου ρχεται η λέξη). Είναι σαν να ζουν για να περιφέρονται προφανώς εις βάρος της δικής σου πολύτιμης ύπαρξης.
Λοβοτομημένε: Πρόκειται για τους τύπους και τις τύπισσες εκείνες που μοιάζουν να έχουν φύγει από φρενοκομείο αφού έχουν υποστεί λοβοτομή. Τα φαντάσματα. Τα ζούδια κατά το κοινώς λεγόμενο. Μόνο άσπρη ρόμπα δεν φορούν. Όλα τα άλλα χαρακτηριστικά είναι ταμάμ... Βραδύτητα, βλέμμα αγελάδας, κινήσεις Αγγελόπουλου... Όλα στο ρελαντί... 
Όλα τα παραπάνω ειλικρινά τα χρησιμοποιώ. Έτσι βρίζω... Με στυλ... Τις περισσότερες φορές όσοι δέχονται το δικό μου «υβρεολόγιο» με κοιτούν σαν να χω κατέβει από τον Άρη. Εντάξει αυτό ίσως και να είναι μια μακρινή αλήθεια σε ό,τι αφορά την ύπαρξή μου. Δεν καταλαβαίνουν τι λέω αλλά το ύφος μου είναι αρκετό για να τους πείσει. Γι αυτό σου λέω φίλη... Άσε τα σόκιν και πιάσε τα «κουλτουρέ». Και ο κόσμος μασάει απ' αυτά και εσύ παραμένεις κυρία με το /κ/ κεφαλαίο και στο ύψος είτε του φλατ σου είτε του στιλέτου σου...
Α και κάτι για το τέλος.. .Τα παραπάνω μπορούν να συνδυαστούν άψογα. Μπορείς, δηλαδή, να αποκαλέσεις κάποιον «βρε γίδι καθυστερημένε, ανερμάτιστη ύπαρξη, ζαβέ»... Το καλό μ' αυτά είναι ότι μπορείς να αυτοσχεδιάσεις και να βρεις κι άλλες εκφράσεις που να σε κάνουν πιο... έντονη. Βάλε φαντασία την ώρα που θα τα λες και θα δεις... Δοκίμασέ το και έλα μίλα μου ή μάλλον κάνε μου σχόλιο να μου πεις τι έγινε...

Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014

Ο «Aυτισμός» και η Φύση

Πριν προχωρήσω στο κυρίως κείμενο, θα πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι αυτό δεν έχει αντικείμενο του τους πάσχοντες από αυτισμό ή οποιοδήποτε σύνδρομο της συγκεκριμένης νόσου. Τα άτομα με αυτισμό χρήζουν της προσοχής και της φροντίδας μας και σε καμία περίπτωση την λύπη ή τον οίκτο.
   Ας γίνει, λοιπόν, αρχικά ο ορισμός της λέξης αυτισμός. Πέραν της κυριολεκτικής σημασίας, που δεν είναι άλλη από τη νόσο, για το παρόν κείμενο, ως αυτισμό θα χαρακτηρίσω την ιδιότητα του υποκειμένου να επιμένει σε μια συγκεκριμένου τύπου συμπεριφορά εξαιρετικά ξένη προς το περιβάλλον που -για τις ανάγκες του παρόντος- θα βρεθεί. Εν προκειμένω, πρόκειται για την μη ικανότητα του υποκειμένου να ενσωματώνεται και να εναρμονίζεται με το φυσικό περιβάλλον. Ως αυτιστικό -εντός εισαγωγικών- θα χαρακτηριστεί το άτομο εκείνο που επιμένει να ακολουθεί συγκεκριμένο τρόπο σκέψης και φέρεσθαι σε όλα τα περιβάλλοντα, ώντας ανίκανο να συγχρονιστεί με το εκάστοτε περιβάλλον. Πρόκειται για άτομα εγκλωβισμένα στο ατομικό τους είναι. Για άτομα που δεν μπορούν να αποχωριστούν την αστικότητα τους. Που η ευγένεια τους ενδέχεται να γίνει αντιληπτή ακόμα και ως αγένεια αφού επιμένουν τόσο σχολαστικά σ' αυτή που ο δέκτης της πράξης φτάνει να απορεί αν εισπράττει ειρωνεία, ευγένεια ή αγένεια.
   Επειδή το κείμενο αφορά τη συμπεριφορά του χαρακτηριστικού του «αυτισμού», όπως αυτός ορίστηκε νωρίτερα, σε ένα φυσικό περιβάλλον, θα ήταν χρήσιμο να αναφερθεί και η αστικότητα του ατόμου. Τέτοιου τύπου αυτιστική συμπεριφορά ακολουθούν τα άτομα που προέρχονται από μεγαλοαστικά περιβάλλοντα. Από περιβάλλοντα που απέχουν παρασάγκας από το φυσικό. Άτομα που όταν βρίσκονται στη Φύση θα την παρατηρούν με μια ελαφρότητα και συνάμα παιδικότητα. Ένα έλατο, παραδείγματος χάριν, για τα άτομα αυτά παίρνει μεγαλύτερη αντιληπτική αξία. Όχι επειδή δεν έχουν δει κάτι αντίστοιχο στη ζωή τους αλλά επειδή δεν το έχουν δει στο φυσικό του περιβάλλον. Αναμφίβολα ένα ελατοδάσος μαγεύει τον επισκέπτη. Ο αυτιστικός αστικός χαρακτήρας, ωστόσο, θα προβεί σε επιφωνήματα, θα μείνει με το στόμα ανοιχτό ενώ θα αναφωνεί λέξεις θαυμασμού όπως «τέλεια, μοναδικά, υπέροχα». Και αυτό όχι επειδή είναι λεξιπενής αλλά επειδή εκείνη την ώρα δεν θα γνωρίζει τον ενδεδειγμένο τρόπο αντίδρασης. Εξαιτίας της απουσίας τέτοιου τύπου προσλαμβανουσών.
Έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον η παρατήρηση της οντότητας ενός τέτοιου τύπου ανθρώπου στη Φύση. Εκεί που όλα υπάρχουν σε μια τάξη αλλά και σε μία αταξία αν όχι αναρχία παράλληλα. Η χλωρίδα και η πανίδα ενώ μοιάζουν να συνυπάρχουν με έναν καταπληκτικό τρόπο κρύβουν εσωτερικές συγκρούσεις. Οι συγκρούσεις αυτές μας επιτρέπουν να παρατηρούμε τις αλλαγές που αλυσιδωτά συμβαίνουν και να καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι  όλα αφορμώνται από τη Φύση. Το δίκαιο, η ζωή, οι νόμοι, η φιλοσοφία ακόμα και η ποίηση. Η Φύση λοιπόν είναι ζωοδόχος. Δίνει ζωή και διατηρεί τη ζωή.
Απορίας άξιον λοιπόν το γεγονός της ύπαρξης ανθρώπων που δεν μπορούν να λειτουργήσουν στο πλαίσιο της. Πως είναι δυνατόν να ακολουθείται ένας φυσικός ρόλος ζωής και να μην μπορεί κάποιος να ενταχθεί σ' αυτόν ως οντότητα; Να τρομάζει κάθε φορά που θα δει μια μέλισσα, ένα σερσέγκι, έναν αχινό, ένα φίδι... Όλα αυτά είναι μέρος του φυσικού. Κι όμως ο αυτιστικός άνθρωπος επιλέγει τη φύση ως περιβάλλον θεωρώντας ότι η φράση «πάμε στη φύση» αρκεί ώστε να νοιώθει αυτήν την αφομοίωση;
Το να προκαλεί ένα συγκινησιακά όμορφο τοπίο την ανάγκη των δακρύων είναι κατανοητό. Το να παρατηρείται, ωστόσο, το υποκείμενο να συμπεριφέρεται με μια συγκεκριμένη συμπεριφορά απέναντί στο τοπίο -να γυρίζει συνεχώς το κεφάλι, να προσπαθεί να καταλάβει το μέρος που βρίσκεται, να δείχνει με το δάχτυλο μια λεπτομέρεια και να ενθουσιάζεται- προκαλεί ερωτηματικά. Το να μην μπορεί να αφεθεί στους ήχους της Φύσης, όπως τα πουλιά, ο αέρας, ο ήχος της θάλασσας και των πεσμένων φύλλων αλλά να εντοπίζει με ευκολία τον σκληρό βιομηχανικό ήχο, αυτό είναι μάλλον προβληματικό. Ή μήπως όχι;


Ένα τέτοιο άτομο μπορεί να αντιμετωπίζει τη Φύση με απλοϊκό ή και με παιδαριώδη τρόπο, ωστόσο ενδέχεται να την πλησιάσει. Δεν μπορώ να πω ότι μπορεί να ενσωματωθεί αλλά μπορώ να χρησιμοποιήσω το ρήμα «πλησιάσει». Γιατί ακόμα κι αυτό το αυτιστικό υποκείμενο είναι φυσικό προϊόν. Προέρχεται από μια φυσική διαδικασία. Για τη γέννηση του ακολουθείται η Φύση. Η ηδονή. Η ηδονή δεν είναι ξένη προς τη φύση. Η ίδια η φύση βρίσκεται σε μόνιμο οργασμό. Γεννά και αναγεννά είδη. Επομένως, ως μια πρώτη και ίσως απλοϊκή απάντηση θα μπορούσε να ιδωθεί αυτή ακριβώς η παρατήρηση. Ό,τι ακόμα και αυτό το υποκείμενο είναι μέρος της. Ίσως ακούσια. Είναι όμως. Από τη στιγμή που ακολουθείται η φυσική κατάσταση για τη γέννησή του λαμβάνει έτσι μια ατέρμονη σχέση με τη Φύση και το φυσικό.
Ένας αυτιστικός χαρακτήρας που δεν μπορεί να πλησιάσει αυτό που οι -ας τους ονομάσουμε- «αστοτραφείς» ονομάζουν «ζουζούνια» ενώ οι ειδικοί και εξοικειωμένοι ονομάζουν έντομα, δεν είναι ότι τα αποφεύγει από σιχασιά. Τα αποφεύγει, διότι στο περιβάλλον που έχει αναπτυχθεί τέτοια είδη εξέλειπαν. Σερσέγκια και άλλα συναφή είδη δεν απαντώνται συνήθως στα μεγάλα αστικά κέντρα. Ένας χαρακτήρας μη εξοικειωμένος, παρθένος σε τέτοιες συνθήκες είναι φυσικό να τα παρατηρεί έντρομος. Ο αυτιστικός όμως θα προβεί σε ενέργειες άσχημες όπως τεντώματα, νευρικές εκδηλώσεις ή ακόμα και ουρλιαχτά. Καθόλου καθυπερβολή σχήμα. Ακόμα και σ' αυτήν την περίπτωση, ωστόσο, η Φύση λειτουργεί υπέρ του άσχετα αν το υποκείμενο δεν το αντιληφθεί.
   Προσωπικά μιλώντας, αυτισμός και φύση είναι δύο έννοιες συμβατές. Είναι αναγκαία συμβατές προκειμένου να υπάρξει ισορροπία. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί τη φύση και η φύση δεν μπορεί να αρνηθεί κανέναν. Το θέμα δεν είναι πόσο συμβατές είναι οι δύο αυτές έννοιες. Κι αν θέλαμε παράδειγμα, ίσως μπορούσαμε να παρουσιάσουμε εκείνο της ύπαρξης και της ζωής. Έννοιες τόσο συγγενείς που τελικά μοιάζουν ξένες. Έστω κι αν έχουν την ίδια βάση. Έστω κι αν η μία προϋποθέτει την άλλη. Όπως δεν μπορούμε να μιλάμε για ύπαρξη χωρίς ζωή έτσι δεν μπορούμε να αποκλείσουμε και ένα αυτιστικό υποκείμενο από τη Φύση.
Η εννοιολογία δεν είναι σκόπιμο να αναληθεί στο εν λόγω κείμενο. Αυτό που σαν στόχο είχε και εξακολουθεί να έχει το συγκεκριμένο κείμενο είναι το να αποδοθεί μια αποκατάσταση του γραφικού αυτιστικού χαρακτήρα απέναντι σ' αυτό το ζωηφόρο και αειφόρο σύστημα που ονομάζεται Φύση. Αν λοιπόν η Φύση χαρίζει ζωή τότε ο αυτισμός είναι ίδιον χαρακτηριστικό της. Προκύπτει απ' αυτήν με όλη του τη δυσαρμονησία, με όλη του τη δυσμορφία. Είναι μέρος της. Αναπόσπαστο. Δεν μπορεί να απομονωθεί απ' αυτήν. Όπως και δεν μπορεί να απορροφηθεί απ' αυτήν.
Το αυτιστικό υποκείμενο θα πρέπει να μάθει εκ νέου τη διαδικασία. Με τον ίδιο τρόπο που έμαθε το αστικό περιβάλλον. Με τον ίδιο τρόπο που αφέθηκε στην αστική ευγένεια. Θα πρέπει να προσεγγίσει τη Φύση αργά και σωστά. Ακολουθώντας τον Φυσικό τρόπο της εξέλιξης. Τη γνώση και την άφεση. Ο αυτιστικός χαρακτήρας ενέχει ενεργό ρόλο στη Φύση ακόμα και εν αγνοία του. Και αυτό το στοιχείο είναι το πιο αληθές όλων.
Οι άνθρωποι με τα όποια χαρακτηριστικά προερχόμαστε και καταλήγουμε σ' αυτήν. Ακόμα και οι αυτιστικοί. Όσο ο αυτισμός αυτός θα μπορεί να προξενεί συναισθήματα στα υποκείμενα που τον φέρουν ως χαρακτηριστικό τόσο η Φύση θα ενδυναμώνεται και τόσο το υποκείμενο θα ανακαλύπτει ένα άγνωστο προς εκείνο στοιχείο. Την εγγύτητα του προς αυτήν.

Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2014

Αρσενικά Παλιάς Κοπής

«Πάντα θα έχουμε το Παρίσι», «Ανέβαινα από τη σκάλα σκαλί σκαλί ενώ εσύ κατέβαινες με το ασανσέρ», «Ειλικρινά αγαπητή μου δε δίνω δεκάρα», «Έσβηνα ονόματα... Στο δικό σου έβαλα ερωτηματικό», «Δέξου με όπως είμαι. Μόνο τότε μπορούμε να ανακαλύψουμε ο ένας τον άλλον»...
Αφιερωμένο σε σένα φίλη το σημερινό... Σε σένα. Μην νομίζεις ότι δεν σε ξέρω...Σε ξέρω γιατί σαν κι εσένα είμαι κι εγώ... Ναι, ναι... Νομίζεις ότι δεν ξέρω τους παρατεταμένους αναστεναγμούς που αφήνεις όταν κοιτάς άντρες με /α/ κεφαλαίο; Νομίζεις ότι δεν γνωρίζω πόσο σφίγγεις το μαξιλάρι, πάπλωμα ή ό,τι έχεις εύκαιρο όταν παρακολουθείς τα αγόρια που έπονται; Πλανάσαι πλάνην οικτράν... Φυσικά ξέρω... Όπως ξέρω ότι παρακαλάς να γνωρίσεις έναν σαν αυτούς... Μόνο που δυστυχώς αυτοί αφενός παρήλθαν ανεπιστρεπτί και αφετέρου ήταν ρόλοι...
Έλα όμως που αυτές οι ταινίες ή μάλλον οι πρωταγωνιστές αυτών των ταινιών διαμόρφωσαν τα θέλω σου... Κάτσε αναπαυτικά, αν καπνίσεις άναψε ένα (θα σου χρειαστεί, trust me), διάβασε και βλέπε...

Ε ναι... Είναι ο Ρικ... Ο Ρικ, κατά κόσμον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ (ή Μπόγκι) ανάλογα την οικειότητα που έχεις αναπτύξει μαζί του... Ο τύπος που η αγάπη τον οδήγησε στο Μαρόκο, στην Καζαμπλάνκα όπου άνοιξε ένα μπαρ. Την ιστορία του την ξέρεις. Έλα όμως που η Ίλντα τον βρήκε... Τυχαία; Μπα... Τον βρήκε για να του θυμήσει ότι η ιστορία τους δεν είχε τελειώσει. Άντρας. Πληγωμένος. Θυμωμένος. Εγωιστής. Που όμως φίλη αναστενάζεις κάθε φορά που σου θυμίζει το Παρίσι... Κάθε φορά που βλέπεις ότι εκείνος την βοήθησε. Την υπερασπίστηκε. Έβαλε εκείνη πέρα και πάνω απ' όλα. Την έσωσε για να σωθεί. Εκείνη η σκηνή στο αεροδρόμιο... Είναι... Είναι... Είναι...


«Γυριιιιιιιιισατε...?» Εδώ πάμε στα παιδιά τα δικά μας... Αλέκος Αλεξανδράκης στην ταινία «Δις Διευθυντής». Πως να τολμήσει ο άμοιρος Αλέκος ή Αλεκούκος ή Παλιοαλέκος ότι η δεσποινίς Διευθυντής θα μπορούσε να τρέφει αισθήματα για κείνον... Υπομηχανικός αυτός... Διευθύντρια αυτή... Έλα όμως που ο έρωτας δεν κοιτά τίτλους. Κι ο δυστυχής άρχισε να καταρτίζεται για να κάνει εντύπωση. Και στο τέλος τα κατάφερε... Μόνο που άργησε... Αρσενικό. Ειδικά εκεί που θέλει να της βάλει τα δύο πόδια σε ένα παπούτσι... Ξέρω τι σκέφτεσαι φίλη αναγνώστρια... Να βρισκόταν ένας τέτοιος και για σένα... Αρκεί να ήξερε να το κάνει... Κι ας μην ήταν και υπομηχανικός... Ξέρω βρε παιδί μου... Ξέρω... Α ρε Αλέκο... Σερνικό... Ναι μεν τη Βίκυ την αχαρακτήριστη που όπως έλεγε η ξαδέρφη Αθηνά ήταν τόσο «ασήμαντη ώστε να κάνει εντύπωση» αλλά έμενε ο δόλιος με τον κρυφό και ευσεβή του πόθο. Και στο τέλος...ε... τα κατάφερε ο άτιμος...

Μπορεί «αύριο να είναι μια καινούργια μέρα» αλλά βάζω στοίχημα ότι το «πραγματικά αγαπητή μου δεν δίνω δεκάρα» (frankly dear I don't give a damn για τους αγγλομαθείς) ο Ρετ Μπάτλερ ή Κλαρκ Γκέιμπλ αν προτιμάς σε έχει σημαδέψει... Και ξέρω και γιατί σε συγκινεί. Γιατί αγαπητή μου, ο άνθρωπος έλιωνε. Έλιωνε σαν το κεράκι της Λαμπρής. Την έβλεπε την Σκάρλετ και την ήθελε. Δεν το κρυψε. Τη διεκδικούσε ανοιχτά. Της έδινε ό,τι ήθελε. Τη ζητούσε. Τη ζήλευε. Με λίγα λόγια την αγαπούσε. Και το έκανε φανερά. Σκληρός για τους άλλους, τυρί κρέμα για την Σκάρλετ. Κι αυτή η σκύλα -συγνώμη Βίβιαν αλλά ήσουν- τον είχε του πεταματού για τον βουτυρομπεμπέ. Αδικία από τον Ύψιστο. Τέτοιον άντρα που χει γίνει χαλάκι στα πόδια σου ε δεν τον διώχνεις... Μέχρι που ο Ρετ τα δε όλα τα τεύχη μαζεμένα και σιχτίρησε... Για να φτάσει η τελική σκηνή και να αδιαφορήσει. Να αδιαφορήσει και να φύγει. Το τι χαρά έκανα όταν έπεσε το βόιδι στη σκάλα κλαίγοντας δε λέγεται... Κι εσύ ε; Ήμουν σίγουρη...

Εντάξει... Εντάξει... Τα λόγια είναι περιττά. Νίκος Κούρκουλος. Μια ιστορία με ονοματεπώνυμο. Λιποθυμάς με τη φωτογραφία του. Τον θυμάσαι στη «Λόλα»; Εκεί που ήταν το έτερον ήμισυ της Καρέζη και που ο Παπαγιανόπουλος του την έστησε; Όταν ο Άρης -το πρώτο μαχαίρι στην Τρούμπα- αποφυλακίστηκε πήγε να βρει εκείνη. Ευθυτενής. Λιγομίλητος. Σίγουρος. Έτρεμε το φιλοκάρδι του του έρμου η αλήθεια είναι αλλά ήταν τόσο εγωιστής που δεν έπρεπε να φανεί. Σίγα μην έδινε την ευχαρίστηση να δουν τι ένιωθε. Το ζητούμενο του ήταν εκείνη. Για κείνη ξαναγύρισε στην Τρούμπα. Και τα βλέμματά τους στο ξενοδοχείο ήταν μαχαίρια... Λιγώνεσαι ε; Ε σε νιώθω. Και μετά την πίστεψε. Άντρας συναισθητικός. Άντρας που δεν περιμένει λόγια. Ξέρει να διαβάζει συναισθήματα. Είναι εκείνος που γνωρίζει μέσω του συναισθητισμού. Νιώθει την άλλη. Αχ... Όνειρο δεμένο στο μουράγιο και τα συναφή φαντάζομαι λατρεμένα τραγούδια...ε; «Ψυχή βαθιά» κούκλα που έλεγε κι ο συγχωρεμένος ο Φέρμας... Ααααχ....

Εκπρόσωπος από Ιταλία. Ο ένας και μοναδικός. Ίσως και ο καλύτερος. Όχι ότι οι προηγούμενοι είναι υποδέστεροι... Αλλά όταν μιλάς για τον αντιήρωα Μαρτσέλο Μαστρογιάνι ε οι άλλοι λιγουλααααακι μικραίνουν... Συγνώμη... Αδυναμίες. Ταινίες του μάλλον δεν θα θυμάσαι εκτός ίσως από το «La Notte» ή το «8 1/2»... Το εξαιρετικό με τον Μαρτσέλο είναι ότι ενώ δεν τον θυμάσαι για τις ταινίες του τον θυμάσαι για τη γοητεία του. Έχει τη διακριτική γοητεία του αρσενικού. Του σίγουρου άντρα. Εκείνου που ξέρει ότι είναι γοητευτικός αλλά δεν έχει ανάγκη να το πουλήσει. Συνεπής, κύριος, ευγενής... Χαρακτηριστικά που τον καθιστούν αρσενικό παλαιάς κοπής... Γιατί πως να το κάνουμε... Τέτοιος ήταν... Αγαπημένο το «8 1/2». Θυμάσαι; Είχε τη σοφιστικέ σύζυγο, την επιφανειακή ερωμένη, την μούσα του για τον οποίο είναι το ιδεατό αλλά άπιαστο όνειρο, ενώ παράλληλα ήθελε και τις φίλες των φίλων του. Και πάλι κακία δεν του κρατάς γιατί είναι ο Μαρτσέλο... Και σκέφτεσαι να τον είχες κι εσύ κι ας ήσουν οποιαδήποτε θα παρήλαυνε από τη ζωή του... Αυτό δεν σκέφτεσαι; Έλα πες την αλήθεια... Μεταξύ μας είμαστε... Ξέρω πόσο θες τον Γκουίντο ή Γκίντο (συγνώμη δεν γνωρίζω Ιταλικά) στη ζωή σου...


Οι Φυλές των Δρόμων...

Ξυπνάς το πρωί με εξαιρετική διάθεση. Κάνεις το μπάνιο σου, γίνεσαι κουκλίτσα, παίρνεις τσάντα, κλειδιά, πορτοφόλι και κινητό και μπαίνεις στο αυτοκίνητο. Βάζεις το cd που σου αρέσει, βάζεις μπρος και φεύγεις πάντα με εξαιρετική διάθεση... Αλλά γρήγορα διαπιστώνεις ότι αφενός δεν είσαι μόνη με τον Κυριάκο (το αυτοκινητάκι μου το λέω Κυριάκο) και αφετέρου ότι είσαι η μόνη με πολύ καλή διάθεση... Μια ματιά στους οδηγούς των αυτοκινήτων θα σε πείσει...
Ο βιαστικός: Συνήθης τύπος... Οδηγεί νευρικά... Έχει και ρυτίδες έκφρασης... Τρέχει σαν να κάνει test drive στη Μόντσα της Ιταλίας.. Το αυτοκινητάκι του πηγαίνει πότε δεξιά πότε αριστερά εννοείται χωρίς φλας γιατί απλά μπορεί... Είναι ο τύπος που κινείται σε όλες τις λωρίδες γιατί μπορεί ενώ αγαπημένο του αξεσουάρ είναι η κόρνα...
Ο άνετος: Χέρι έξω απ' το παράθυρο -όλο όμως το χέρι όχι το μισό ή ο αγκώνας- χαλαρή μουσική, παίρνει τη μεσαία και πάει... Δεν καίγεται στο γκάζι... Δεν καίγεται γενικώς... Πάει ήρεμα, χαλαρά κι από δω παν κι οι άλλοι...

Ο κορτάκιας: Τι να πεις... Αγαπημένο του οδικό σημείο το φανάρι και λατρεμένη του στιγμή η κίνηση... Κοιτάζει γύρω γύρω... Συνήθως μεσαία λωρίδα για να έχει εποπτεία και της αριστερής και της δεξιάς (λωρίδας... τι φαντάστηκες?!) Γυρίζει, χαμογελάει, καρφώνεται, κλείνει και κανά ματάκι κι αν είναι και σταμάτα ξεκίνα μπορεί να πει και καμιά κουβέντα... Αγαπημένο του αξεσουάρ οι προσωπικές κάρτες που έχουν τηλέφωνο, φαξ, κινητό, μέιλ και διεύθυνση φέισμπουκ... Μην ξεχνιόμαστε... Τελευταία έχουν και twitter...
Ο προσεκτικός: Δεξιά λωρίδα φυσικά... Και τα δύο χέρια στο τιμόνι, το κάθισμα κολλημένο μπροστά με το στήθος να ακουμπάει στο τιμόνι, μπορεί και να φοράει γυαλιά μυωπίας για καλύτερη οπτική. Αυτοκίνητο γυαλισμένο, κερωμένο, του κουτιού... Τον ξέρεις τον κυριούλη... Είναι εκείνος που στο πορτ παγκάζ έχει φτερό και ξεσκονίζει το όχημα με κάθε ευκαιρία... Πάει αργά... Ποοοοολύ αργά όμως... Πιο αργά κι από πλάνο του Αγγελόπουλου...
Ηλικιωμένοι: Δεν ανήκουν σε καμία κατηγορία... Είναι κατηγορία μόνοι τους... Ό,τι αυτοκίνητο κι αν οδηγούν αν είναι άνω των 70 είναι ίδιοι... Μπαίνουν στο αυτοκίνητο με τον αέρα που έμπαινε ο Αλεξανδράκης στο κάμπριο και ξεχύνονται στους δρόμους... Ενίοτε φορούν και καπελάκι... Είναι όμως παλικάρια... Φωνάζουν (βρίζουν κιόλας), με το γκάζι το λέει η περδικούλα τους ενώ παράλληλα με την οδήγηση κοιτάζουν και γύρω γύρω... Αγαπημένο είδος ο ηλικιωμένος κορτάκιας... Μου χει τύχει φίλοι... Μου χει τύχει και ε... να βλέπεις ηλικιωμένο να τρώει τυρόπιτα και να φωνάζει (μάλλον βαρύκοο το πουλάκι μου) «πωπω καυλομουρίτσα» (ναι ναι έτσι ακριβώς) δεν είναι και ό,τι πιο κολακευτικό... άλλη ιστορία... άλλη φορά...
Γυναίκες: Εδώ είμαστε. Μια στάση εδώ παρακαλώ. Δεν θα χορέψω ζεϊμπέκικο όπως ο Μητροπάνος αλλά έχω να πω... Ώρες ώρες απορώ γιατί εμείς οι γυναίκες οδηγούμε... Είμαστε καταστροφή. Πρωί Κηφισίας. Πρωί όμως δλδ 7:30 το πρωί. Ύψος Κανατάδικα... Άδειοι οι δρόμοι εγώ αριστερή λωρίδα. Μπροστά μου τζιπ. Πήγαινε με 20-30. Ο λόγος; Η μαντάμ βαφόταν... Ναι ναι έβαζε μάσκαρα η γλυκειά μου και έπρεπε να καθυστερήσει οοοοοοοοοοοολη η λωρίδα... Ε μην ξεφύγει... Ντροπή... Είπα τζιπ? Ναι... Αν δεις όχι στον ύπνο σου αλλά μπροστά σου ή δίπλα σου γυναίκα με τζιπ κάνε ό,τι μπορείς για να την αποφύγεις... Δεν ξέρω γιατί αλλά γυναίκες με τζιπ είναι ό,τι και η Ναπάλμ για το Ναγκασάκι... Καταστροφή...

 
 Ο νέος: Ο καημένος του δρόμου... Έχει το «Ν» πίσω στο τζάμι και πηγαίνει... Πού πηγαίνει μπορεί και να μην ξέρει αλλά πηγαίνει... Θα τον συναντήσεις πίσω από λεωφορεία, τρόλει, ΛΕΑ, ΣΕΑ και λοιπές λωρίδες... Πρόσεχέ τον...
Ο μηχανάκιας: Οι μύγες των δρόμων... Λειτουργούν σαν το Kinder έκπληξη... Δεν ξέρεις από που θα σου ρθει... Από δεξιά, από αριστερά, από πίσω? Πλευρικά? Δεν ξέρεις... Απλά έρχονται... Έρχονται από το πουθενά και απαιτούν να κάνεις και πιο πέρα για να περάσει... Και το κράνος όχι στο κεφάλι γιατί θα χαλάσει το μαλλί...
Ο κλαμπάτος: Αυτοκίνητο χαμηλωμένο, μουσική τέζα δυνατά... Μουσική τέλος πάντων αυτό το ντάπα ντούπα... Κινητό κλαμπ... Ηχεία στις πόρτες, ηχεία στο πίσω κάθισμα, ηχεία στο πορτ παγκάζ ηχεία παντού... Τι να πεις...
Ο αναλφάβητος: Είναι ο τύπος που το δίπλωμα το πήρε νύχτα... Που δεν ξέρει ότι το STOP σημαίνει σταματώ. Σταματώ και περιμένω να περάσει ο άλλος. Ή σταματώ, ελέγχω και περνάω αφού βεβαιωθώ ότι δεν έρχεται άλλο τροχήλατο όχημα. Οι αναλφάβητοι βλέπουν απλώς το σχήμα. Το θαυμάζουν και περνάνε. Κι όποιον πάρει ο χάρος... Δε βαριέσαι... Αγαπημένη ατάκα «μα είναι σημείο αυτό για να το βάλουν»... Θου Κύριε...
Όταν όλοι αυτοί κυκλοφορούν δίπλα σου έχουν άδικο μετά οι ταξιντζήδες (θα επανέλθω σ' αυτούς σύντομα) που έχουν κομποσκοίνια, εικόνες του Αγίου Χριστόφορου (προστάτης των οδηγών), φωτογραφίες και εικόνες του Παϊσιου και της Παναγίας; Έχουν?! Ε?! Όχι βέβαια...

Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

Ποτέ την Κυριακή

«Ποτέ την Κυριακή»... Εξαιρετική ταινία. Απίστευτη ταινία με τη μοναδική Μελίνα υπό τας οδηγίας του Ζιλ Ντασέν... Τίτλος σύνθημα. Γι αυτό τον επιλέγω κι εγώ. Ποτέ την Κυριακή και για μένα λοιπόν.
Η Κυριακή κι εγώ δεν τα πήγαμε ποτέ καλά. Ούτε εγώ τη συμπαθώ ούτε κι εκείνη εμένα. Έχουμε μια σχέση μάλλον περίεργη. Όπως έχω με την κουζίνα και με τα μαθηματικά. Βέβαια τα δύο τελευταία αποφεύγονται ενώ την Κυριακή δυστυχώς και να θες δεν μπορείς να την αποφύγεις.
Από μικρή είχα μια απέχθεια στην συγκεκριμένη μέρα. Μου φαινόταν πάντα σκοτεινή. Σαν μια κοντή, ηλικιωμένη, μαυροφορούσα γυναίκα με έντονες ρυτίδες στο πρόσωπο και κεφαλομάντηλο. Μη με ρωτήσεις γιατί. Ειδικά όταν βράδιαζε. Εκεί να δεις. Με έπιανε ένα λίγωμα ξέρεις μεταξύ στήθους και λαιμού. Ένα πλάκωμα.
Ένιωθα χαζή τις Κυριακές. Κι ακόμα νιώθω. Δεν με πήγαν ποτέ. Από μαθήτρια. Από την ώρα που ερχόταν το κυριακάτικο πρωινό. «Ξύπνα Άννα, έχεις επανάληψη στα δευτερεύοντα», γιατί τα πρωτεύοντα τα χα κάνει από την Παρασκευή. Εμ.. Πώς θα πήγαινα για ψώνια το Σάββατο αν δεν είχα κάνει τα μαθήματα της εβδομάδας από την Παρασκευή... Παράνοια που έβγαινε πάντα σε καλό...Και το βράδυ η ώρα της «Αθλητικής Κυριακής»... Αυτό δεν παλευόταν με τίποτα... Αλλά ό,τι δεν μπορείς να αποφύγεις, απόλαυσε το...

 Ακόμα κι όταν ενηλικιώθηκα αυτό το αίσθημα δεν έφυγε ποτέ. Όλα μου πάνε «κάπως» τις Κυριακές. Το χω παρατηρήσει. Αστοχίες λεκτικές, λάθος πράξεις, λάθος στάσεις... Όλα λάθος τα κάνω τις Κυριακές. Τσακωμοί, στησίματα, σκέψεις... Όλα μου προκύπτουν Κυριακές. Πρώτη φορά έστησα άνθρωπο στη ζωή μου κι ήταν η μέρα Κυριακή.
Δεν με θέλει η Κυριακή σου λέω. Ε ούτε εγώ τη θέλω... Είναι αδρανής η Κυριακή. Στερεοτυπική. Έχει ρουτίνα. Τώρα, βέβαια, θα μου πεις γιατί δεν την αλλάζεις. Έχεις δίκιο θα σου πω. Αλλά τι να κάνω... Τι να κάνω που κάθε αλλαγή που πάω να κάνω προκύπτει τόσο σουρεαλιστική σαν ταινία του Άλεν ή του Αλμοδόβαρ -στην καλύτερη περίπτωση- στη χειρότερη ωσάν του Ιονέσκο...
Οι μόνες Κυριακές που έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον είναι οι εκλογικές... Α εκεί είναι η καλύτερη μου... Το φχαριστιέται η ψυχή μου -ιδίως αν τα αποτελέσματα είναι συμφέροντα... Μ αρέσουν αυτές οι Κυριακές γιατί έχουν κίνηση, φεύγουν από το συνηθισμένο και έχεις να πεις και να κάνεις...
Το φάντασμα της Κυριακής με έχει στοιχειώσει. Άλλα θέλω να πω άλλα λέω, άλλα θέλω να κάνω άλλα κάνω, άλλα θέλω να γράψω κι άλλα γράφω... Γενικώς ένα «άλλα»...
Δεν είναι μέρα αυτή... Είναι μαρτύριο... Άσε που σκέφτεσαι αυτά που έχεις να κάνεις από βδομάδα και σε πιάνει ένα πράγμα... πωωωωω... απάλευτο. Και ψυχοπλακώνεσαι. Και μετά βγαίνεις το βράδυ για ένα ποτό, για ένα ηδύποτο για ένα απεριτίφ βρε αδερφέ. Και κάθεσαι με τους φίλους ή τις φίλες και κοιτάς γύρω γύρω και είναι όλοι σαν Μεγάλη Παρασκευή. Και η κουβέντα πάει αναγκαστικά στην εβδομάδα που μπαίνει. Πρόσεξε. Όχι στη Δευτέρα... Στην εβδομάδα συνολικά. Και μετά έρχεται και ο επίλογος της βραδιάς «Πηγαίνουμε γιατί αύριο έχω πρωινό ξύπνημα;» Χάλια φίλη/φίλε η Κυριακή, χάλια. Τραγική. Δεν σώζεται με τίποτα... Ε τι... Νομίζεις τυχαίος ο τίτλος της ταινίας; Δεν νομίζω...

Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014

Ο Έρωτας και η Άννα

«Έρωτας σημαίνει να περπατάς με δεμένα μάτια στο χείλος του γκρεμού» είπε ο Γιουσούφ Λιβανελί... Δίκιο έχει ο άνθρωπος... Κρίνοντας εξ ιδίων τουλάχιστον...Κάπως έτσι «την έπαθα» κι εγώ... Κάπως έτσι βρέθηκα κι εγώ στο χείλος αν όχι λίγο πιο πέρα. Ναι, ναι ερωτεύτηκα.
Ξαφνικά. Κατακούτελα. Εκεί που ήταν το τελευταίο που περίμενα. Ό,τι είχα χάσει τη μητέρα μου, ό,τι είχα σπάσει το πόδι, ό,τι είχα γνωρίσει συγγενείς που δεν ήξερα ποτέ. Και κάπου τον Μάρτιο τσουπ...προέκυψε... Χωρίς να το καταλάβω, χωρίς να το περιμένω... γενικά χωρίς. Με ένα χωρίς ξεκίνησα.
Το μόνο που ήξερα ήταν το γιατί ερωτεύτηκα. Γιατί ήταν (δεν ξέρω και τι Χρόνο να χρησιμοποιήσω... επιλέγω Αόριστο ως Χρόνο διήγησης) ο μόνος άνθρωπος που μπορούσε να με ακολουθήσει σε ένα νοητό ταξίδι χωρίς να ρωτάει, ποιος, που, πότε και γιατί. Διαφορετικός από όλους, με μυαλό που δεν το χει διακοσμητικό. Το ταλαιπωρεί (εδώ καθαρά Ενεστώτας). Πολλές φορές δεν πίστευα ότι υπήρχε. Νόμιζα ότι τον έχω επινοήσει... Ναι, ναι σοβάρα μιλάω. Και έτσι βρέθηκα «μπαγλαρωμένη». Αφέθηκα σε ένα παραμύθι που εγώ είχα στο κεφάλι μου. Είχε αρχίσει να γίνεται απαραίτητος στην καθημερινότητα μου... Δεν τον είχα δει ποτέ. Δεν χρειαζόταν... Έφτανε η επικοινωνία...
Τα επόμενα δεν έχουν σημασία. Εκείνος κύριος. Εγώ ηλίθια... Αφέθηκα σ' ένα παραμύθι κι όπου με πήγαινε... Ήλπιζα αλλά δεν μιλούσα... Περίμενα αλλά δεν το διατυμπάνιζα... Δεν προκάλεσα ποτέ πρόβλημα. Βλέπεις το τελευταίο που θέλω είναι να βάζω τους άλλους σε δύσκολη θέση και να τους δημιουργώ πρόβλημα με τον α' ή β' τρόπο ή με όποιο τρόπο.
Και κάπως έτσι άρχισα να έχω συμπτώματα... Ταχυπαλμίες, χαζομάρα, ψιλονευράκια, το σύνδρομο του Σέρλοκ, κλαματάκια κι όλα αυτά τα οποία επέμενα να «κράζω» αφού για να λέμε και την αλήθεια δεν τα πίστευα...
Θυμάσαι ένα σύνθημα που είχα αναρτήσει; «Ο ρόλος του έρωτα είναι να επινοεί την ανοικειότητα»; Αν μπορούσα θα το συμπλήρωνα ως εξής «Ο ρόλος του έρωτα είναι να επινοεί την ανοικειότητα και να ενισχύει τη χαζομάρα». Γιατί αυτό έπαθα. Χάζεψα. Ήμουν -κι ακόμα είμαι- στο χάσιμο. Σε ένα ολικό χάσιμο. Σε ένα χάσιμο που με έχει κάνει όχι απλά ηλίθια αλλά σκυλάκι του καναπέ. «Πετάει ο γάιδαρος Άννα; Αν πετάει?! ουυυυυυ» αυτή ήταν η απάντηση.

 Κι εγώ κόκαλο. Βλέπεις είμαι κι απ τις άλλες... Δεν ξέρω πως λειτουργούν αυτά. Μια σχέση κι αυτή τελείωσε αλλιώς... Το τι συμβουλές έχω ακούσει βέβαια δε λέγεται... Γιατί ο αμαθής ζητάει συμβουλές από έμπειρους χωρίς πολλές λεπτομέρειες. Χωρίς να εξηγώ και φροντίζοντας πάντα να κρατάω αναλογίες κλπ. Μέσα πάντα στο πλαίσιο του «περίπου». Ζητούσα λοιπόν μπούσουλες από τις απολύτως κολλητές. Που ευτυχώς είχαν το τακτ να μην ρωτούν πολλά. Αλλά για κάποιο λόγο δεν μπορώ να τις ακολουθήσω.
Γιατί τα γράφω αυτά; Δεν ξέρω! Ή μάλλον ξέρω...Γιατί κάποια στιγμή έπρεπε να βγει όλο αυτό το πράγμα από μέσα μου... Πόσο ακόμα να το «κρατάω»... Εδώ είμαι έτοιμη να πέσω από το γκρεμό...
Και γράφεται ακόμα και ως ηθικό δίδαγμα. Ως «κατάθεση ψυχής» που έλεγε και ο Μικρούτσικος.
Να προσέχετε τα παραμύθια. Όχι εκείνα που σας τάζουν ή σας υπόσχονται. Αυτά δεν είναι επικύνδηνα. Τα πονηρά παραμύθια είναι εκείνα που πλάθει ο «πάσχων». Εκείνα που πλάθονται μονομερώς. Αυτά είναι τα άσχημα. Το να εγκλωβίζεσαι σε ένα παραμύθι, σε μια τσιχλόφουσκα. Η εξειδανίκευση είναι άσχημη. Όσο περισσότερο εξειδανικεύεις τόσο περισσότερο «μικραίνεις» εσύ. Δίνεις στον άλλον μια τρισμέγιστη παρουσία και διάσταση με αποτέλεσμα εσύ να γίνεσαι απειροελάχιστα μικρός.
Είμαι ο τελευταίος άνθρωπος που θα δώσει συμβουλές. Δεν έχω ούτε τα φόντα, ούτε την εμπειρία, ούτε και τη διάθεση για να είμαι ειλικρινής. Ο έρωτας είναι σαν το παιχνίδι της ρώσικης ρουλέτας. Το θυμάσαι στον «Ελαφοκυνηγό»; Ε κάπως έτσι... (αν δεν έχεις δει την ταινία δες την) Βάζεις μια σφαίρα σε ένα 9αρι και σημαδεύειες στον κρόταφο μέχρι να σου κάτσει. Κι αν σου κάτσει αρχίζει το ταξίδι...
Προορισμός είναι το ταξίδι κι εγώ πέρασα (χρόνος διήγησης και πάλι) πολύ όμορφα. Βρήκα πλευρές μου που δεν ήξερα ότι υπάρχουν. Είδα την Άννα αλλιώς. Ήταν ολοκληρωμένη. Όλα ήταν εκεί. Την είδα ευάλωτη, την είδα ανυπόμονη, την είδα ερωτευμένη, την είδα καλά, την είδα πλήρη. Και το χρωστάω αυτό. Και θα το χρωστάω.
Αν εξακολουθώ να είμαι χαμένη; Εντελώς... Ήλπιζα ότι μ' αυτό το κείμενο ίσως το αφόριζα όλο αυτό αλλά δεν το νομίζω... Ταξίδι το κείμενο και θάλασσα οι λέξεις αν με ρωτάς ... (ε που και που μου ξυπνάει το ποιητικό...δεν είναι κάτι)...
Ουφ! Τα πα και για σήμερα και ξεθύμανα... Καιρός να επιστρέψω στο χάσιμό μου... Όχι ότι έφυγα ποτέ... Στο χάσιμο, στην προσμονή και στη βλακεία... Στο μόνιμα χαζό χαμόγελο που υπάρχει στο πρόσωπο μου. Αλλά ξέρεις κάτι φίλη; Δεν είναι κακό... Μια χαρά είναι... Ιδίως αν αυτή η πάθηση δεν επηρεάζει καθόλου τον άλλον. Γιατί αυτό είναι δικό μου θέμα. Ακόμα και τώρα που το γράφω είναι αποκλειστικά δικό μου θέμα. Και η ένταση και η μυθοπλασία και όλο το concept...
Και μ' αρέσει το χάσιμο... Και μ' αρέσει η «ταλαιπωρία» που τραβάω... Απλά θέλει προσοχή το παραμύθι ειδικά όταν τον δράκο τον επινοείς εσύ... Και θα κλείσουμε πάλι με Λιβανέλι «Τελικά είναι πράγματι ο έρωτας, το πιο επικίνδυνο, το πιο θανατηφόρο συναίσθημα;» Ναι Γιουσούφ σεβγκιλίμ... Είναι όταν είναι μονόπλευρο...

 

Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2014

Επάγγελμα «Άνεργος»

Ανεργία και άνεργος... Οι δύο λέξεις που αναφέρονται συχνότερα όλων στο λεξιλόγιο μας. Ρωτάς ή και σε ρωτούν «Τι δουλειά κάνεις;» και γελάς... Δουλειά..?! Τι είναι αυτό... Κάτι σαν τη Σοφίτσα τη Λόρεν που ρωτούσε με τον Μαρούδα «Τι ειν αυτό που το λένε αγάπη» και μετά γελάς και απαντάς «Άνεργος είμαι». Άνεργος και ουχί άεργος...
Ως μακροχρόνια εγγεγραμμένη στην μέγιστη αυτή κατηγορία έχω να βεβαιώσω ότι δεν υπάρχει χειρότερο. Από που να το πιάσω... Ε ας το πιάσω κι εγώ από την αρχή...
Ξυπνάς το πρωί. Αρχίζεις να αναρωτιέσαι τι θα κάνεις σήμερα... Πίνεις καφέ, coca cola light, χυμό κάνεις κι ένα τσιγάρο, μετά κάνεις ένα μπάνιο... Ανοίγεις την τηλεόραση μπας και ακούσεις τίποτα. Παράλληλα ανοίγεις και τον υπολογιστή σου, ή μάλλον όχι τον υπολογιστή, το Facebook ανοίγεις να δεις αν είναι κανένας φίλος διαθέσιμος μπας και κανονίσεις τίποτα. Μετά κάνεις και κανά τηλέφωνο στην οικογένεια για να δώσεις σημεία ζωής. Ακούς μουσική και μ' αυτά και μ' αυτά η ώρα έχει περάσει.
Πεινάς. Άνθρωπος είσαι. Θα φας. Θα φας; Ε... αν δεν βαριέσαι να μαγειρέψεις θα φας, διαφορετικά θα πάρεις κάτι απ' έξω. Στατικότητα και μουργέλα σε διακατέχουν. Μετά αποφασίζεις να πας καμιά βόλτα. Να δεις και λίγο κόσμο. Να ξεσκάσεις βρε αδερφέ γιατί «κακό πράμα το σπίτι». Η κλεισούρα δεν βοηθάει σε καμία περίπτωση. Και κάπως έτσι περνάει η μέρα...
Ο άνεργος όμως αναπτύσσει άλλη φιλοσοφία. Καθώς υπάρχουν πολλά είδη ανέργων.
Ο άνεργος από άποψη: Τον αναγνωρίζεις εύκολα. Είναι cool, έχει προφανώς κινητό τελευταίας τεχνολογίας, έχει σπουδάσει σε ΑΕΙ, έχει το ύφος «είμαι πολύ καλός για την Ελλάδα» και συνήθως φοράει Rayban. Είναι ο τύπος που φοράει μάρκες, πίνει εσπρεσάκι στην πιο χάι καφετέρια ενώ αγαπημένη του φράση είναι «Κρίμα στα πτυχία. Να δουλεύω για 300€»? Ξεφτάιλα Λεονάιντα...
Ο cool άνεργος: Αυτός πάλι είναι ο καλόβολος. Σου λέει τα βιογραφικά μου τα στειλα, μπάρμπα στην Κορώνη, Μεθώνη δεν έχω... Τι να κάνω; Ευτυχώς υπάρχει και η μάνα - γιαγιά - θεία και τα αρσενικά τους. Όνειρο του να μπει στο Δημόσιο για τη σιγουριά. Έλα όμως που δεν είχε τον κατάλληλο υπουργό γιατί για ΑΣΕΠ ούτε λόγος...
Ο άνεργος που «τον έχει τον τρόπο» του: Μάλλον σπάνια κατηγορία αλλά υπάρχει. Πρόκειται για τον τυπάκο που ντάξ μωρέ λεφτά έχουμε γιατί να πιεζόμαστε. Σπούδασε μάλλον στο Derree και αποφάσισε ότι θέλει ένα διάλειμμα πριν πιάσει δουλειά. Γιατί δουλειά υπάρχει. Στην επιχείρηση του μπαμπά, του θείου, του φίλου... Κάποιος θα βρεθεί... Αγαπάει το μάρκετινγκ και τις δημόσιες σχέσεις. Είναι άσος σ' αυτό. Δεν τον πιάνει κανείς. Κυκλοφορεί με 20-50€ την ημέρα στα αγαπημένα του στέκια Κηφισιά, Κολωνάκι άντε και καμία Αγία Παρασκευή...

Ο αισιόδοξος: Λατρεμένη κατηγορία... το καταλαβαίνεις... Εδώ λοιπόν το «με το χαμόγελο στα χείλη παν οι φαντάροι μας μπροστά» βρίσκει άψογη εφαρμογή. Είναι χαλαρός, δεν αγχώνεται και απολαμβάνει. Ε ναι τώρα... Πιστεύει ακράδαντα ότι δουλειά θα προκύψει. Δεν θα τη βρει. Αντίθετα θα τον βρει εκείνη. Γιατί της είναι απαραίτητος. E πως αλλιώς...
Ο φιλόσοφος: Εδώ είμαστε... Ωραίος τύπος.. Συχνάζει στα καφέ κυρίως Εξάρχεια. Καπνίζει στριφτό γιατί ξέρει τι γίνεται στην πραγματικότητα. Ακούει ψαγμένη ελληνική μουσική και έχει αναπτύξει ολόκληρες θεωρίες γύρω από το φαινόμενο... Συνήθως αριστερός και όχι αριστεριστής στηρίζει τις απόψεις του στον Μαρξ ή στον Έγκελς ενώ χρησιμοποιεί και τη θεωρία του ιστορικού ελατηρίου. Μπορείς να τον ακούς ώρες... Μιλάει για την ανεργία σαν την παρατηρεί ως παντογνώστης αφηγητής και όχι ως βιωματική εμπειρία... Θα καταλήξει ενδεχομένως σε ένα συμπεράσμα «Η ανεργία είναι το πιο κουραστικό επάγγελμα» εκτός αν το έχει απομυθοποιήσει εντελώς θεωρώντας τελικά ότι η δουλειά του είναι να παρατηρεί το φαινόμενο (οι παρατηρητές φιλόσοφοι συνήθως παίρνουν επίδομα).
Ο αγχωμένος: Αυτή είναι η πιο σοβαρή κατηγορία. Τύποι που τρέχουν με βιογραφικά στο χέρι δεξιά κι αριστερά προσπαθώντας για την πρόσληψη. Ο αγχωμένος άνεργος είναι μόνιμα σε μια τσίτα, συνήθως έχει οικονομικά θέματα δικά του ή βοηθάει την οικογένειά του και μπορεί να κάνει οτιδήποτε αρκεί να πάρει το μεροκάματο. Συζητάει το πρόβλημα του, κλαίει και προσπαθεί να βγάλει άκρη. Συχνάζει στα σπίτια φίλων γιατί «η τσέπη άδεια πάντοτε μα η καρδιά γεμάτη» και προσπαθεί να την παλέψει...
Δυστυχώς η ανεργία δεν παλεύεται. Ιδίως αν είσαι ενεργητικός άνθρωπος. Σε τελειώνει. Δεν έχει σημασία αν το περιβάλλον σου μπορεί να σε στηρίξει. Το θέμα είναι ότι εσύ δεν αισθάνεσαι καλά με σένα. Είναι ξεφτίλα να είσαι σε παραγωγική ηλικία και να στηρίζεσαι σε γιαγιάδες, θείες, αδέρφια... Δεν το κάνεις. Κι αν το κάνεις μετά αρχίζει η αϋπνία, γιατί πρέπει να τα επιστρέψεις... Δεν στο ζητούν... Μόνος σου το θες. Αν δεν έχεις υπάρξει άνεργος είναι εύκολο να τον στοχοποιήσεις. Αλλά δε βαριέσαι... Όπως έλεγαν και οι «Τρεις Αδελφές» του Αντωνάκη του Τσέχοφ, «Στη Μόσχα αδελφές μου στη Μόσχα»... Που ξέρεις... Αααα... Μην ξεχάσω... Ποτέ μην πεις σε άνεργο τη λέξη «υπομονή»... Δεν ξέρεις πως θα αντιδράσει... Άλλωστε όπως λέει και μια πολύ καλή φίλη «με την υπομονή μόνο η Βουγιουκλάκη έκανε καριέρα»...

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

Ιδιαίτερα... Επάγγελμα τρέλας!

Βγαίνουν τα αποτελέσματα των Πανελληνίων. Συγχαρητήρια! Πέρασες!!! Γερμανική Γλώσσα και Φιλολογία, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στο σπίτι χαρές και πανηγύρια... Τηλέφωνα σε συγγενείς... Ξέρεις τώρα... Ειδικά όταν είναι και πρώτη επιλογή...Καταλαβαίνεις... Δώρα από δω, δώρα από κει... Κι εσύ ονειρεύεσαι... Το μέλλον... Πτυχίο εδώ, μεταπτυχιακό όξω... Ε στη Γερμανία ντε... που αλλού... 
Και περνούν τα 3 χρόνια και το τελειώνεις. Με πολύ καλό βαθμό. Με την πτυχιακή σου να φτάνει να διδάσκεται στη Χαϊδελβέργη. Εννοείται ότι δεν ψωνίζεσαι γιατί η πτυχιακή ήταν η άποψή σου. Οπότε οκ. Παίρνεις λοιπόν το μεταπτυχιακό τιμής ένεκεν -ναι ναι εγώ τα χω κάνει αυτά- και αρχίζεις σίγουρη πια ότι ε... του ομοφυλοφίλου... μια δουλειά θα τη βρεις. Και αρχίζεις να στέλνεις βιογραφικά ενώ παράλληλα προσβλέπεις και στο Διδακτορικό, γιατί με major τη Συγκριτική Λογοτεχνία quo vadis Domine... (λατ. που βαδίζεις Θεέ).
Και στέλνεις βιογραφικά και σου ρχεται η πανταχούσα. Δουλειά γιοκ. Απεσταλμένα- Εισερχόμενα σημειώσατε 1. Χωρίς ελπίδα μεταβολής. Χωρίς ελπίδα γενικώς. Αλλά κάτι πρέπει να κάνεις. Καλά να δουλεύεις στην κυρά Χρύσα -φωτοτυπάδικο στην Κυψέλη-, καλά να κάνεις και τη δημοσκόπο, καλά να κάνεις πολλά γενικώς αλλά θες και μια δουλειά. Και λες θα αξιοποιήσω το πτυχίο μου. Θα κάνω ιδιαίτερα... Τυπώνεις κάρτες, ροζ με ανάγλυφα μαύρα καλλιγραφικά γράμματα, τις κάνεις φέιγ βολάν σε φούρνο, περίπτερο, φαρμακείο και ψιλικαντζίδικα και αφήνεις και στο ζαχαροπλαστείο. Και περιμένεις. Εννοείται ότι έχεις βάλει αγγελία στη «Χρυσή Ευκαιρία». Παράλληλα ψάχνεις και σε φροντιστήρια... Εκεί να δεις δράμα... Γελάς; Μην το κάνεις... Πας, αφήνεις το βιογραφικό και σου λέει ο ιδιοκτήτης -που η μόνη του σχέση με τις γλώσσες είναι το φροντιστήριο και το ψαράδικο- «αααααα έχεις ειδίκευση στην Λογοτεχνία... Δεν μου κάνεις... Πως θα διδάξεις» κι ας σου χει βγει το οπίσθιο -είδες; το λέω κομψά- να διαβάζεις «Μεθοδική - Διδακτική» και Παιδαγωγικά... Και παίρνεις το ύφος που σου πρέπει, μαζεύεις την ψυχραιμία σου και φεύγεις...
Το τηλέφωνο χτυπάει, η Στρουμφίτα απαντάει... Και κάπως έτσι αρχίζει το δράμα... Γιατί για δράμα πρόκειται...
Αρχικά λες οκ έχει κρίση και λες Γερμανικά 15€, Αγγλικά 12€ την ώρα. Μετά βέβαια κατεβαίνεις. Το κάνεις και χωρίς λεφτά. Αρκεί να βλέπεις ότι το παιδί θέλει. Εκεί δεν μιλάς.
Δέχονται λοιπόν να αναλάβεις τα βλαστάρια τους. Και αρχίζει ο Γολγοθάς. Γιατί αν το παιδί είναι νορμάλ, να μπορείς αν μη τι άλλο να επικοινωνείς, έχει καλώς. Αν όμως το παιδί είναι απ' τα άλλα; Αν είναι paranormal activity; Τι κάνεις εκεί; Απλό. Το σταυρό σου!

 
Προσωπικά, πλην δύο εξαιρέσεων, μου χουν τύχει όλα τα paranormal. Πολλές φορές νομίζω ότι πρωταγωνιστώ στα «Χ-Files». Κάτι μεταξύ Μόλντερ και Σκάλι. Τους θυμάσαι; Ένα τέτοιο πράγμα. Γιατί δεν είναι μόνο τα παιδιά. Είναι και οι γονείς. Πως λέει ο σοφός λαός; «Δεν παντρεύεσαι μόνο τον άνθρωπό σου αλλά και το σόι του»; Ένα τέτοιο πράγμα. Έχουν απαιτήσεις οι γονείς αλλά τα παιδιά δεν... Δεν το χουν. Δεν θέλουν... Δεν τραβάνε και ζόρι να μάθουν. Εσύ -εγώ δλδ απλά χρησιμοποιώ β Ενικό Πρόσωπο για ευνόητο λόγο- λοιπόν εκτός από το παιδί παντρεύεσαι και τους γονείς και ενίοτε και τους παππούδες.
Ξεκινάς με τις καλύτερες των προθέσεων μέχρι που το παιδί σου ξεκαθαρίζει. «Ρε συ δεν είμαι στη φάση... Εγώ βασικά θέλω πρώτο επάγγελμα αστυνομικός και δεύτερο επάγγελμα μακιγιάζ, αισθητικός κι έτσι». Κι άντε να εξηγήσεις. Τι και σε ποιον; Κορίτσι Γ' Γυμνασίου να σου λέει πρώτο βιολί η φύση δεύτερο ο άνθρωπος. Και ο πατέρας της που σε βλέπει πρώτη φορά στο σπίτι του να μη σε χαιρετάει ούτε διά χειραψίας... Τι λέω ε...?! Έλα ντε! (το παραπάνω περιστατικό είναι αληθές.... έλαβε χώρα τη Δευτέρα το βράδυ).
Μετά πας στο ιδιαίτερο που είχες από πέρυσι. Λες οκ. Δίπλωμα δεν θέλει. Απλά να ακολουθήσει το σχολείο. Άλλη ψυχολογία. Γονείς τύπου μποέμ. Ο πατέρας μεγαλοθεσίτης σε μεγάλη ιδιωτική τράπεζα η μάνα εκπαιδευτικός. Η άποψη για την κόρη «Η Αφροξυλάνθη είναι Λαμποργκίνι. Τι να την κάνεις όμως την Λαμποργκίνι όταν είναι στο γκαράζ». Μια που στο λέει και μια που σε στέλνει για λοβοτομή... Και φέτος ο μεγαλοθεσίτης που σου λέει ότι «2 μήνες διακοπές στην Αγγλία κάναμε και πήγαμε και μια βόλτα στη Βαρκελώνη» σου αναθέτει και τον υιό πλην της κόρης. Και φέτος ένεκα των δίμηνων διακοπών θέλει σκόντο. Το κάνεις γιατί ανάγκα...
Και μετά έχεις και τα παιδάκια που ναι... Τα παιδάκια που απλά θέλουν κάποιον να μιλάνε όσο μασάνε τσίχλα, κάνουν χιχι, βάζουν πολύχρωμα σιδεράκια, παρακολουθούν οοοοοοοοοοοοοοοοοολες τις σειρές της τηλεόρασης για να χουν να λένε στο σχολείο, εκείνα που δεν έχουν ιδέα τι είναι τα παιδιά της Αφρικής, εκείνα που όλη τους η ζωή περιστρέφεται γύρω από τα γόνατα του Αγαμέμνονα, Αλκιβιάδη, Νέστορα κλπ κλπ κλπ.
Επιτέλους γιατί κανείς δεν σέβεται τον κόπο μας; Σπουδάσαμε, διαβάσαμε -κάποιοι διαστροφικοί εξακολουθούμε τα Ρήματα και σε Ενεστώτα Χρόνο- γιατί; Τι ζητάμε επιτέλους; Μια ευκαιρία στον Παράδεισο να πάμε...


Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014

Μια Ωδή για τη Δευτέρα

Δευτέρα... Φαινομενικά μια μέρα. Μια ημέρα που ακολουθεί την Κυριακή και προηγείται της Τρίτης. Έλα όμως που αυτή η ημέρα δεν είναι σαν τις άλλες. Είναι η πρώτη της εβδομάδας. Και όλοι «μισούν» τη Δευτέρα...
Γιατί όμως; Γιατί την αποκαλούμε τσαγκαροδευτέρα, δεν την αγαπάμε και θέλουμε να την ξεχνάμε; Επειδή έρχεται μετά το Σαββατοκύριακο; Επειδή πάμε στη δουλειά; Επειδή σηκωνόμαστε πρωί;
Άγνωστο.  Ή μάλλον γνωστό. Για όλους αυτούς τους λόγους ιδίως αν έχουμε περάσει καλά το Σ/Κ.
Έχεις παρατηρήσει ποτέ τα πρόσωπα του κόσμου τη Δευτέρα; Οι περισσότεροι με κάτι μούτρα μέχρι το πάτωμα, το πεζοδρόμιο, το τιμόνι του αυτοκινήτου -ανάλογα που βρίσκονται- κεφάλια σκυφτά, μια γενική μουρτζουφλίαση. Ελάχιστοι γελάνε, η «καλημέρα» βγαίνει με το τσιγγέλι και για το χαμόγελο περιττό να γίνει λόγος.

Έτσι μοιάζεις όταν κατσουφιάζεις για τη Δευτέρα... 
 Ξεκινάει η εβδομάδα με «ωχ, αχ, βαχ» γιατί Γολγοθάς η εβδομάδα που έρχεται. Με τη Δευτέρα έρχονται και οι έννοιες. Λογαριασμοί που πρέπει να πληρωθούν, τρεξίματα στο Δημόσιο, δουλειά, καφές στο χέρι «στα γρήγορα», ντύσιμο-πανοπλία (κοστούμια, ταγιέρ, γραβάτες και οτιδήποτε καταπιέζει την ελεύθερη έκφραση) και μαρς!
Κι αυτός που έχει διάθεση; Αυτός που δεν πτοείται από τη Δευτέρα; Που δεν νιώθει καμία απειλή; Αυτός τελικά είναι και ο «παράξενος» της ιστορίας. Ο δόλιος, ή η δόλια στην προκειμένη περίπτωση, την έχει μάλλον άσχημα... Λέει «Καλημέρα, καλή εβδομάδα», χαμογελάει αλλά δεν παίρνει και απάντηση. Αντ' αυτού εισπράττει ένα «Τι θέλετε/Τι θες» και ησυχάζει. Γιατί ο κόσμος συν τοις άλλοις είναι και ψιλοαγενής. Ψιλό...; Άλλη κουβέντα αυτή όμως...
Σε βλέπουν με το χαμόγελο Δευτεριάτικα και νομίζουν α.είναι στον κόσμο της, β.έχει κάνει σεξ, γ.έχει πάει εκδρομή, δ.τον έχει τον τρόπο της και άλλα τέτοια σενάρια. Γιατί χαμόγελο και Δευτέρα και ευγένεια είναι μάλλον άτοπη εξίσωση. Ή καλύτερα εξίσωση με πολλούς αγνώστους που απλά δεν ορίζεται. Δεν έχει λύση.
Η καχυποψία σε όλο της το μεγαλείο. Κι εσύ που συγκεντρώνεις όλους τους αγνώστους της εξίσωσης γελάς περισσότερο. Όχι γιατί θες να τους σπας τα νεύρα. Όχι επειδή σε πιάνει πείσμα. Επειδή δεν γίνεται να μην το κάνεις. Άσε που το χαμόγελο «γράφει» καλύτερα... Ποιος ο λόγος για τα μούτρα;
Η Δευτέρα συνεπάγεται και τα νεύρα των υπολοίπων. Άνθρωποι που συνήθως δεν είναι ευτυχείς με την καθημερινότητα τους, ανίκανοι να αποδράσουν απ' αυτήν βρίσκουν πρόσχημα στη Δευτέρα και ξεσπάνε. Παντού όμως. Στην οδήγηση, στη δουλειά, στον τρόπο που περπατούν, παντού...Έχει πλάκα όταν όλοι αυτοί είναι στο αυτοκίνητο και ανοίγουν το ραδιόφωνο. Και ακούνε τραγούδια για τη Δευτέρα. «Δευτέρα... η χειρότερη μέεεεεεεεερα» λέει η Ροδά, μετά ακολουθούν άλλα άσματα για την πρώτη ενεργή μέρα της εβδομάδας και τα νεύρα του άλλου έρχονται και γίνονται ταλιατέλα...
Τι τα θες πουλάκι μου τα τραγούδια; Άκου ξένα. Άκου κάτι που απλά θα ακολουθήσεις τον ρυθμό. Χωρίς να σε νοιάζουν οι στίχοι. Κι αν τους καταλάβουμε δηλαδή τι; Θα μαστε καλύτερα ή θα νιώσουμε καλύτερα που θυμόμαστε τη γλώσσα που κόβονταν οι γονείς μας να μάθουμε; Τρίχες. Βάλε κανά χαρούμενο τραγουδάριο... Αφήσου στον ρυθμό και χαμογέλα...

Η Δευτέρα είναι μια χαρά μέρα. Μπορεί το Σαββατοκύριακο να κοιμάσαι λίγο περισσότερο, μπορεί να παίρνεις «άδεια» από τις έννοιες και τα δυσάρεστα αλλά η Δευτέρα είναι πάντα μια πρόκληση. Και αν ισχύει κι αυτό που λένε, ότι ό,τι κάνεις την πρώτη μέρα του χρόνου, της εβδομάδας θα το κάνεις και στη συνέχεια, ε, τότε σίγουρα δεν θες να είσαι μουρτζούφλης... Γιατί να το πάρεις αρνητικά; Ποιος ο λόγος; Άντε βρε... Κοίτα τον ήλιο -ναι ναι σήμερα ο αττικός ουρανός έχει έναν απίστευτο ήλιο που κυβερνά έναν καταγάλανο ουρανό- οπλίσου με χαμόγελο και ξεκίνα...
Καλημέρες λοιπόν και καλή Δευτέρα! Είναι η πρώτη μέρα της εβδομάδας... Φρόντισε να την κάνεις όμορφη!

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

Super Market...αγάπη μου!

Super Market... Συνήθεια καθημερινή τουλάχιστον για τους περισσότερους. Ε δε μπορεί... Όλο και κάτι ξεχνάς, όλο και κάτι σκέφτεσαι να πάρεις. Θα πας. «ΑΒ Βασιλόπουλος», «Σκλαβενίτης», «Μαρινόπουλος», «Οκ»... Δόξα τω Θεώ έχεις επιλογές...
Επιλέγεις το κοντινότερο σε σένα, παρκάρεις -ε μην πας και με τα πόδια και χάσεις θερμίδα- κλειδώνεις το αυτοκίνητο και μπαίνεις. Παίρνεις καλαθάκι ή καρότσι και ξεκινάς τον αγώνα...
Ανοίγεις τη λίστα και αρχίζεις το σαφάρι.... Κρέας τυποποιημένο, γάλα, λαχανικά, σαλάτες, γάλατα και γαλακτοκομικά. Και η λίστα είναι μακριά...
Ειδικά αν επιλέγεις το τέλος του μήνα. Ειδικά αν πηγαίνεις Σάββατο. Εκεί πραγματικά η μάνα χάνει το παιδί και το παιδί τη μάνα. Κόσμος λες και μοιράζουν δωρεάν πράγματα. Και αφού παίζεις το παιχνίδι των 10 ερωτήσεων μέχρι να εντοπίσεις τα ποθητά προϊόντα καταλήγεις στην ουρά. Άλλος Γολγοθάς...
Ταμεία σε πλήρη λειτουργία. Κόσμος πολύς. Συζητήσεις αμέτρητες. Και όπως κάθεσαι στην ουρά υπομονετικά ακούς γιατί ε πως να το κάνουμε έχεις και ώτα. Και προφανώς ακούς τα απίστευτα. Από το κυνήγι των προσφορών -οι καλύτεροι είναι οι ηλικιωμένοι- μέχρι για το πόσο πουλάει κάποιος το αυτοκίνητό του. Εννοείται ότι αν έχεις επιλέξει συνοικιακό σούπερ μάρκετ πληροφορείσαι για το που πέρασε η Μαιρούλα στις Πανελλήνιες, πότε βαφτίζει η Τέτα και πόσα κιλά έχασε η Δώρα (σ' αυτό το σημείο να διευκρινήσω ότι τυχόν ομοιότητα με πρόσωπα και πράγματα είναι απλά συμπτωματική...είναι;)
Προσωπικά επιλέγω το σούπερ μάρκετ της γειτονιάς. Ε και φυσικά δεν γλυτώνω τα παραπάνω περιστατικά.
Κάθομαι στην ουρά άσχετα αν είναι Σάββατο ή καθημερινή και απολαμβάνω τις πλέον σουρεαλιστικές σκηνές. Από που να αρχίσω δεν ξέρω γι αυτό θα το πάρω απ' την αρχή...
Μπαίνω και παίρνω καλαθάκι. Χαιρετάω την κα Κωνσταντίνα που είναι στον πάγκο των τυριών «Καλησπέρα κα Κωνσταντίνα τι κάνετε;» «Καλά κορίτσι μου. Με γεια το μαλλί. Κουρευτήκαμε ε; Πολύ ωραία είναι. Σου πάνε» «Ευχαριστώ. Θα μπορούσατε να μου βάλετε λίγη γραβιέρα Κρήτης;» Στο μεταξύ στο διάλογο αυτόν έχουν παρέμβει γείτονες. «Γεια σου Αννούλα. Τι κάνεις..» Επόμενη στάση αλλαντικά κλπ. Έλα όμως που κάθε φορά έχω την αίσθηση ότι είμαι ο επιθεωρητής Κλουζώ... Γιατί το δικό μας σούπερ μάρκετ έχει τη λογική του «να μη βαριέται ο καταναλωτής» και αλλάζει μόνιμα θέση στα πράγματα. Πας Τρίτη πχ το αλεύρι στον δεύτερο διάδρομο, την Τετάρτη τσουπ! το αλεύρι στον τρίτο, έτσι για το φενγκ σούι. Κόλαση! Και τι κάνεις; Ρωτάς αφού ρωτώντας πας στην Πόλη!

Και αφού περάσει κανά μισάωρο -ευτυχώς το σούπερ είναι μικρό- και έχεις συγκεντρώσει όλα εκείνα που έχεις στη λίστα πας ταμείο. Η θεωρία του Χάους βρίσκει πλήρη έκφραση. Τρία ταμεία δουλεύει μόνο το ένα. Μια ταμίας που εκ των πραγμάτων ξέρει πρόσωπα και πράγματα -Reuters οι ταμίες- αρχίζει το κουτσομπολιό. Μπροστά μου τέσσερα άτομα με καλαθάκια γιατί ευτυχώς το καρότσι έχει 1 ευρώ για να το πάρεις κι έχουμε και κρίση.
Και περιμένεις. Και να πάλι οι γείτονες. Που θυμούνται να σου πουν οτιδήποτε. Οτιδήποτε για να δείξουν ότι είναι προφανώς πάνω από την κρίση...
«Το μωρό σας τι κάνει; Η εγγονή μου το πάει στο σταθμό... 350 ευρώ το μήνα... ». Και γνέφεις συγκαταβατικά γιατί αν μη τι άλλο πρέπει να διατηρήσεις μια ρημάδα ευγένεια. Μετά έχεις λοκάρει τον επόμενο γείτονα και κοιτάς προς όλα τα σημεία του ορίζοντα προκειμένου να τον αποφύγεις αλλά... σα θέλει ο γείτονας... «Αννούλα εσύ;» ρωτάει η μανδάμ με έκπληξη λες και δεν με ξέρει. «Ναι ναι εγώ εγώ» «Αγνώριστη βρε παιδί μου. Πω πω πως αδυνάτισες... Τρόμαξα να σε γνωρίσω» Και αφού γνέφεις γιατί δεν το χεις και πολύ αρχίζουν τα συγκινητικά για τη μαμά. Πόσο καλή ήταν, ο Θεός να την αναπαύσει, καλός άνθρωπος και ό,τι άλλο μπορεί να βάλει ο νους σας.
Η καλύτερη κατηγορία όμως γείτονα είναι εκείνη που βλέπεις τη γειτόνισσα με το μαλλί κομμωτηρίου, τα λακοστάκια κλπ και ψάχνει τις προσφορές. Εκεί χαμογελάς γιατί δεν σε έχει δει και με το δεδομένο ότι δεν γνωρίζει κάποιον από την ουρά αρχίζει να ρωτάει τις υπαλλήλους για τις προσφορές. Μέχρι που σε βλέπει και παγώνει. Ξέρεις... Παίρνει την έκφραση του ξαφνικού μπότοξ. Δεν ξέρει πως να το μαζέψει, λέει ό,τι της έρθει εσύ εννοείται έχεις καταλάβει αλλά δεν πάει και το παλιάμπελο...
Λατρεμένη κατηγορία οι ηλικιωμένοι. Με βλέπει προχθές μια κυρία στην ουρά. Κρατούσα αφρόλουτρο. Με κοιτάει ακτινογραφικά, λες και έπαιζα σε επεισόδιο του Grey's Anatomy αισθανόμουν και μου λέει με ύφος περίλυπο «έπρεπε να έρθεις εχθές... το είχε σε προσφορά»...

Η Barbara Stanwyck συναντιέται με το δολοφόνο του άντρα της στο σούπερ μάρκετ...

Εκεί που εκνευρίζομαι όμως είναι όταν οι πελάτες-γατόνια απαιτούν από τις ταμίες να τους βάλουν τα ψώνια στις σακούλες. Συγνώμη, χεράκια δεν έχουν; Πόσο δύσκολο είναι να βάλεις τα πράγματα σου σε σακούλα; Ο ταμίας είναι ταμίας. «Χτυπάει» τα πράγματα και τα βάζει δίπλα, στην υποδοχή για να τα πάρεις με τα κουλά σου να τα βάλεις σε μια ρημαδοσακούλα. Και περιττό να πω ότι το καλάθι το αφήνουν εκεί και στα... παλαιότερα των υποδημάτων τους. Αυτό δεν το σχολιάζω... Πάρτο μανούλα μου το καλάθι και βάλτο εκεί από όπου το πήρες...! Έλεος!
Και μετά τα πράγματα που βρίσκονται πίσω από τα ταμία. Καφέδες, σοκολάτες, ποτά, αποσμητικά, κρέμες προσώπου και άλλα είδη βρίσκονται πίσω από τα ταμία. Λες και είναι υπερπολύτιμα. Λες και οι ταμίες είναι φύλακες. «Do not touch!» Καλά που δεν ζητάνε και ειδική άδεια για έναν καφέ ή ένα λάδι...
Μέχρι λοιπόν να φτάσω στο στόχο έχω πληροφορηθεί α.για τον νέο γκόμενο της Σούλας, β.για την εγχείριση του Τάκη, γ.για το παιδί της Ισιδώρας, δ.για τον Κοσμά που έχασε τη δουλειά του, ε.για το επόμενο ραντεβού της Κίτσας στον γυναικολόγο, στ.για τη μετάθεση του Ντίνου στας Ευρώπας, ζ.για το μνημόσυνο του τάδε και για το «τσουλί» της γειτονιάς.
Τώρα θα μου πεις γιατί δεν αλλάζω σούπερ μάρκετ αφού όλο αυτό είναι τουλάχιστον βαρύ... Γιατί τελικά τον θέλω τον βασανισμό μου... Γιατί σε ένα παράλληλο Σύμπαν όλο αυτό το σχήμα είναι τόσο σουρεαλιστικό σαν να παίζεις σε ταινία. Γιατί τελικά είναι από τα πιο ζωντανά κομμάτια της πραγματικότητας. Και ναι «είμαι κεφάτη γυρίζω απ΄του Μαρινόπουλου»... 

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

«Ό,τι πει ο καβαλάρης»

«Ό,τι πει ο καβαλάρης»... Μεγάλη φράση... Μέγιστη. Αν είσαι γυναίκα. Γυναίκα όμως. Άλλη μεγάλη λέξη. Γυναίκα όπως Άντρας. Μεγάλες φράσεις, μεγάλες λέξεις. Περί απιστιών και φύλων το σημερινό.
Αφορμής δοθείσης μιας συζήτησης που έγινε εχθές το βράδυ. Ήμουν έξω με την κολλητή μου και στο διπλανό τραπέζι μια γυναικοπαρέα. Και ενώ εμείς συζητούσαμε περί ανέμων και υδάτων εκείνες ανέλυαν την προβληματική ανδρών και γυναικών. Η απιστία.
«Α, αν πάει με άλλη τέλος», «μα να είναι μαζί μου και να γουστάρει άλλη;», «με έχει δεδομένη», «πρέπει να με περιμένει» και άλλες τέτοιες υπέροχες φράσεις ακούγονταν. Για τις κυρίες αυτές λοιπόν ο άντρας είναι ένα πλάσμα που πρέπει συνεχώς να λιώνει, να αποδεικνύει, να τρέχει από πίσω τους, να μην απατά, να είναι εκεί και να προλαβαίνει κάθε τους επιθυμία. Ερώτηση δική μου «Γιατί δεν παίρνουν σκύλο;». Δηλαδή αυτό θέλουν οι σημερινές γυναίκες; Δηλαδή οι άντρες είναι απλά σκεύη ευχαρίστησης; Υπάρχουν για να υπηρετούν τις γυναίκες;
Προφανώς με έπιασαν τα γέλια. Γελούσα από αμηχανία γιατί ενδεχομένως ντράπηκα μ' αυτά που άκουγα. Δεν μπορεί γυναίκες 30 ετών να σκέφτονται έτσι. Ή μάλλον μπορεί. Και μπορεί και γίνεται.
Και όσο σκεφτόμουν τόσο περισσότερο ενισχυόταν η άποψη μου. Γι αυτό που λέμε «χάλια των αντρών» ευθύνονται οι γυναίκες. Ή μάλλον όχι οι γυναίκες αλλά το γυναικείο φύλο.
΄Ολες εκείνες οι υποτίθεται χειραφετημένες. Εκείνες που υποτίθεται ότι ξέρουν τι θέλουν και τι διεκδικούν. Τραγικό. Μια εντελώς λανθασμένη χειραφέτηση που επέτρεψε στις γυναίκες να θεωρούν εαυτές ίσες με τους άντρες σε κάθε τους έκφανση. Οι γυναίκες έχουν χειραφετηθεί με έναν εντελώς λανθασμένο τρόπο. Και άντε να μαζευτούν. Και μαζί μ' αυτές παίρνει κι εμάς το τόπι...
Βέβαια υπάρχει και ο κίνδυνος εγώ να τα έχω περίεργα στο μυαλό μου. Βλέπεις εγώ δεν έμαθα να αντιμετωπίζω το αντρικό φύλο με απαξίωση. Έμαθα να το σέβομαι. Να το εκτιμώ.
Οι άντρες είναι απλοί. Ξέρουν τι θέλουν και το δείχνουν -τις περισσότερες φορές τουλάχιστον-. Οι άντρες έχουν αθωότητα. Ναι ναι καλά διαβάζεις φίλη. Οι άντρες έχουν αθωότητα. Η άποψη που τους θέλει «γουρούνια, αγριογούρουνα» είναι απλώς για γέλια. Ναι δεν είναι τέλειοι. Υπάρχουν και ζαβοί. Είναι όμως τόσο αθώοι που τσιμπάνε σ' αυτά τα ηλίθια τα γυναικουλίστικα.



Για μένα ο άντρας είναι παράδειγμα. Ίσως φταίει και ο τρόπος που μεγάλωσα. Βλέπεις εγώ μεγάλωσα με πρότυπο την Πηνελόπη και όχι την «ωραία Ελένη του Μενελάου» που έλεγε και η Καρέζη. Και δεν βρίσκω τίποτα κακό σ' αυτό. Η γυναίκα είναι μια οντότητα που ναι. Ξέρει να περιμένει. Πρέπει να περιμένει. Το δικό μου πρότυπο γυναίκας είναι εκείνο που ξέρει να στέκεται δίπλα σε έναν άντρα ισότιμα. Να τον κοιτάει στα μάτια και να εννοεί αυτά που λέει.
Το δικό μου είδος γυναίκας μπορεί να ακούγεται ξεπερασμένο, ρομαντικό, παλαβό, ξεθωριασμένο αλλά αυτό είναι. Ευτυχώς που είναι αυτό δηλαδή. Ο άντρας πρέπει να είναι πάνω από τη γυναίκα. Αν όχι ίσος με κείνη, πάνω απ αυτή. Εκείνη έχει ευθύνες. Βλέπεις ανήκω μάλλον στην παλιά σχολή. Σε κείνη τη σχολή που θέλει τη γυναίκα αυτεξούσια και ελεύθερη στη ζωή της. Σε κείνη τη σχολή που αντιλαμβάνεται ότι ο συνεχής έλεγχος δεν έχει κανένα νόημα. Το να τα πρήζεις του άλλου ή να τον παίρνεις κάθε λίγο και λιγάκι τηλέφωνο είναι ελεεινό. Γιατί να το κάνεις; Για να δείξεις ότι ενδιαφέρεσαι; Προφανώς όχι. Το κάνεις για ικανοποίηση του δικού σου εγωισμού. Για να καθησυχάσεις τις δικές σου ανασφάλειες. Και τι θα βγάλεις; «Α το σήκωσε αρα δεν κάνει τίποτα». Κούνια που σε κούναγε κουκλίτσα μου. Αν θέλει να το κάνει θα το κάνει. Και θα το κάνει και ενδεχομένως να μην πάρεις χαμπάρι. Αλλά ξέχασα... Εσύ δεν συγχωρείς την απιστία. Κι εσύ που δεν συγχωρείς την απιστία αλλά είσαι του σήμερα, δεν καταλαβαίνεις ότι ένας άντρας έχει το πήδημα όπως εσύ τη μάσκαρα. Καθημερινότητα.



Στο δικό μου γυναικείο αξιακό σύστημα ο άντρας είναι εκείνος που έχει να αντιμετωπίσει τα αρχέτυπα. Ο άντρας έχει να αντιμετωπίσει τις ευθύνες «του σπιτιού». Η γυναίκα όμως πρέπει να ανταποκριθεί σε άλλα. Έχει να εκπληρώσει το ρόλο της γυναίκας, της συντρόφου, της μητέρας αλλά και της φίλης. Μια γυναίκα είναι γυναίκα όταν ξέρει να έχει τον άντρα ευτυχισμένο. Αν ένας άντρας είναι ευτυχισμένος αποκλείεται να μην είναι και η γυναίκα που στέκεται δίπλα του. Ξεπερασμένο; Μπορεί.
Και μετά έρχεται και το νυφικό. Όλες θέλουν το νυφικό. Και αν βρεθεί γυναίκα που να το αρνηθεί θα είναι ψέμα. Όμως άλλο το νυφικό που παραγγέλνεις από την Κίνα για φτηνότερα και άλλο εκείνο που παίρνεις από τον Τρανούλη ή τον Pronovias που πρέπει να τα σκάσεις. Οι περισσότερες πάνε για το κινέζικο. Γιατί έχουμε και κρίση... Τα άλλα όμως είναι για τις άλλες. Για μας. Δεν το λέω ψωνίστικα αλλά ευτυχώς δεν ανήκω στην Κίνα.
Τελικά ναι... Δεν έχω καμία μα καμία εκτίμηση στο γυναικείο φύλο. Και δεν το εκτιμώ γιατί δεν ξέρει να στέκεται στο ύψος του. Δεν ξέρει να αγαπάει. Δεν ξέρει να ανταμοίβει. Δεν ξέρει να ερωτεύεται. Δεν ξέρει τίποτα. Γιατί έχει αρχίσει να υιοθετεί μια ντεμέκ (=υποτιθέμενος, μόνο στα λόγια) αντρική συμπεριφορά. «Σήμερα ο Γιώργος, αύριο ο Θάνος, μεθαύριο ο Ζαχαρίας και την άλλη βδομάδα...; Έλα μωρέ κάποιος θα βρεθεί». Εμ... αφού τα χετε όλα στην προσφορά σίγουρα θα βρεθεί και κάποιος. Και έτσι προκύπτει η απιστία που εσείς δεν συγχωρείτε.
Προσωπικά, είμαι αυτεξούσια, είμαι ελεύθερη -ή τουλάχιστον προσπαθώ να είμαι γιατί κι αυτή είναι τεράστια λέξη-, έχω τον εαυτό μου και δεν πλήττω. Εμπλουτίζω τις δραστηριότητες μου και είμαι καλά. Στις εκπτώσεις δεν θα ψωνίσω και τα ρετάλια δεν μου λένε και κάτι. Απλά όταν ερωτεύομαι, ερωτεύομαι, πισινές δεν κρατάω γιατί δεν ξέρω τι είναι -αν ξέρετε βοηθήστε με- και όταν πονάω πονάω. Τόσο απλά. Απλά είχα την ευτυχία να με μεγαλώσει ο παππούς. Και να μεγαλώσω με τη φράση που είπε στους γαμπρούς του «το στεφάνι σου να μην το πατάς, να το πηδάς». Αλλά ναι...Εγώ συνειδητά επιλέγω τη φράση «ό,τι πει ο καβαλάρης»...