Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2015

Άιντε και Καλή Βραδιά!

Μάδαγες τις μαργαρίτες για να δεις αν σ' αγαπώ έγραψε η βλάχα σε ένα ραβασάκι που όταν το ανοίξει ο παραλήπτης θα αναφωνήσει ότι είναι  η πιο ωραία στην Ελλάδα...
Χάθηκες φίλη/φίλε αναγνώστη; Αααα κακώς... αλλά μην αγχώνεσαι ευτυχώς είμαι εγώ εδώ να αποκαταστήσω τα πράγματα. Η δόλια εγώ δεν ακούω ελληνική μουσική. Ωραία άσχημα δεν ξέρω... και η ελληνική μουσική που αγαπώ "κλείνει" στο ρεμπέτικο, στο νέο κύμα και σε συνθέτες όπως ο Μούτσης, ο Λοίζος, ο Καλδάρας, ο Πάνου, ο Κουγιουμτζής, ο Αλκαίου... τέλος πάντων, άλλη κουβέντα...
Έπρεπε, ωστόσο, να γίνει η εισαγωγή για να καταλάβεις το δράμα μου όταν πληροφορήθηκα ότι οι περισσότερες λέξεις της πρώτης πρότασης συνιστούν τραγούδια. Ναι ναι τραγούδια!!! Ναι λέμε! Απ αυτά που τραγουδούν οι σεκλετισμένοι, οι μοδάτοι και οι λοιποί. Μα ναι... είναι αυτά που υιοθετούν οι κλαρινογαμπροί στα μπουζουξίδικα -επίτηδες ανορθόγραφο- που σεκλετίζονται... δε με πιστεύεις; Γιαααα έλα μαζί μου αν τολμάς...
Μάδαγες τις Μαργαρίτες: Στίχοι, μουσική... θα σε γελάσω... «Μάδαγες τις μαργαρίτες για να δεις αν σ' αγαπώ κι έκλαιγες κρυφά τις νύχτες βρε παραπονιάρικο/δεν μιλούν οι μαργαρίτες δεν μιλούνε τα λουλούδια κι άδικα καλέ μου τα ρωτάς»...
Τις μάδαγε και ουχί μαδούσε ο άνθρωπας, ο άντρας ο βαρύς τις μαργαρίτες. Τον τάραξε τον κήπο της κυρά Παναγούλας σου λέω. Οικόπεδο το χε κάνει. Και γιατί; Για να μάθει αν τον θέλει η μαντάμ τραγουδιάρα που ακούει στο όνομα Βίλλυ Ραζή. Ξανθή -δεν θέλω ταυτίσεις- με το μωβ της Μεγάλης Παρασκευής στο μπουζουκέ του και μαύρα γάντια ποζάρει ετοιμοπόλεμη. Γιατί η κοπελιά τον αγαπά... δεν του το λεγες ρε κορίτσι μου να μην τον ταλαιπωράς -ναι ναι ταλαιπωράς καλά διαβάζεις-... παρά έχεις δημιουργήσει τον εξής χαμούλι: τον άντρα τον στακάτο τον κλαρινογαμπρό να περνάει από την κυρά Παναγούλα, να κόβει τις μαργαρίτες και τα λοιπά άνθη και στη συνέχεια να τα εναποθέτει στα πόδια σου γιατί ως γνωστόν τα λελούδια δε μιλάνε... ντροπής ρε κοπέλα... ντροπής... λυπήσου το το παλικάρι...
Η Βλάχα: Στίχοι Περικλής Σούρλας, Μουσική Κώστας Πίτσος, Εκτέλεση (κυριολεκτική) Γιώργος Βελισσάρης  «Άιντε να χα να χα να χα τη γειτόνισσα τη βλάχα που τη βλέπω και δακρύζω κι όλο την καλημερίζω (δις) άιντε να χα να χα να χα τη γειτόνισσα τη βλάχα να πηγαίνω μουσαφίρης μήπως γίνω νοικοκύρης (δις) να τη βλέπω παραπάνω και κουβέντα να της πιάνω»
Και αυτό είναι άσμα. Ναι φίλοι. Είναι άσμα. Είναι άσμα με αστυνομικό αλγόριθμο. Ο παλίκαρος ο επαρχιώτης ο σωστός, ο μόρτης, ο μάγκας του χωριού, ο περιζήτητος τσιφιλικάς ερωτεύτηκε. Και καθώς οπαδός του ρητού «παπούτσι από τον τόπο σου» ηράσθην σφόδρα τη βλαχούλα τη γειτονισσοπούλα. Και ένεκα που είναι μικρά η κυρά ένεκα του κλειστού της κενωνίας το παλικάρι καταστρώνει σχέδιο... σου λέει την έχω γειτόνισσα. Θα ξεμείνω λίγο από ζάχαρη, λίγο από καφέ, λίγο από... οτιδήποτε ε θα με συντρέξει καθότι γειτονόπουλο. Βέβαια για να μη δώσει και δικαίωμα στους γονείς, θέλει να της πιάνει και την κουβέντα... πονηρός ο βλάχος... αμ πως...

 Το Ραβασάκι: Στίχοι: Αλέκος Κιτσάκης & Ανδρέας Κίτσης, Μουσική: Κώστας Σούκας Εκτέλεση: Πολλοί «Ρίξε μου το ραβασάκι κάτω από το τραπεζάκι γράψε το τηλέφωνό σου το όνομα το επίθετο σου. Έτσι γίνεται στα γλέντια πάντοτε με κόλπα τέτοια πάνε βροχή τα ραβασάκια κάτω από τα τραπεζάκια (δις)»
Το τραγούδι με τον επιμορφωτικό χαρακτήρα. Βεβαίως... τι δεν κατάλαβες?! Σου μαθαίνει τι γίνεται στα κλασικά, παραδοσιακά γλέντια. Να ρε παιδί μου... όταν κάποιος κοζάρει μια κοπέλα και της κλείνει το μάτι αλλά αυτή δεν καταλαβαίνει, τότε ο άνδρας της ιστορίας, την πλησιάζει και της λέει να του γράψει όνομα, επίθετο και τηλέφωνο. Είναι ευγενής ο φίλος... να ξέρει με ποια έχει να κάνει. Γιατί μετά θα πάει για πληροφορίες... θα ρωτάει για την τάδε και το γενεολογικό της δέντρο... ε μην πάρει -σε όποια κατάσταση το ρήμα...- (πρόστυχο είναι το μυαλό το δικό σου) και γουρούνι στο σακί... να έχει τουλάχιστον ονομασία προέλευσης... να είναι ΠΟΠ.. σαν τη φέτα ένα πράμα...
Όταν το ανοίξεις: Στίχοι: Αργύρης Αράπης -μη γελάς σε βλέπω... ντροπή...- Μουσική... αγνοείται, Εκτέλεση: Μάκης Δημάκης «Ε, όταν το ανοίξεις πάρεις αναφορές Σου στειλα να ξέρεις άλλες χίλιες φορές Δεν αντέχω (δις) Όταν απαντήσεις θέλω να το σκεφτείς Σε μένα που αγάπησες τι πρέπει να πεις Που δε σ' έχω (δις) [...] Μια στιγμή στο χρόνο έλα γίνε το φως Στο χω ξαναπεί εγώ κανείς κανενός Πως δεν είναι πως δεν είναι»
Νταξ._ Όλη η φιλοσοφία σε ένα τραγούδι. Έγραψε ο Αράπης! Τη σκουντάει «Ε» για να πάρει τα χαμπάρια της... και μετά την πληροφορεί ότι δεν αντέχει. Στη συνέχεια, δε, κάνει πρόμο σε προηγούμενο του τραγούδι με τον ευστοχότατο και ειλικρινέστατο τίτλο «κανείς δεν είναι κανενός». Παρόλα αυτά όμως τηνε τέλει... και τηνε τέλει πολλές... να δεις που στο τέλος θα την αφήσει και η σκύλα γυναίκα θα το μετανιώσει αλλά το παλικάρι θα ναι αλλού... και πολύ καλά θα κάνει... εεεεεεμα...
Η πιο ωραία στην Ελλάδα: Στίχοι: Κωνσταντίνος (Περσόνας) (;) Μουσική: Filip Miletic Εκτέλεση: ο στιχουργός... «Από τη στιγμή που φάνηκες μπροστά μου Χτυπάει σαν τρελή για σένα η καρδιά μου Σάρκα και οστά παίρνουν τα όνειρά μου Και μ' ένα βλέμμα σου ξεχνάω τ' ονομά μου Άιντε, ποια δύναμη να βρω, Να ρθω να σου μιλήσω, κάτι να σου πω, Πρέπει να φτιαχτώ Μήπως καταφέρω και ρθω... Ζαλίζομαι απ το πολύ ποτό, τα χείλη σου μυρίζουν αλκοόλ Μα δεν με νοιάζει, δεν με πειράζει, απλώς θέλω να τα γευτώ. Τίκα, τάκα, τίκα, τακ... Άκου πως ηχεί η καρδιά μου για σένα, παλαμάκια σου χτυπά, στο ρυθμό της χόρεψε εσύ για μένα»
Την πρώτη φορά που το άκουσα νόμιζα ότι ήταν τρολ. Δεν πίστευα ότι υπάρχει. Αλήθεια. Απείλησα μέχρι και με απουσία μια κοπέλα που ήθελε να το βάλει να το ακούσω... μετά απόρησα και είπα να το ξανακούσω. Και τότε κατάλαβα... Κατάλαβα το ζόρι του καλλιτέχνη Περσόνα. Ειλικρινά. Όχι. Ο ανθρωπος υποφέρει. Βλέπει σου λέει την τύπισσα και παραλύει. Τα χάνει. Κάτι σαν το τρακ που πάθαινε ο Παράβας όταν έβλεπε την Μπέτυ Αρβανίτη. Πίνει. Την προσεγγίζει. Η τύπισσα προφανώς ψιλή, προφανώς κόκαλο μυρίζει αλκοόλ. Μα δεν τον νοιάζει. Δεν τον πειράζει. Θέλει να γευτεί τα χείλη της. Και από το τρακ ο δόλιος την παρομοιάζει και με τον Ορέστη Μακρή τον μπεκρή αφού τα χείλη της μυρίζουν αλκοόλ. Φαντάσου... και κάνει και Τίκα, τάκα, τίκα, τακ η καρδούλα του... τι να πω... κουράγιο παλικάρι... τι την ήθελες τη μορφονιά... μόνο για τα ουίσκια της -ναι ναι ουισκια και κοσμοπόλιταν θα πίνει η μορφονιά- θα θες ένα σκασμό λεφτά... κι έχουμε και κρίση... και τι θα πει η μαμά... δεν κάνει αυτή για σένα πουλάκι... παραδέξου το...


Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2015

Πες το μ' ένα φιλί...

Βράδυ... έχεις ξεμείνει σπίτι και προφανώς αναρωτιέσαι τι να κάνεις... άσε που είναι κι ένα βράδυ που δυστυχώς -ή μήπως ευτυχώς...;- οι φίλοι σου δεν είναι διαθέσιμοι για να ακούσουν τα δικά σου...
Ανάβεις κι ένα τσιγάρο και οι σκέψεις περνούν με αστραπιαία ταχύτητα από το μυαλό σου... και τρέχει το μυαλό και θυμάται... και χάνεται σε κάποιες στιγμές που σαν παιδί κι εσύ πίστεψες στον ρομαντισμό του πράγματος... έλα μην ψεύδεσαι... μεταξύ μας τα λέμε... και ξέρεις τι λένε... μεταξύ κατεργαρέων, ειλικρίνεια... μότο μου φίλε/φίλη...
Και μια το μυαλό που ταξιδεύει, μια η κατάσταση που βιώνεις αναγκαστικά στρέφεσαι στη μεγάλη οθόνη... γιατί πως να το κάνουμε... εκείνο το φιλί που είχες ζήσει εκείνο το πρωί/μεσημέρι/απόγευμα/βράδυ κάτι σου θυμίζει ρε παιδί μου... τυλίγεσαι κι εσύ με το πάπλωμά σου, παίρνεις και το λατρεμένο σου τζανκ και βυθίζεσαι στον καναπέ σου... και αρχίζεις να ταξιδεύεις... ταξίδι στα φιλιά... ταξίδι στις αναμνήσεις... ταξίδι στα αβίωτα...

"From here to eternity" Burt Lancaster, Deborah Kerr
Θρυλικό το φιλί... θρυλικός ο Μπαρτ Λάνκαστερ... "Όσο υπάρχουν άνθρωποι" λέγεται η ταινία... "Όσο υπάρχουν σερνικά" θα έλεγα εγώ... λίγο το κύμα, λίγο η Χαβάη, λίγο ο Β' ΠΠ, λίγο το απαγορευμένο και τσουπ! νατο το φιλί... και τι φιλί... να σου κάνει κεφαλοκλείδωμα ο εύρωστος (τουλάχιστον) Μπαρτ κι εσύ να λιγώνεσαι... άτιμη κενωνία... -μη δαγκώνεσαι...έρχεται κι άλλο-...

"Notorious" Cari Grant, Ingrid Bergman
Και ναι Χίτσκοκ φίλοι... αυτό δεν είναι θρίλερ αλλά ένα φιλί... μα ένα φιλί... βλέπεις ο μετρ του σασπένς βρήκε τον τρόπο να "κλέψει" το φιλί που απαγορευόταν τότενες... και το κανε το θαύμα του ο αθεόφοβος.. βλέπεις τα χείλη να ενώνονται, τα μάτια να κλείνουν και... αρχίζεις να έχεις συμπτώματα... τι να κάνεις κι εσύ το ψυχουλάκι... Notorious ο τίτλος της ταινίας με τον αψεγάδιαστο ρετρό τύπο Κάρι Γκράντ και να σκέφτεσαι τρώγοντας ό,τι υπάρχει μπροστά σου "γιατί ρε γμτ.. γιατί ρε Θεούλη μου γκέι ο παλίκαρος...;" και τρως κι άλλη μπουκίτσα και αναστενάζεις βαριά και προχωράς στο επόμενο...

"Στέλλα" Μελίνα Μερκούρη, Γιώργος Φούντας  
Και μπορεί ο Μίλτος να κρατούσε μαχαίρι και μπορεί η Στέλλα να ήταν ό,τι ήταν αλλά... αξέχαστη ερωτική ιστορία... και το φιλί... ο τρόπος που η Στέλλα κρατάει το πρόσωπο του Μίλτου και εκείνος την πιάνει από τον αυχένα και τα μαλλιά... φίλη... σε νιώθω... τι πάθος βυθίζει σε πέλαγα το νου που λέει και το τραγούδι... και κάπως έτσι σκέφτεσαι μωρέ ας με άρπαζε κι εμένα έτσι κι ας μου βγαζε μαχαίρι... σε νιώθω... είναι... αυτό το... γράπωμα να το πω; πάθος να το ονοματίσω...; κάτσε φίλη γιατί... αρχίζει και εισβάλλει μια ζέστη... όσο να πεις... ανάσα και συνεχίζουμε...

"To Have and Have Not" Lauren Bacall, Humphrey Bogart

Με ξέρεις πια... όπου Μπόγκι εγώ σούζα... είναι ο πιο υπέροχος, ολοκληρωμένος, μοναδικός άνδρας που έχει υπάρξει... κι εγώ δηλώνω αιώνιο θύμα του... τον αγαπώ... ιδίως όταν υποδύεται τον αλτρουιστή που βοηθά έναν Γάλλο και την όμορφη γυναίκα του να βρουν καταφύγιο κατά τη διάρκεια του ΒΠΠ. Μαγεία... Ε... και όταν ο Μπόγκι -σχώρα με αλλά με το σερνικό αυτό έχω μεγάλη οικειότητα- αποφασίζει να... φιλήσει... νταξ... δεν μιλάμε... απολαμβάνουμε... χανόμαστε... εγώ τουλάχιστον... για σένα χρυσή μου αγνοώ... λίγο το φιλί... λίγο το στραβό τσιγάρο... ένα έχω να πω... "Έχεις δεν έχεις" να σαι σίγουρη ότι θα ονειρευτείς... ααααααχ... ας αλλάξουμε γιατί πλευριτώσαμε πάλι... λες και δεν ξέρω τώρα...

"The Notebook" Rachel McAdams, Ryan Gosling
 Και επειδή πήξαμε στο ασπρόμαυρο για το τέλος κάτι πιο.. σύγχρονο... κάτι σύγχρονο με ρετρό θεματική... τι πιο ρομαντικό και παθιασμένο από ένα συγκλονιστικό φιλί που δίνεται υπό βροχή... όχι χρυσέ μου δεν θα πλευριτώσεις από λίγη βροχούλα... τς τς τς... μα ήμαρτον πια... γι αυτό είδαμε σερνικό σύγχρονο και πάθαμε... άντρας που γράφει γράμματα, άντρας που ζει με ανάμνηση μέλλοντος... άντρας πιστός και ουχί κομπλεξικός... φίλα Ράιαν.. .φίλα μάνα μου μπας και δούμε άσπρη... μέρα; νύχτα; τέλος πάντων... φίλα εσύ και το τι θα δούμε... άστο... είδες όμως ρε παιδί μου; την έχει σηκώσει με το ένα χέρι... μπράβο το παλικάρι... εγώ τι να πω.. μπράβο του...έτσι θα γραφε κάποια στο "Ημερολόγιο" της...
Και κάπως έτσι περνάει η νύχτα σου... με φιλιά... με φιλιά που έδωσες... με φιλιά που ήθελες να δώσεις... με φιλιά που αλλιώς είχες φανταστεί κι αλλιώς σου βγήκαν... αν με ρωτάς -ρώτα δεν έχω θέμα- τα καλύτερα φιλιά είναι εκείνα που δεν αποτυπώνονται στις ταινίες...
Είναι τα φιλιά που δίνεις με κάποιον κάποιο μεσημέρι στα Εξάρχεια... που σου χει φέρει ένα τριαντάφυλλο -το πρώτο που παίρνεις στη ζωή σου- μέσα σε ένα μπουκαλάκι νερό -χωρίς καπάκι- για να μην ξεραθεί από τη ζέστη... τα φιλιά των Εξαρχείων που σε κάνουν να κοκκινίζεις και να καρδιοχτυπάς σα χαζό...φιλιά που δίνονται στην Πλατεία Σεπτέμβρη -ας πούμε- μήνα και που η γεύση που αφήνουν είναι εκείνη του μελομακάρονου... Αλήθεια; Φαντασία; Ποιος ξέρει...; ίσως έτσι να χω εγώ το ιδανικό φιλί... θέλω ένα φιλί με γεύση μελομακάρονου Σεπτέμβρη μήνα... μέχρι τότε... Ραντεβού με τον Μπόγκι... ;)











Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2015

Finally constructed!

Δευτέρα 10 Αυγούστου. Ότι είχα γυρίσει από την εξωτική -κυριολεκτικά- Σίκινο (θα ακολουθήσει κείμενο). Φαντάσου φίλη/φίλε ότι δεν είχε φύγει καλά καλά η αλμύρα από πάνω μου. Και κει που αναπολώ τις στιγμές που χανόμουν στο Αιγαίο χτυπάει το τηλέφωνο και ο πατέρας μου μου ανακοινώνει ότι την Τρίτη θα έπρεπε στις δέκα το πρωί να είμαι στην μαγευτική Πάτρα όπου θα έπαιρνα το ΚΤΕΛ για να πάω στην τροπική Αχαγιά για να διαλέξω πλακάκια. Όπως καταλαβαίνεις ήθελα χρόνο για να επεξεργαστώ τις πληροφορίες... Ποια πλακάκια; Ποια Αχαγιά; Μόλις είχα γυρίσει από την αγκαλιά του Οδυσσέα... Το μυαλό μου είχε μείνει σε κείνο το εκκλησάκι της Σικίνου, στην Παναγιά την Παντοχαρά... Για να μην στα πολυλογώ μου εξήγησε ότι θα ξεκινούσε η ανακαίνιση του σπιτιού. Εξαιρετική είδηση! Επιτέλους τα καλά έρχονται, σκέφτηκα και αμέσως μπήκα στην άλλη διάθεση... Που να ξερα... Παρακάτω ακολουθούν με σειρά εμφάνισης όλοι όσοι ενεπλάκησαν στην περιβόητη και ριζική ανακαίνιση της υπέροχης -πλέον- και ταπεινής οικίας μου...
Ρέλλος: Πρόκειται για ένα κατάστημα επίπλων, ειδών υγιεινής κλπ που βρίσκεται στην εθνική Πατρών-Πύργου. Η πρώτη στάση. Μπαίνω σε ένα κατάστημα γεμάτο πλακάκια, έπιπλα μπάνιου, μπαταρίες κουζίνας, ντουζιέρες, αξεσουάρ και άλλα τέτοια. Χάθηκα. Ένας καινούργιος υπέροχος κόσμος. Ένας κόσμος όμως που ήταν εφιάλτης καθώς είμαι άσχετη με τις διαστάσεις. Πόσο επί πόσο... στο Πέρα βροντά που λέει κι ο σοφός λαός. Ευτυχώς οι δύο κυρίες που δουλεύουν εκεί ήταν εξαιρετικά εξυπηρετικές. Σε βαθμό κακουργήματος όμως. Σκέψου ότι και η Βάνα και η Παναγιώτα άντεξαν και εμένα και τον μπαμπά. Όσκαρ υπομονής τα κορίτσια. Αλλά και ο Θάνος -ιδιοκτήτης- εξαιρετικός. Άνθρωποι καλόγουστοι και κυρίως με χιούμορ. Επέλεξα λοιπόν τα πλακάκια μπάνιου και κουζίνας, το έπιπλο του μπάνιου και τις μπαταρίες και πήγαμε στην αποθήκη για την παραλαβή.  Ο Γιάννης ο αποθηκάριος έφερε τα έπιπλα. Μου έκανε εντύπωση η ευγένεια τους. Όπως κατάλαβες ήμουν εξαιρετικά ενθουσιασμένη. Η αρχή δεν γινόταν να είναι καλύτερη. Σημείωση το κατάστημα συνιστάται. Καλόγουστο με ανθρώπους που «το χουν». Άνθρωποι φιλικοί και άμεσοι. Τι άλλο να ζητήσεις...;Γιατί αν ζητήσεις θα σαι αχάριστος.
Φεύγουμε από το μαγαζί με το αγροτικό όχημα του μπαμπά φορτωμένο και έτοιμο προς Αθήνα. Το μεσημέρι της Τρίτης ήμασταν στο γιαπί. Εγώ, ο μπαμπάς, ένα υπερφορτωμένο αγροτικό με έπιπλα, πλακάκια, κόλλες, τούβλα, βαριοπούλες και καλέμια... Και άρχισαν τα γκρεμίσματα. Και άρχισαν τα μπάζα και άρχισε και το κουβάλημα... και ενώ όλα αυτά συνεχίζονταν, συνεχιζόταν και η ροή των τεχνικών και των λοιπών συντελεστών...
Χρήστος: ή αλλιώς «ένα τσιπουράκι θέλω», ή «ο σηψαιμίας»... ο λόγος; Ο άνθρωπας μέχρι να κουνήσει το αριστερό χέρι είχε πάθει σηψαιμία ο υπόλοιπος. Ο Χρήστος γύρω στα 50+ παλιός υδραυλικός με τις αρβύλες του, την μπλε κάσκα και το παλιό μηχανάκι. Δούλευε με τόσο αργούς ρυθμούς που ήταν σαν να βλέπεις ταινία του μακαρίτη του Τεό -του Αγγελόπουλου... Ήρθε, εκτίμησε και έδωσε την παραγγελία... σιφώνια, τεφλόν, γωνιές Φ25, σφήνες και κάτι άλλα που τα άκουγα, τα σημείωνα και πραγματικά αποτελούσαν άγνωστη ύλη. Ένας καινούργιος κόσμος μου αποκαλύφθηκε. Αλλά η βραδύτητα του ανθρώπου ήταν απερίγραπτη... Για να συνδέσει την λεκάνη και τις μπαταρίες του νιπτήρα και της ντουζιέρας ήρθε στις οκτώ το πρωί και έφυγε στις τέσσερις το μεσημέρι... κρόσια τα νεύρα μου κρόσια.. τραγικόν! Ο Χρήστος κάνει καλή δουλειά αλλά εξασκεί και το Κεντρικό Νευρικό σου Σύστημα...
Αποστόλης: ή μοντέλο, ή μην ενοχλείτε ή ποιος είναι ο Γιωργάκης ο Κλούνεϊ μπροστά μου. Ο μάγκας με τη σπασμένη μπάλα που χρησιμοποιούσε για να βάλει τον γύψο. Κλασικό παράδειγμα. Ο Αποστόλης ήρθε την είπε και στον πατέρα μου και αποφάνθηκε «200 €». Αυτό είπε. Και μετά που του είπα να μου βάλει πρίζες σε κάποια σημεία για τον υπολογιστή και το κλιματιστικό έκοβε 30αρια. Πρίζα και 30 ευρώ. Θεός. Αυτό που έμεινε -εκτός από τις πρίζες- «εγώ το σέβομαι το ρεύμα.. δεν το φοβάμαι»... από το πολύ σέβας παραλίγο να πάθει ηλεκτροπληξία... μεγάλες στιγμές...

Παναγιώτης: ή Πάνος ή Πανάγος ή «μην αγχώνεσαι» ή αδερφούλης... Μεγάλη μορφή. Σ' αυτόν ουσιαστικά χρωστάω το σπίτι μου. Μου έφτιαξε το μπάνιο, μου έφτιαξε το ταβάνι από τους τοίχους που γκρεμίστηκαν, σοβάτισε... ο άνθρωπος από τα 10 του στην οικοδομή με ειδικότητα του τα καλούπια (καλουπατζής ή κάπως έτσι). Ο Πανάγος λοιπόν ήρθε μεταγραφή από Πάτρα. Σκέψου ότι φύγαμε με εκείνον στις πέντε το πρωί από την αχαϊκή πρωτεύουσα και οκτώ και μισή επιασε δουλειά στας Αθήνας. Μεγάλη μορφή. Με το χιούμορ του, το τσιγαράκι του -ποτέ στη δουλειά- τις μπυρίτσες του αλλά η δουλειά πάνω και πέρα από όλα. Και μπορεί εκείνος να λέει «αδερφούλη μην αγχώνεσαι» αλλά είναι εκείνος που τραβάει το κουπί. Πρόθυμος να κάνει τα πάντα, να βοηθήσει όπου μπορεί χωρίς να φωνάζει και να βρίζει. Ειλικρινά εντυπωσιάστηκα. Δεν ξέρω τι να πω γι αυτόν τον άνθρωπο... Άνθρωπος πολυεργαλείο. Πότε ήρθε, πότε τα φτιαξε... μπράβο του...
Ζαμπέτας: ή Μανωλιός ή ανεξάρτητος Έλληνας... Όχι δεν ήρθε με μπουζούκι. Όχι δεν έβγαλε πρόγραμμα... Ο Μανώλης ο Ζαμπέτας μαραγκός στο επάγγελμα μου έφτιαξε την κουζίνα. ΄Ήρθε την Δευτέρα στις εφτά το πρωί στην Αθήνα από την Κάτω Αχαγιά με το αγροτικό του φορτωμένο ξύλα, ξυλάκια, πριόνια, συρτάρια, αποροφητήρα, νεροχύτη και άλλα ευγενή. Κύριος. Έπεσε κι αυτός με τα μούτρα -καλά τι έχει το νερό της Αχαϊας, αναρωτιέμαι- και στις τρεις το μεσημέρι η κουζίνα ήταν έτοιμη. Εξαιρετικό το αποτέλεσμα. Να ναι καλά ο κύριος Μανώλης, ο γιος του ο Άγγελος και ο Φώτης που δεν κατάλαβα τι ακριβώς του είναι του Μανωλιού... Εδώ δεν υπήρξε κάτι αξιοσημείωτο. Ήρθαν, έφτιαξαν, έφαγαν, έφαγαν... εξαιρετικοί...
Στέφανος: ή Στεφ ή Σεφ ή Μάστορας. Ο Στέφανος είναι ο ελαιοχρωματιστής που το κύριο επάγγελμά του είναι Σεφ σε εξαιρετικά ρεστοράν της Αχαϊας. Με εμπειρία εξωτερικού ως executive chef στο ψάρι ήταν ο άνθρωπος που προσέθεσε κυριολεκτικά την τελευταία πινελιά στο σπίτι. Σπατουλάρισμα και στοκάρισμα, ξύσιμο (του τοίχου μην σκέφτεσαι πρόστυχα δεν θέλω) και βάψιμο. Με ένα ευρύ πεδίο γνώσεων επί του κινηματογράφου αλλά και του βιβλίου συζητούσαμε για ταινίες και για γενικότερα θέματα ενώ εκείνος έβαφε κουζίνα, χωλ και σαλόνι. Άνθρωπος με χιούμορ του άρεσε να με πειράζει για το χρώμα που είχε επιλεγεί -όχι από μένα- που είχε επιφέρει μια μάλλον περίεργη έκφραση στο υπέροχο προσωπάκι μου -ε ας ψωνιστώ και γω λιγουλάκι- όταν το είδα απλωμένο και στο ταβάνι που προφανώς έγινε άσπρο. Ο δυστυχής αγνοεί ότι δεν μασάω από πειράγματα και κριτικές. Τουναντίον το διασκεδάζω αφάνταστα. Μπορεί ο Στεφ ο Σεφ να φτιάχνει πιάτα υψηλής γαστρονομίας, να τον κοροϊδεύουν όταν σερβίρει «ακέφαλες σαρδέλες με τέσσερις τελίτσες» αλλά σίγουρα τον παραδέχονται όταν στήνει μενού σε ρεστοράν ξενοδοχείων και ακριβών ρεστοράν και σίγουα του βγάζουν το καπέλο όταν πιάνει το πινέλο ή το ρολό...
Αλέξης: ή ψυχοβγάλτης ή Προστακτική ή Αλτς... ναι ναι είναι ο πατέρας μου. Ο άνθρωπος που σε μια μέρα γκρέμισε δύο τοίχους, ένα μπάνιο και τα πλακάκια του τοίχου της κουζίνας. Ο άνθρωπος που τους έτρεχε όλους εκτός του Πανάγου και του Στέφανου. Τον Χρήστο τον δυστυχή τον έσταξε... Εμένα με έτρεχε. Ό,τι δεν κατάφερε η γυμνάστρια το κατάφερε εκείνος. Μέσα στο άγχος του συντονισμού, με το πασέτο και το μέτρο να έχουν γίνει προέκταση των χεριών του έμοιαζε με τη θεά Κάλι. Βρισκόταν παντού, έτρεχε για τα πάντα. Μαγείρευε, βοηθούσε, έβγαινε για υλικά, έφτιαχνε τσιμέντο. Και βέβαια προκαλούσε εκνευρισμό όταν δεν εύρισκε προφανή πράγματα. Μεγάλες στιγμές... Πάντως για να λέμε του στραβού το δίκιο να ναι καλά ο άνθρωπας γιατί συνησέφερε τα μέγιστα...
Όλη αυτή η Οδύσσεια κράτησε δύο προς τρεις εβδομάδες συμπεριλαμβανομένων και ολιγοήμερων ημερών ανάπαυλας που πέρασα στην Πάτρα. Α βέβαια. Γιατί η ανακαίνιση ανακαίνιση αλλά έπρεπε να κάνω και τα τουρ μου. Αφορμής δοθείσης είδα Κυπαρισσία, Πύργο και ξαναπήγα και Ναύπακτο, Γαλαξίδι, Ιτέα κλπ. Ναι ναι... Τέτοιο τουρ... ούτε ο Φινέας Φογκ. Τέλος πάντων... Όλο αυτό το ταξίδι τελικά μου απέξειξε αυτό που ήδη γνώριζα. Ότι τους ανθρώπους που έχουν χιούμορ και γελάνε μην τους φοβάσαι. Ότι ένα καλό αποτέλεσμα θέλει καλή βάση. Ευτυχώς μου έτυχαν οι καλύτεροι. Εντάξει... ο Χρήστος και ο Αποστόλης ήταν παραφωνίες αλλά...

Τρίτη 28 Ιουλίου 2015

Ο Μουρήνας, ο Αρίστος, η Βοργία και ο Πλάτων...

2003... Ιανουάριος ή αν προτιμάς Γενάρης -έτσι για την Αριστερά... Βράδυ... Κρύο... Και τι κάνει μια ξανθιά και δη η συγκεκριμένη; Απλό... Παίρνει αποφάσεις ζωής. Εκείνο το βράδυ, λοιπόν, αποφάσισα να δώσω εισαγωγικές για το Πανεπιστήμιο. Ναι ναι... με έναν στόχο. Να περάσω ΑΕΙ. Με τρελό στόχο αποκλειστικά και μόνο έναν που συνοψίζεται σε δύο λέξεις: Νομική Αθήνας.
Επόμενο βήμα να βρω καθηγητές, γιατί όλα κι όλα θα έκανα ιδιαίτερα. Πάντα απέδιδα στα ιδιαίτερα. Για να μαι και ειλικρινής, βέβαια, μόνο μια φορά είχα πάει φροντιστήριο και αποδείχτηκε ολέθρια. Που θα εύρισκα φιλόλογο και μαθηματικό. Η λύση ήρθε από τον τρίτο όροφο. Την ίδια χρονιά υποψήφια ήταν και η εξαδέλφη Ειρηάννα, η οποία έκανε ιδιαίτερα καθότι σοβαρή μαθήτρια. Το σχέδιο είχε μπει σε εφαρμογή. Πρώτο πιάνω τον μαθηματικό. Ο Τζώρης. Του λέω τι θέλω και συναινεί άνευ δισταγμού. «Ωραία» σκέφτομαι και συνέχισα για τη φιλόλογο. Και εκεί ...
Η φιλόλογος. Η κυρία Ελεάννα. Ξανθιά, σοβαρή, επιστήμων. Κλείνουμε ραντεβού και έρχεται στο σπίτι. Το θυμάμαι εκείνο το βράδυ. Συζητούσαμε με τη φιλόλογο υπό το φως των κεριών, αφού η ΔΕΗ αποφάσισε να αναδείξει τη ρομαντική μας φύση. Με τα πολλά συμφωνεί... ποια πολλά δηλαδή... συμφώνησε όταν της είπα ότι «αφού δεν με αναλαμβάνεις εσύ, θα βρω άλλη/άλλον». Αυτό ήταν.
Με αυτόν τον τρόπο μπήκε στη ζωή μου μια από τις καλύτερες μου φίλες. Τι φίλη... μπούρδες λέω. Μπήκε στη ζωή μου η δεύτερη αδελφή μου. Η Ελεάννα. Αρχίσαμε ένα ταξίδι γνώσης που αναδείχτηκε σε σχέση ζωής. Χιούμορ, διαγωνίσματα, απειλές, προφορική εξέταση, τσιγάρα και πολλή πολλή δουλειά. Η πίστη μου βγήκε για να μαι ειλικρινής. Ήταν κάτι σαν τον Δρ Τζέκιλ και κύριο Χάιντ. Κυριολεκτικά. Το πρωί αυστηρή, με το άγχος της παράδοσης και το απόγευμα η κολλητή μου.
Ατάκες τύπου «γενική της παρέας», «γενική του ερέβους», κοσμητικά επίθετα που στόλιζαν τον Μουρήνα -μα συγνώμη, είναι όνομα αυτό...;-, τα Ηθικά Νικομάχεια που με έκαναν ανήθικη, τα πολιτικά που με έκαναν πολιτικό πρόσφυγα, ο Πρωταγόρας που με έκανε σοφιστή και ο Παπαδιαμάντης που το τερμάτισε με την αίγα στο «Όνειρο στο Κύμα»... Βεεεεεβαια... Εξαιρετικό μάθημα. Τα νεύρα μου στο κόκκινο και η απορία στο πρόσωπο της Ελεαννας. Πως καταφέραμε να μην πέσουμε στα βαριά... μόνο ο Ύψιστος το γνωρίζει... 
Είχε πλάκα το ότι η μία έκανε τεστ αντοχής στην άλλη. Είχαμε μια εξαιρετική ικανότητα να δοκιμάζουμε τα όρια μας. Εκείνη όταν με στρίμωχνε με τα Πολιτικά του Αρίστου, ιδίως αυτό με την πόλη, τον οίκο και την κώμη και εγώ όταν αποδείκνυα αυτό που περίτρανα είχα εξαρχής δηλώσει ότι δεν αποστηθίζω.Και αφού πέρασαν οι εξετάσεις με την φιλόλογο να παίρνει ηρεμιστικό γιατί είχαμε «ξεχάσει» να ασχοληθούμε με τη Λογοτεχνία, και αφού πέρασα στο ΑΕΙ, Γερμανική Φιλολογία στο ΕΚΠΑ έχασα τη φιλόλογο αλλά μου έμεινε η φίλη.
Η φίλη μου η Ελεάννα. Μάλιστα. Τι να πεις για την Ελεάννα. Έλα ντε. Και θα με ρωτήσεις γιατί γράφω το συγκεκριμένο. Το γράφω γιατί απόψε σκεφτόμουν ότι όταν διανύω βαριές περιόδους μπαίνουν στη ζωή μου άνθρωποι με τους οποίους αναπτύσσω σχέσεις ζωής. Σκεφτόμουν ότι ό,τι έχω περάσει -και είναι πολλά- η Ελεάννα, η καλή μου ξανθούλα -μεταξύ μας αστειάκι- ήταν πάντα εκεί.
Έχει χιούμορ η συγκεκριμένη «δασκαλίτσα σα να λέμε». Βγαίνουμε για καφέ, ποτό ή ηδύποτο και αρχίζουμε το μπίρι μπρίρι. Ξεκινάμε από όλες τις αποχρώσεις του ξανθού -δεν είναι μόνο 50-, αναλύουμε τις γραμμές των ρούχων που προφανώς κολακεύουν για να περάσουμε στον Ελύτη, τον Σεφέρη και τον Εμπειρίκο. Γιατί με μας αυτά τα αγόρια περνούν καλά. Έχουν ρε παιδί μου πρωταγωνιστικό ρόλο. Με την Ελεάννα παρατηρούμε τον κόσμο, στραβομουτσουνιάζουμε όταν βλέπουμε κινητά εγκλήματα και κράζουμε οτιδήποτε είναι ζαβό πάντοτε με τη γνώση ότι και οι άλλοι κάνουν το ίδιο με μας. Με τη διαφορά ότι μας είναι παντελώς αδιάφορο.

Δεν ξέρεις πόσες φορές είχα πει την ατάκα...
Εννοείται ότι όπου πάμε συναντάμε κάθε περίεργο ή απόκληρο της ζωής. Τι να θυμηθώ... τους παπάδες στο Κολωνάκι που μας κοιτούσαν και έστελναν εκατέρωθεν μηνύματα στο κινητό δήθεν τάχα για επιστολές; τον ηλικιωμένο κύριο που έπαιζε με τα πετραδάκια που κοσμούσαν τα κεριά στο τραπέζι; τον σερβιτόρο που τραγουδούσε ενώ μια κυρία μεγάλης ηλικίας έπαιζε αρμόνιο, ωσάν τον πιανίστα στον Λούκυ Λουκ; τον Μάκαρο; Είναι άπειρα αυτά που μας έχουν συμβεί... γενικώς πάντα συμβαίνει κάτι...
Η Ελεάννα είναι γενναιόδωρη. Ξέρει να δίνει. Ξέρει να είναι εκεί. Δεν θα το πει. Αν είναι θα το καταλάβεις. Δεν θα χρειαστεί να το μαντέψεις. Το δηλώνει. Ξεκάθαρα όμως. Όχι ντεμέκ. Είναι έτσι ως άνθρωπος. Σιχαίνεται το γκρι. Είναι η μόνη -εκείνη και η Μαρία- που αντέχουν και καταλαβαίνουν τα χασίματά μου.  Στην Ελεάννα δεν είναι ανάγκη να εξηγείς. Νιώθει ρε παιδί μου. Δεν είναι άμπαλη. Αγαπάει πολύ τα γλυκά... Ιδίως το προφιτερόλ της «Σελήνης» στην Παλλήνη.
Είναι ο άνθρωπος που μόνιμα πάμε μαζί για ψώνια. Μονίμως με κυνηγάει με το να βάζω πιο χαμηλό ντεκολτέ ή κάτι πιο στενό αφού έχω αδυνατίσει πολύ. Και βέβαια η αγαπημένη της ατάκα «ούτσου δεν έχεις εικόνα του τωρινού εαυτού σου». Την αγαπάει αυτήν την ατάκα. Σιχαίνεται τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Θεωρεί ότι είναι μόνο για όσους ψάχνονται γκομενικά. Μου δίνει συγχωροχάρτι γιατί ξέρει τους λόγους. Καταλαβαίνει. -το χω χρησιμοποιήσει αρκετά το ρήμα, ε;-.
Με την Ελεάννα μιλάμε προφανώς για γκομενικά. Προφανώς ξέρει και προφανώς ξέρω. Δίνουμε ρέστα σ' αυτές τις συζητήσεις. Εννοείται. Πφφφ... ευκολάκι... Και καταλήγουμε να διαφωνούμε για την κατοχή του «μαλακομαγνήτη». Μιλάμε για ψυχανάλυση. Αναλύουμε τσιτάτα. Σκέψεις. Χανόμαστε σε νοήματα για να πούμε «δε γαμιέται» και να συνεχίσουμε με άλλο θέμα.
Το ούτσου λοιπόν με έχει κρατήσει στα πόδια μου. Δεν ήταν ποτέ δεκανίκι. Δεν μπορεί να είναι δεκανίκι. Ο λόγος; Απλός. Θεωρεί ότι ο κόσμος γίνεται καλά μόνος του. Γι αυτό άλλωστε κι εκείνη όπως κι εγώ, δεν ζητάμε βοήθεια από κανέναν. Όχι γιατί είναι υποτιμητικό. Απλά πως να στο εξηγήσω... γιατί πιστεύουμε στην αυτοϊαση. Τον εαυτό μας τον κάνουμε καλά μόνοι μας. Δεν φορτωνόμαστε στους άλλους. Βεβαίως τα προβλήματα μας τα επικοινωνούμε. Προβλήματα, σκέψεις, πράξεις, ανασφάλειες. Τα πάντα.
Ξέρει να προστατεύει η Ελεάννα. Απεχθάνεται το ψέμα. Όσοι την γνωρίζουν στην αρχή την βρίσκουν απόμακρη. Σνομπ. Καμία σχέση. Απλά η Ελεάννα είναι επιλεκτική. Εκλεκτική. Τόσο που για κάποιους μπορεί να θεωρηθεί περίεργη. Σκασίλα της όμως. Ξέρει ότι την αγαπάνε εκείνοι που θέλει η ίδια να την αγαπούν. Κι ενώ τη βλέπεις έτσι τσουπ γίνεται ένα με το πάτωμα. Γιατί γελάμε πολύ. Πάρα πολύ όμως. Γιατί είμαστε σοβαρές και ξέρουμε να κρατάμε τη θέση μας.Χρησιμοποιώ πληθυντικό ταύτισης, όχι για να ευλογήσω τα γένια μου, αλλά για να τονίσω τις ομοιότητες που έχουμε στο φέρεσθαι. Και οι δύο έχουμε πάρει πολύ «μαμά». Γι αυτό και εκείνη και η Μαρία ήταν οι μόνες που μπόρεσαν όντως να συλληπηθούν, με την κυριολεκτική σημασία της λέξεως, στην αποχαιρετιστήρια τελετή της μαμάς μου. Εκείνες ήταν. Με την Ελεάννα να μου θυμίζει το σημαντικό καθώς «είτε νυχτώνει είτε βραδιάζει πάντα λευκό το γιασεμί» -ας μου συγχωρεθεί τυχόν παράφραση.
Η Ελεάννα. Ελευθερία και Άννα. Αυτή που θα έλθει αν να... η ερχόμενη, το αρχαίο δυνητικό και η έκφραση της υποτακτικής. Εξαιρετικό. Μια εξίσωση για δυνατούς λύτες που γίνεται όμως ευκολάκι για όσους είναι στο σύστημα της.
Και τώρα ανυπομονώ. Ξέρεις γιατί, ε; Ε που να ξέρεις. Ο Κάλχας είσαι...; Όχι... Λοιπόν. Ανυπομονώ πως θα αντιδράσει στη μεγαλύτερη πρόκληση. Θα αναλάβει να με τοποθετήσει στους εισακτέους της Νομικής Αθηνών για το έτος 2016. Μόνο που της επιφυλάσσω μια έκπληξη. Δεύτερη επιλογή θα είναι η Φιλολογία Αθήνας... Αλλά μην της το πείτε... έχω το λόγο σας...;

Παρασκευή 17 Ιουλίου 2015

Κάντο όπως οι Βραζιλιάνοι!

Παρασκευή απόγευμα. Δεν είχα τι να κάνω... βαριόμουν, βιβλία δεν έχω να διαβάσω, ήμουν και λίγο πτώμα από την πρωινή προπόνηση στο γυμναστήριο και έτσι είχα γίνει κυριολεκτικά ένα με τον καναπέ μου υπό τον ήχο που παράγει το κλιματιστικό, καθότι παλιό αν σκεφτείς ότι είναι μόνο ψύξης.
Έρχεται, λοιπόν, η Ειρηάννα και μου λέει «πάω βόλτα την Κέρα -σκυλί που φιλοξενεί- και ετοιμάσου να πάμε στο ζίου ζίτσου». Και επειδή έχω μια έμφυτη περιέργεια, και επειδή μου αρέσει να βλέπω και να μαθαίνω νέα πράγματα και επειδή είχαν πιαστεί και οι γάμπες αποφάσισα να πάω κι ας μου έβγαινε και σε κακό...
Ακολουθώντας τις συμβουλές της εξαδέλφης Ειρηάννας, πήρα μαζί ρούχα, αποσμητικό, κολώνια, πετσέτα και άλλα χρήσιμα, ντύθηκα «γυμναστηριακά» και ξεκινήσαμε για τη σχολή. Παρκάραμε μέσα στου Ψυρρή και κατεβήκαμε. Παίρνουμε το ασανσέρ με την απίστευτη μουσική και πριν αυτό σταματήσει μου λέει η εξαδέλφη «σε θέλω σοβαρή. Εδώ κάνουμε δουλειά». Και πράγματι ήμουν. Έβγαλα τα σανδάλια μου, διότι στο τατάμι (ιαπωνικό στρωματάκι προπόνησης) πατάμε μόνο ξυπόλητοι, και κάθισα στο τατάμι αρχίζοντας να κάνω προθέρμανση.
Μου εξήγησαν ότι κάθε Παρασκευή είναι μέρα «νο γκι». Νόημα δεν έβγαλα και μου το εξήγησαν βέβαια... το γκι είναι η στολή (;) η φόρμα (;) που φορούν οι αθλητές κατά την προπόνηση και τους αγώνες. Άρα «νο γκι» ίσον «νο στολή». Να σου πω την αλήθεια πολύ με συγκίνησε το γεγονός...
Οκτώ μαθητές στην αίθουσα και ένας Δάσκαλος ή αλλιώς Σένσεϊ (ο δάσκαλος στα ιαπωνικά). Όλοι άνδρες. Οι μόνες γυναίκες ήμασταν η Ειρηάννα και η αφεντομουτσουνάρα μου. Με παραίνεση του δασκάλου έβγαλα το βραχιολάκι που φορούσα και άρχισα να κάνω ό,τι έκαναν και οι άλλοι. Άρχισα να μπαίνω στη διαδικασία μιμούμενη αυτά που έβλεπα. Και μπορώ να πω ότι μου άρεσε...
Στην αρχή ζέσταμα. Όλοι έκαναν διατάσεις, τεντώματα σαν κι αυτά που μου κάνουν στο γυμναστήριο, όταν πιάνονται γάμπες, προσαγωγοί, απαγωγοί και χέρια. Εκεί αισθάνθηκα υπέροχα. Είναι αυτό που λένε «το χω ρε παιδί μου».
Μετά ο Σένσεϊ αποφάσισε να δείξει νέα λαβή. Εκεί ήμουν. Πραγματικά άρχισα να προσέχω κάθε κίνηση και να ακούω προσεκτικά ό,τι λέει. Με αυτόν τον τρόπο έμαθα την περίφημη λαβή «Κιμούρα». Ναι ναι λαβή «κιμούρα». Είναι που κρατάς τον καρπό του τεζαρισμένου αντιπάλου και περνάς το άλλο σου χέρι κάτω από τον αγκώνα του και το φέρνεις να πιάσεις τον καρπό σου. Δεν είναι τόσο μπερδεμένο όσο ακούγεται. Το υπόσχομαι. Σκέψου ότι το έκανα σωστά! Και μπορώ να σου πω ότι το έκανα καλύτερα κι από τους μαθητές. Αμέ!!! Πολύ περήφανη ένιωσα!
Στη συνέχεια μου έμαθαν το «μάτα λεόν». Αγαπημένη κίνηση. Πιέζεις τις καρωτίδες του αντιπάλου και εκείνος φεύγει για το μακρύ ταξίδι. Πολύ την αγάπησα την συγκεκριμένη κίνηση να ξέρεις! Μαθαίνεις να πνίγεις επαγγελματικά... Πόσο υπέροχο!

Και μετά από την εξαιρετική επιτυχία που γνώρισα στις δύο αυτές κινήσεις παροπλίστηκα, διότι έπρεπε να «παλέψουν» οι ίδιοι οι μαθητές. Πήγα στη γωνιά μου και παρακολουθούσα προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσω αυτό που λέγεται «Brazilian Jiu Jitsu». Την ιστορία του αθλήματος την ήξερα. Είχα μελετήσει. Το ζίου ζίτσου είναι ιαπωνική πολεμική πάλη προερχόμενη από το τζούντο. Θα με ρωτήσεις όμως τι δουλειά έχει το «Brazilian» και θα σου απαντήσω εν τάχει. Την τέχνη έφερε στη Βραζιλία ο δάσκαλος Μαέντα. Ο Μαέντα κλήθηκε να διαμορφώσει την ιαπωνική αποικία στην Βραζιλία και δέχτηκε τη βοήθεια της οικογένειας Γκρέισι. Τότε ο Δάσκαλος αποφάσισε να ανταμείψει τον Βραζιλιάνο μαθαίνοντας Ζίου Ζίτσου στον γιο του ανθρώπου αυτού. Ο Κάρλος Γκρέισι που ήταν μάλλον σαν την Ειρηάννα μικροκαμωμένος και εξαιρετικά αδύνατος προσάρμοσε το ζίου ζίτσου επάνω του φτιάχνοντας νέες κινήσεις. Και εγένετο το βραζιλιάνικο ζίου ζίτσου!
Στο θέμα μας... Έβλεπα εφτά άντρες και μια γυναίκα να γίνονται ένα. Να πέφτουν, να αρπάζει ο ένας το πόδι, το χέρι ή ό,τι άλλο μπορούσε του αντιπάλου του, να ιδρώνουν, να τυλίγονται, να πνίγονται, να σπάνε και να χτυπάνε το τατάμι λέγοντας «ταπ». Με τη λέξη «ταπ» σταματούσαν όλα. Κατάλαβα λοιπόν ότι το «ταπ» είναι ό,τι είναι το στοπ στην οδήγηση. Δίκιο είχα.
Κάποια στιγμή ένας αθλητής με είδε και μου είπε «δεν θα φύγεις παραπονεμένη. Μόλις πάρω τον Έντι ξεκινάμε». Έβλεπα λοιπόν τον Δημήτρη να παλεύει με τον Έντι. Δεν θα πω ποιος έκανε ταπ πρώτος αλλά θα υπογραμμίσω ότι ήταν ένας εξαιρετικά ενδιαφέρον αγώνας. Έβλεπα και καταλάβαινα ότι ο σκοπός είναι να φτάσεις τον άλλον στο «ταπ». Λίγο πριν τον οριστικό πνιγμό ή σπάσιμο. Όλο το σώμα γίνεται ένας μοχλός που ανεβάζει τον άλλον ή τον πετάει ή τον τουμπάρει ή τον γυρίζει ή τον τραβάει. Μαγεύτηκα η αλήθεια είναι, αφού δεν υπάρχει σαφής μπούσουλας κινήσεων. Υπάρχει το ένστικτο και οι αποφάσεις. Στις αποφάσεις δίνουν πολύ μεγάλη σημασία. Στις αποφάσεις και στο ποιος είναι πάνω και ποιος κάτω... Πήγα στον Δημήτρη ανησυχώντας μήπως του προκαλέσω κάποιο τραυματισμό ή κάτι καθότι για μένα μιλάμε αφενός και αφετέρου μου είναι απείρως εύκολο. «Ξάπλωσε πάνω μου» μου υποδεικνύει, «παρακαλώ» του λέω και τότε ο άνθρωπος μου εξηγεί ότι στόχος μου είναι να ξαπλώσω μπρούμυτα επάνω του περνώντας μέσα από τα πόδια του. Δεν είναι τόσο πως να το πω... τόσο... πρόστυχο όσο μάλλον το φαντάστηκες... γιατί άντε να περάσεις τα πόδια του Δημητράκη... Σε προκαλώ... Η Κερκόπορτα της Αγιά Σοφιάς ήταν ξεκλείδωτη μπροστά στα πόδια του ανθρώπου. Δεν μπορούσα να βάλω το πόδι μου ανάμεσα στα δικά του! Τέτοιο δράμα πέρασα! Μετά μου είπε να κάτσω επάνω του... και πάλι τι εννοείς να λέω εγώ, να κάτσεις πάνω μου να μου λέει εκείνος... με τα πολλά υπάκουσα. Έκατσα επάνω του «Συγχαρητήρια! Αυτό λέγεται mountain και παίρνει 4 βαθμούς»... Δεν ήμουν και ιδιαίτερα περήφανη, βέβαια, αφού δεν το κατάφερα μόνη μου...
Ο Δάσκαλος παρακολουθούσε και μου είπε ότι για πρώτη φορά τα πήγα εξαιρετικά, απλά πρέπει να πέφτω ακουμπώντας στους βραχίονες και όχι στους καρπούς. Αστειάκι...; Του εξηγεί η Ειρηάννα ότι έχω κάνει μπαλέτο στα χρόνια εκείνα και συμπληρώνει ο Ζεν Σένσει «Μπαλέτο; Άρα ξέρει να πέφτει»... γελάσαμε η αλήθεια είναι... απλά προσέθεσα τη λέξη «γεγονός»...
Φύγαμε από τη σχολή ιδρωμένες αλλά ελαφρύτερες. Πρακτικά δεν το πίστευα. Αλλά όταν κατάλαβα ότι είχε περάσει μιάμιση ώρα κατά την οποία δεν σκέφτηκα τίποτα τότε το συνειδητοποίησα... Πέρασα εξαιρετικά στο Brazilian Jiu Jitsu στην σχολή επί της οδού Αθηνάς. Απέραντα ήρεμος ο Σένσει με το νο γκι του και το ίδιο και οι αθλητές του. Αν θα ξαναπήγαινα...; Χμ...

Σάββατο 11 Ιουλίου 2015

Ο ξάδερφος μου ο Παλιοαλέκος...

Νοέμβριος 2013 λίγο πριν τα γενέθλιά μου... Επιστρέφω βράδυ από την εφημερίδα και βλέπω φωταψίες στο σπίτι... παράξενο σκέφτομαι και αποφασίζω να μπω στο σπίτι... Μπαίνοντας συναντώ τη Σοφία σημαιοστολισμένη και ακούω φωνές... Με τη βοήθεια της νοηματικής προσπαθώ να βρω άκρη στα περίεργα της βραδιάς... Αντ αυτού η Σοφία μου δίνει έναν δίσκο με καφέδες και μου λέει να πάω στο σαλόνι... με την τσάντα παραμάσχαλα και τον δίσκο ανά χείρας μπαίνω στο σαλόνι...Εκεί αντικρύζω τη μάνα μου με μαλλί χτενισμένο, έναν άντρα μεγάλης ηλικίας, έναν νεαρό κι έναν άλλο πιο λιγομίλητο αλλά πολύ ζεστό. Και η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου ευρώ «ποιοι ήταν αυτοί και το κυριότερο τι κάνουν στο σαλόνι μου»...
Και αρχίζουν οι συστάσεις... ο κύριος μεγάλης ηλικίας είναι ο θείος ο Θάνος, αδερφός του θείου Γιώργου -ο Πικάσο της οικογένειας, φτασμένος ζωγράφος-, ο νεαρούλης είναι εγγονός του θείου Θάνου και ο παράξενος και λιγομίλητος τύπος είναι ο γιος του θείου Θάνου ο Αλέκος... ή μήπως ο Παλιοαλέκος...; Θα κριθεί...
Χαρήκαμε για τη γνωριμία όλοι, τα χαμόγελα της αστικής ευγένειας, γίναμε και φίλοι στο φατσοβιβλίο -σιγά μη μας ξέφευγε- και κάπως έτσι η συνάντηση έφτασε στο τέλος. Μετά την επίσκεψη αρχίσαμε με τον Αλέκο να έχουμε μια ελαφριά επικοινωνία. Τόσο όσο. Τον Φεβρουάριο του 2014 ο θείος και ο Αλέκος ξανάρθαν στο σπίτι προκειμένου να κανονιστούν οι λεπτομέρειες για την επέμβαση του θείου. Και εκεί έγινε κάτι μαγικό. Αρχίσαμε να δένουμε με τον παλιοαλέκο... Γελούσαμε χωρίς να χρειάζεται να ειπωθεί κάτι. Και μόνο που βλεπόμασταν γελούσαμε... βέβαια η αλήθεια είναι ότι ναι οκ είμαστε και λίγο γελοία άτομα... για να προχωρώ και να μην ταλαιπωρώ με περιττά, κατά την παραμονή του θείου στο νοσοκομείο ο Αλέκος, η Νίνα (σύζυγος Αλέκου), η Ντάνα και η Ελένη (αδερφές Αλέκου) έμειναν στο σπίτι μου. Και λίγο που μόλις είχα χάσει τη μαμά μου, λίγο που και τα παιδιά έχουν εξοικειωθεί με τις απώλειες δέσαμε... Με όλους μα περισσότερο μ αυτόν τον κοντούλι, λιγομίλητο τύπο... τον Αλεκούκο και μετά με τη Νινού...

Τέρας Αλέξανδρε Βασιλόπουλε
Ο Αλέκος λοιπόν. Ο Αλέκος που με έναν μαγικό και παράδοξο τρόπο μπήκε στη ζωή μου κι εγώ έγινα το μόνο «μη διαμαρτυρημένο του γραμμάτιο». Με τον Αλέξανδρο Βασιλόπουλο δεν χρειάζεται να μιλάμε πολύ. Όχι. Ένα βλέμμα αρκεί. Ένα γέλιο, ένα μηδίαμα, ένα νεύμα. Ο Αλέκος έχει μια αγκαλιά που τους χωράει όλους... Όλους; Όχι. Σίγουρα όχι. Και ξέρεις κάτι; Μου είναι αδιάφορο, διότι ξέρω ότι χωράει εμένα. Η αγκαλιά και το ντάντεμα μου χουν λείψει ως άνθρωπος. Δεν με έχουν νταντέψει. Και αυτό μ αρέσει και το απολαμβάνω όταν -σπανίως- συμβαίνει. Μέσα στην αυτάρκειά μου, η αγκαλιά είναι ζητούμενο. Και ιδίως μια ζεστή, γερή και προστατευτική αγκαλιά. Αυτό με συγκίνησε στον Αλέξανδρο, ή Αλέξη, ή Άλεξ ή Αλέκο -όχι δεν είναι κακοποιός, απλά έχει πολλές εναλλακτικές.
Ο Αλέκος λοιπόν που αν και στερείται πτυχίων και παχυλών τίτλων, είναι εντούτοις εξαιρετικά μορφωμένος. Δεν έχει «αναπηρίες». Δεν σε προσβάλει για να αισθανθεί άρχων, δεν είναι ζητούμενό του αυτό. Ζητούμενο του είναι να πάρει τα θετικά σου και να τα «κουμπώσει» επάνω του με τον καλύτερο για εκείνον τρόπο. Δεν είναι κομπλεξικός. Δεν τον αφορά το κόμπλεξ.
Έχει πλάκα γιατί κάποιες φορές ο Αλέκος χάνεται μέσα στα νοήματά του. Μπορεί να με φτάσει στην τρέλα όταν αρχίζει να μιλάει περίπλοκα. Τι εννοώ; Όταν μιλάει τόσο περιφραστικά για κάτι ή κάποιον που χάνεται και εκείνος κι εγώ όχι απλά χάνομαι αλλά μεταφέρομαι σε μια άβυσσο. Είναι αναμφίβολα καλοπερασάκιας χωρίς όμως να τον πιάνει κατάθλιψη αν δεν μπορεί να καλοπεράσει. Γιατί πολύ απλά ξέρει ότι να περνάς καλά δεν απαιτεί χρήμα αλλά διάθεση. Κι αυτή είναι δωρεάν.
Ο Αλέκος ξέρει να αγαπάει. Ξέρει να προστατεύει με έναν παράδοξα δικό του τρόπο που νομίζει ότι γίνεται κατανοητός αλλά καταντά εξαιρετικά δυσνόητος. Γι αυτό μου σπάει τα νεύρα.
Τα μάτια του είναι αφάνταστα γαλανά και ειλικρινή. Κι αυτό μ αρέσει γιατί έχει μπέσα. Βαριά λέξη. Ναι ο Άλεξ έχει μπέσα. Ξέρει να φοράει τα παντελόνια.
Όχι δεν είναι τέλειος. Το καλοκαίρι έγινε κάτι και με στενοχώρησε απόλυτα. Ήταν φάουλ. Το κατάλαβε. Και το θέμα έκλεισε. Μα μια σχέση δοκιμάζεται. Κι εμείς δοκιμαζόμαστε.
Ο ξάδερφος μου ο Αλέκος λοιπόν. Ο ΄Αλεξ που παραλίγο να τρακάρει όταν ένα ζουζούνι τιτανοτεράστιο μπήκε στο τουτού και απειλούσε την ύπαρξη μου. Ο Άλεξ που πέρυσι περίμενα στη Ναύπακτο γιατί το αγαπάκι μου ξεχάστηκε στη βάρκα... -άλλη σφυριά κι αυτή-... Ο Άλεξ που συγκινείται με τη «Μαρία Νεφέλη» και συνδέει τον Μπουκόφσκι εις τα μέζεα...
Κάθε φορά που βρισκόμαστε βγάζουμε φωτογραφίες κατόπιν δικής του παρότρυνσης και τις αναρτούμε στο ΦΒ. Και εκεί γίνεται ο πανικός. Νομίζουν ότι είμαστε μαζί. Νομίζουν ότι είμαστε παντρεμένοι... Τραγικόν... Απλά έχουμε μια εξαιρετική σχέση. Όταν είμαστε μαζί γινόμαστε αυτό που είμαστε... παιδιά. Αγκαλιές, γέλια και πολύ πολύ πειραγμα. Ναι ο Αλέκος Βασιλόπουλος είναι εκτός από ξάδερφος, φίλος, κολλητός, συνταξιδιώτης στα μπερδεμένα μου ταξίδια, πρόθυμος να απαντήσει στις ηλίθιες ερωτήσεις μου και να αναμετρηθεί με το πείσμα μου μέχρι να σκάσω... Πλέον παρατηρεί τη ζωή μου -βασικά από την αρχή το έκανε- χωρίς να μιλάει. Ξέρω όμως ότι όταν τον χρειαστώ πάντα θα είναι εκεί. Όπως κι εγώ άλλωστε.
Μία μόνο ερώτηση... Αλέκο μου... Αλεκούκο μου... η πρότασις για το θερινό ψάρεμα ισχύει παλικάρι μου ή τσάμπα μαθήματα παίρνω από το youtube? Εδώ σε θέλω... Οριστικά όμως... χαχαχαχα Σ'αγαπάω τέρας...

Σάββατο 4 Ιουλίου 2015

Ψηφίζω ΟΧΙ γιατί...

Σάββατο 4 Ιουλίου απόψε... Δεν είναι, όμως, όπως κάθε Σάββατο... Δεν υπάρχει αυτή η ηρεμία της θερινής ραστώνης. Ελάχιστοι είναι εκείνοι που προβληματίζονται για το αν και που θα επιλέξουν να διασκεδάσουν... Ακόμα λιγότεροι εκείνοι που προγραμματίζουν επίσκεψη σε κάποια παραλία..
Ο λόγος δεν είναι άλλος από την αυριανή ημέρα. Κυριακή αύριο. Ημέρα διενέργειας δημοψηφίσματος. Ο λαός, όλοι εμείς, θα κληθούμε να ψηφίσουμε υπέρ του ΝΑΙ ή του ΟΧΙ. Να επιλέξουμε αν εγκρίνουμε αυτά που μας προτείνονται ή να τα καταψηφίσουμε.
Μια εβδομάδα τώρα ο κόσμος ζει σε ένα καθεστώς φόβου και τρόμου. Λες και έρχεται ο Εωσφόρος, η συντέλεια... Λες και δεν θα υπάρχει αύριο για την καημένη Ψωροκώσταινα. Λες και η Ελλάδα θα πάψει να υφίσταται στο χάρτη. Όλοι βρίζουν και βρίζονται. Βρίζουν τον Τσίπρα, βρίζουν τους δανειστές, βρίζουν τους γείτονες, βρίζουν το σκύλο τους, βρίζουν τον κακό τους τον καιρό. Και βρίζονται με μεγάλη επιτυχία. Τόσο μεγάλη που βγαίνουν οι πεφωτισμένοι της ελληνικής κοινωνίας και μιλούν περί «εθνικού διχασμού». Πρώτη φορά έμαθα ότι ένας τρόπος εφαρμογής άμεσης δημοκρατίας όπως είναι το δημοψήφισμα, μπορεί να οδηγήσει σε εμφύλιο πόλεμο. Τα παραλέω; Δε νομίζω... κι αν έχεις δει το τσίρκο στα πολιτισμένα τηλεοπτικά κανάλια μάλλον θα με δικαιώσεις.
Πολλοί με ρωτούν τι θα ψηφίσω. Η απάντηση είναι απλή «ΟΧΙ» ασφαλώς. Επιλέγω συνειδητά το ΟΧΙ. Όχι στα μνημόνια, όχι στους εκβιασμούς όχι στο θάνατο της σταγόνας. Αν με ρωτάς ψηφίζω όχι σε όλα αυτά που ζούμε και ΝΑΙ στη δραχμή. ΝΑΙ στην επιστροφή στο εθνικό μας νόμισμα. Οι λόγοι;
1.Αξιοπρέπεια: Η χώρα μου έχει χάσει την αξιοπρέπεια της. Έχει μετατραπεί σε ένα ξέφραγο αμπέλι που εδώ και κάποια χρόνια υπάρχει προκειμένου να εξυπηρετεί τους ξένους. Η Ελλάδα δεν προέρχεται πια από τον ήλιο... έχει καταντήσει να δεθεί με την Εκάτη. Με την πιο σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού. Οι μεγάλοι άνθρωποι δεν μπορούν να ζήσουν με την αξιοπρέπεια που ζούσαν. Οι συντάξεις μειώνονται στο ελάχιστο, τα χρήματα δεν επαρκούν ούτε για την αγορά φαρμάκων. Όταν η Υγεία γίνεται ζητούμενο για όλες τις ηλικίες τότε για ποια αξιοπρέπεια μιλάμε; Όταν η πιο παραγωγική ηλικία έχει τεθεί στο εργασιακό περιθώριο, πως είναι δυνατόν να επιζητούμε επιπλέον μειώσεις; Μείωση, μείωση, μείωση... Όταν μειώνεις μικραίνεις... κι όταν μικραίνεις απλά παύεις να υπάρχεις...
2.Αντίδραση: Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει μόνιμα να ακολουθούμε τις γραμμές της Ευρώπης. Ποιος τους είπε ότι η Ελλάδα είναι ο φτωχός συγγενής; Ποιος τους έμαθε να έρχονται και να επιβάλλουν; Και μη βιάζεσαι να μου πεις ότι τους χρωστάμε... Όχι. Γιατί αυτοί χρωστούν περισσότερα. Όταν στα έσοδα των χωρών περιλαμβάνονται και τα έσοδα των μουσείων τους. Μουσεία γεμάτα Ελλάδα. Λούβρο, Βρετανικό και άλλα πολλά έχουν στις προθήκες τους ελληνικά εκθέματα. Τόσο θαυμαστά που για ορισμένους γίνεται σκοπός ζωής να τα επισκεφθούν. Μας χρωστούν λοιπόν. Μας χρωστούν τη δημοκρατία, τη φιλοσοφία, τη φιλολογία ακόμα και τη ρητορική. Μπάστα φίλοι! Μάθετε να σέβεστε. Οι επαναστάσεις ξεκινούν από κάτι λίγους, τρελούς, παλαβούς... Έτσι έγινε και η έξοδος του Μεσολογγίου... Από κάτι τρελούτσικους... Ακόμα και την Ευρώπη μας χρωστούν... Επιτέλους ας καταλάβουν ότι η Ελλάδα πλέον έχει κυβέρνηση. Πρώτη φορά Αριστέρα και γουστάρουμε φίλοι...

3.Δραχμή τώρα: Εγώ οικονομικά δεν ξέρω. Δεν σκαμπάζω, που λέει κι ο πατέρας μου. Ξέρω όμως ότι αν πάμε τώρα στη δραχμή θα πεινάσουμε. Ναι είναι αλήθεια. Δελτία, φάρμακα γιοκ, εξαθλίωση, λουκέτα και όλα αυτά τα ασπρόμαυρα. Ξέρεις όμως κάτι φίλη/φίλε; Μακάρι να επιστρέψουμε σε τόση φτώχεια. Το θέλω και το παρακαλάω. Και δεν μιλάω εκ του ασφαλούς. Όχι. Θέλω να επιστρέψουμε στο πραγματικό μηδέν. Μόνο έτσι θα ξαναγίνουμε άνθρωποι. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να επαναπροσδιορίσουμε. Να αρχίσουμε να βλέπουμε καθαρά. Να ζυγίζουμε τα βασικά. Να λέμε δόξα τω Θεώ που έχουμε υγεία και περπατάμε. Να γελάμε στη θέα του ήλιου. Να χαιρόμαστε που ξυπνάμε το πρωί και να λέμε μια αληθινή καλημέρα. Στο δικό μου μυαλό μόνο έτσι οι άνθρωποι θα ανοίξουν. Θα διώξουν το φόβο, τις σκιές, τα σκοτάδια. Όταν φτάσουμε στο μηδέν οι άνθρωποι θα ξαναγίνουμε άνθρωποι. Ρομαντική σκέψη πολύ αλλά κουράστηκα πια να βλέπω τον κόσμο να κλείνεται, να αποκλείει, να τοποθετείται σε βάθρα επειδή είναι λίγο πιο πάνω από άλλους... Όχι. Οριζόντια ισότητα για όλους. Δραχμή τώρα γιατί θέλω να νιώσω το πως ήταν η «Συνοικία το Όνειρο». Γιατί θέλω να νιώσω την αλήθεια και τη γνησιότητα. Γιατί βαρέθηκα να ακούω τον κάθε ξεπεσμένο αστό να παραπονιέται για τα λιγοστά ευρώ αλλά που ευτυχώς εξακολουθεί να έχει. Δραχμή τώρα για να πέσουν οι μάσκες. Για να ξεχωρίσουν οι επιτήδειοι. Για να περιθωριοποιηθούν όλοι εκείνοι που προπαγανδίζουν. Που οδηγούν το λαό, τη μάζα στο ένα ή το άλλο με τον τρόμο. Δραχμή τώρα. Γιατί τότε ο φόβος δεν θα υπάρχει πια. Γιατί το χειρότερο θα έχει έλθει. Επιζητώ το χειρότερο, λοιπόν, για να οδηγηθώ στο καλύτερο.
Αύριο το πρωί θα πάω στο εκλογικό μου κέντρο. Θα πάρω το ψηφοδέλτιο και θα σταυρώσω το ΔΕΝ ΕΓΚΡΙΝΕΤΑΙ/ΟΧΙ. Γιατί δεν μπορώ να εγκρίνω το φαινόμενο της φοντανιέρας, όπως λέω. Ερχόταν η Τρόικα θέλοντας ένα σοκολατάκι και οι κυβερνώντες έδιναν όλη τη φοντανιέρα. Οι φοντανιέρες τέλειωσαν. Δεν εγκρίνεται γιατί η χώρα έχει πολίτες. Δεν εγκρίνεται γιατί ο Έλληνας σιχαίνεται τα τελεσίγραφα. Όχι γιατί έχουμε αξιοπρέπεια. Όχι γιατί είμαστε οι καλύτεροι της Ευρώπης -και οι χειρότεροι αλλά αυτό άλλη κουβέντα-. Όχι γιατί θέλουμε να δούμε το κράτος να εξυψώνεται. Όχι γιατί δεν γουστάρω να αποφασίζει ο Ντάισελμπλουμ με το πλαστό πτυχίο και ο Γιούνκερ με το μισοάδειο μπουκάλι. Όχι γιατί για τη χώρα μου θέλω να αποφασίζω εγώ. Όχι γιατί ο ελληνικός λαός πρέπει να μάθει να εκφράζει άποψη. Όχι γιατί τα πουλημένα κανάλια πρέπει να εισπράξουν το μήνυμα ότι ο λαός δεν μασάει πια. Όχι γιατί δεν καταλαβαίνω το game over τι σημαίνει εκτός αν είναι το πάκμαν. ΟΧΙ γιατί θέλω την αρκούδα στην Ευρώπη. ΟΧΙ γιατί δεν αντέχω να υπηρετώ την αλαζονεία της τρίτης αυτοκρατορίας. ΟΧΙ γιατί έχω το καλύτερο οικόπεδο και ξέρεις κάτι; Δεν πωλείται ρε φίλε μισοτιμής... ούτε και μισακό... η Ελλάδα δεν πωλείται ούτε ενοικιάζεται. Η Ελλάδα είναι ιδέα... είναι έμπνευση. Η Ελλάδα είναι ένα χαμόγελο, ένας ήλιος ζωγραφισμένος με παιδικές ακτίνες. Η Ελλάδα είναι ο καμβάς και ο Έλληνας ο ζωγράφος. Που και που ο ζωγράφος κάνει λάθη μα ξέρει και τα διορθώνει... όσο για αυτό που φαίνεται μέσα στον καμβά είναι η ψυχή... είναι η σύλληψη... είναι ό,τι υπάρχει στην οικουμένη...

Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

Η συνομωσία του κοκκινιστού

Απόψε θα σας μιλήσω με καημό... με σπαραγμό... Ναι αγαπημένοι αναγνώστες... Απόψε θα εκθέσω το δράμα μου... Εδώ και ούτε έναν μήνα γυμνάζομαι. Ξυπνάω το πρωί, κάνω μπάνιο, φοράω τις φόρμες και τα αθλητικά μου παπουτσάκια, παίρνω την πετσετούλα μου και στις 11 πηγαίνω στο γυμναστήριο...
Έλα όμως που δεν κάνω μόνο αυτό... Για να εξανθρωπιστώ -υπερβολή αλλά εξυπηρετεί- πρέπει να κάνω και μια ας πούμε διατροφή όπως το λένε σήμερα... Εγώ πάλι δίαιτα το λέω και όχι με τον αρχαιοελληνικό όρο... Δίαιτα. Αποφάσισα να κάνω πρωτεϊνική. Ξέρεις... κι αν δεν ξέρεις να σε πληροφορήσω ότι με τη συγκεκριμένη μπορείς να φας τον άμπακο από πρωτεϊνούχα φαγητά αρκεί να μην αγγίξεις υδατάνθρακες, άμυλο, γλυκά, ζάχαρη, μέλι και άλλα αμαρτωλά... Ξεκινώ λοιπόν τη δίαιτα και παράλληλα το γυμναστήριο. Και άκου πως έχει το δράμα μου...
Το πρωί κάτι πρέπει να φας. Τι να φας είναι η ερώτηση που σκοτώνει... γιατί γάλα δεν πίνω, ψωμί ούτε καν, φρούτο -άσε με κουκλίτσα μου- οπότε κάθεσαι και τρως αλλαντικό με αλλαντικό ή έμενταλ ή καμιά σοκολατίτσα απ αυτές τις χωρίς ζάχαρη. Έρχεσαι και γίνεσαι τούμπανο. Μετά το γυμναστήριο και αφού έχεις χτυπηθεί μία ώρα στον διάδρομο -αερόβιο λέει λέγεται- και άλλο ένα δίωρο για προσαγωγούς, απαγωγούς και ό,τι κεφαλή υπάρχει στο σώμα, μια πείνα ε όσο να πεις σε πιάνει. Κι εκεί δράμα. Γιατί τι να φας... αμ θα φας... ή μάλλον θα βοσκήσεις αν δεν το χεις και με τη μαγειρική... θα βοσκήσεις μαρουλάκι και για να το κάνεις πιο γκουρμέ -γιατί άνθρωπος είσαι- θα βάλεις και φιλέτο σολωμού σε λάδι του Ρίο Μάρε... Το βράδυ έρχεται... και εκεί θυμάσαι όλα τα ταχυφαγεία και παραγγέλνεις... ό,τι θες... θες γύρο; Φάε. Θες μπριζόλα? Φάε μάνα μου! Θες και παϊδάκια?! Αμέτρητα... μέχρι να σκάσεις!!!
Τέλος πάντων δεν είναι αυτό το θέμα... το θέμα είναι η γαστριμαργική συνομωσία των κυριών της γειτονιάς που σημαίνει και την απαρχή του προσωπικού μου δράματος... Και ευθύς θα σου εξηγήσω...
Κατά τις δύο ή τρεις το μεσημέρι λες να πας στο σπίτι γιατί απλά αν μείνεις κι άλλο στο γυμναστήριο θα αρχίσεις να αφήνεις μέρη του σώματός σου... κανά πόδι, κανά χέρι, κανά γλουτό... ε δε μπορεί... εκτός από ιδρώτα θα αφήσεις και κάτι άλλο... Για να μην αφήσω τίποτα -άγχος αποχωρισμού γαρ- παίρνω τα συμπράγαλά μου και φεύγω... Και επειδή πλέον είμαι ή τείνω να γίνω φιτ -τρομάρα να μου ρθει- το κόβω με τα πόδια... Μεσημέρι στην Αθήνα ισούται με φαγητό στην κατσαρόλα. Και φαγητό στην κατσαρόλα ισούται με μυρωδιά από το παράθυρο. Να περπατάς στους δρόμους και να μυρίζεις ένα κρεμμύδι που σοτάρεται, το μοσχάρι που μπαίνει μέσα στην κατσαρόλα... δεν παίρνεις χαμπάρι. Για μένα αυτό είναι μανούλα ή γιαγιούλα. Βλέπεις η ομορφιά μου δεν ξέρει να μαγειρεύει και μη σου πω ότι έχει πάρει και συναινετικό διαζύγιο με την κουζίνα και έτσι... νο μοσχάρι νο κοκκινιστό... όχι ότι μ' αρέσει κιόλας... αλλά νουά ευκολάκι... -αν έχει κάποιος συνταγή ευπρόσδεκτη...

Σήμερα λοιπόν τα περισσότερα διαμερίσματα σε κεντρικές οδούς της περιοχής μαγείρευαν κοκκινιστό μοσχαράκι. Πλανιόταν η μυρωδιά στον αέρα... Μεθυστική.. Υπέροχη... Μοναδική... Σ αυτούς τους δρόμους έχω παρατηρήσει το εξής... κάθε μέρα έχει το φαγητό της... εχθές τους είχε πιάσει μια μανία με το τηγανιτό ψάρι... Όλοι ψάρι... Δεν έχει σημασία το είδος του ψαριού... από ψάρι έως μαλάκιο... γαύρος, μαρίδα, καλαμαράκι... Είναι τρομερό.
Και να μαι κι εγώ πάνω στο διάδρομο ή μέσα στο δρόμο να περπατώ και να χάνομαι στις μυρωδιές... Να προσπαθώ να αγιάσω μέσα στους πειρασμούς. Γιατί ναι.. .και κοκκινιστό μπορώ να φάω, και ψάρι μπορώ και μαλάκιο...
Το θέμα αμόρες είναι ότι δεν μπορώ να φάω το ψωμάκι -χωρίς να είμαι ιδαίτερα φαν... και τσουπ αρχίζεις να βλέπεις μικρούς κοντούς ανθρώπους -παιδιά- με παγωτά στο χέρι... και σου ρχεται νταμπλάς... ντουβρουτζάς... πάρεση... ό,τι έχεις πρόχειρο... και σου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι και το ζάχαρο πέφτει στα Τάρταρα... γιατί άνθρωπος είσαι βρε αδερφέ... θες και το παγωτό σου... ένα ρημάδι μακαρόν τουλάχιστον... ένα κατιτίς... ένα άπλ πι (μηλόπιτα από άνθρωπο που δεν γνωρίζει αγγλικά) ή ένα σοκολατάκι με ζάχαρη... και ερωτώ... θολώνει το μάτι ή όχι; Θολώνει.. θολώνει, γυρίζει και εύκολα μπορείς να γίνεις Τζακ ο Αντεροβγάλτης... και βλέπεις τα παγωτά, και βλέπεις τα φρούτα και έχει και ζέστη και είσαι και στερημένη και τσουπ έκρηξη! Ο ατομικός σου Βεζούβιος επαναστατεί...
Και σήμερα δεν άντεξα. Όχι. Υπέκυψα. Η λάβα της εσωτερικής μου οργής παρέσυρε τη σιδερένια μου θέληση και υπέπεσα σε αμαρτία... πήγα στο ζαχαροπλαστείο... έχεις δει την ταινία με τη Βουγιουκλάκη που παίρνει τον κυρ Στέφανο και παραγγέλνει; Έτσι κι εγώ! «Τρεις μπάλες παγωτό... μια φυστίκι, μια παρφέ κρέμα, μια παρφέ σοκολάτα και έναν μπαμπά απ αυτούς με το πολύ σιρόπι»... και μετά πήρα και φρουτάκια... καρπούζι, κερασάκια, νεκταρίνια και βερύκοκα... Θεέ τι υπέροχη η γεύση του βερίκοκου ιδίως όταν είναι γλυκό και ζουμερό... Μια που σου τα λέω και μια που λιγώνομαι... τόσο που σίγουρα κάνω και ορθογραφικά... αλλά ποιος νοιάζεται... ουδείς...
Τελικά ναι... αμάρτησα αλλά το φχαριστήθηκα... ααααα όλα κι όλα... ή που θα πέσεις με τα μούτρα στην αμαρτία ή που δε θα πέσεις καθόλου... γιατί φίλη/φίλε αναγνώστη αυτό το ολίγον δεν το κατάλαβα... τι ολίγον μάνα μου?! Φάε να λιγδώσει τ' αντεράκι σου... Και τώρα που το σκέφτομαι μάλλον θα πάρω κι ένα Ζαντάκ -ξέρεις του στομάχου- γιατί μου έπεσαν βαριά όλα αυτά... Αλλά χαλάλι... άλλωστε μερικές αμαρτίες είναι εξαιρετικές... κι αυτό το παγωτό... μμμμμμμμμμμμμμμμμουρλια....

Δευτέρα 25 Μαΐου 2015

Το παρεάκι Αμφικλείας και Σπαθάρη

Το θυμάσαι ένα τραγουδάκι παλιό που πήγαινε κάπως έτσι... «Μένω σε κάποια γειτονιά, φτωχική γειτονιά που χει σπίτια χαμηλά»; Το θυμάσαι ε? Άτιμε αναγνώστη πόσα ξέρεις... κάτι σε παντογνώστη αφηγητή σε φαντάζομαι... -ποιος είναι αυτός; ένας τύπος που εισήγαγε ο θεωρητικός της αφηγηματολογίας, Ζενέ- ωχού και φεύγουμε από το θέμα μας...
Έτσι είναι και η δική μου γειτονιά... Σου χω ξαναμιλήσει... Κάποτε είχε σπίτια χαμηλά, τώρα έχει πολυκατοικίες. Κάποτε μπορεί να ήταν προς το φτωχική, πλέον είναι αστικοτάτη... Σήμερα όμως το θέμα δεν είναι ούτε τα κτίρια της γειτονιάς μου, ούτε τα παιδιά της γειτονιάς μου, ούτε τα λουλούδια και οι μονοκατοικίες -όσες απόμειναν τουλάχιστον. Σήμερα το θέμα είναι το δικό μου παρεάκι μέσα στη γειτονιά μου...
Κάθε μέρα ή για να ακριβολογώ, κάθε απόγευμα περιμένω το ρολόι -του κινητού βέβαια, διότι χειρός δεν φοράω- να δείξει 19:00-19:30. Ο λόγος; Μα για να πάρω τη Μαιρούλα τηλέφωνο. Η Μαιρούλα... Η Μαιρούλα μου είναι πια οικογένεια. Μένει ακριβώς δίπλα μου στη γωνία Σπαθάρη και Αμφικλείας. Με γνωρίζει προ εμβρυακής καταστάσεως... Καταλαβαίνεις, λοιπόν, ότι η σχέση που μας συνδέει είναι, πως να το πω... είναι καθόλα απαραίτητη έως και ζωτικής σημασίας για μένα. Σκέψου ότι είναι ο πρώτος άνθρωπος που με είδε με τσιγάρο και που μου έκανε πλάτες για να απολαμβάνω τα τσιγαράκια μου χωρίς να το πάρει χαμπάρι η μαμά.. σημειωτέον καπνίζω από τα 22.. φαντάσου...
Τηλεφωνώ στη Μαιρούλα και αυτοπροσκαλούμαι. Είναι αλήθεια ότι χωρίς πρόσκληση δεν πάω ποτέ πουθενά, διότι δεν είναι σωστό... Σκέψου πόσο θάρρος έχω που έχω πια την άνεση να αυτοπροσκαλούμαι. Αφού ανάβει «πράσινο» στην αυτοπρόσκληση, παίρνω τον καπνό, το κινητό και καμιά σοκολατίτσα -λάιτ ένεκα της διατροφής- και ξαμολιέμαι...
Το μπαλκόνι της Μαιρούλας είναι άνετο. Με φερ φορζέ έπιπλα -συγνώμη δεν γνωρίζω γαλλικά για να το γράψω-, λουλούδια, ένα τεράστιο τραπέζι και καρέκλες αναπαυτικές. Το μπαλκόνι έχει θέα στην εξωτική οδό Αμφικλείας ενώ η είσοδος είναι από την οδό Σπαθάρη. Είναι ένα χαρούμενο μπαλκόνι που οκ ολίγες φορές με είχε φιλοξενήσει ως παιδί... Στρογγυλοκάθομαι η μαντάμ στην καρέκλα και αρχίζω να φτιάχνω ένα τσιγάρο.
Μέχρι να τελειώσει τσουπ έρχεται η Κική. Η Κική ή η Κικίτσα μου. Μαμά της Μαιρούλας. Η Κική θα μπορούσε να είναι και είναι ουσιαστικά δεύτερη γιαγιά μου. Μένει ακριβώς κάτω από τη Μαίρη σε ένα σπίτι με μια τεράστια αυλή. Εκεί θα βρεις λεμονιές, τριανταφυλλιές, λουλούδια και βασιλικούς και αν θυμάμαι καλά ακόμα και κουμ κουάτ... Φαντάσου. Η Κική λοιπόν... Φίλη της γιαγιάς. Η μαμά μου πρακτικά μεγάλωσε στα χέρια της. Άνθρωπος ανοιχτός... Γυναίκα ισχυρή όπως όλες στην ηλικία της, αν και η Κικίτσα δεν έχει ηλικία. Κάποιοι άνθρωποι στη ζωή μας δεν μπορούν να αντιστοιχηθούν με έναν αριθμό. Ίσως είναι δική μου οπτική αλλά... αλλά... είπαμε... είμαι και ρομαντικιά... (ναι ναι ρομαντικιά καλά διαβάζεις)... Αγκαλιαζόμαστε και φιλιόμαστε, αφού έχουμε και πολύ καιρό να ειδωθούμε και θρονιάζεται και η γλυκιά μου η Κικίτσα.

Πριν αρχίσουμε να μιλάμε σιγά σιγά έρχεται και η Ιουλιέτα. Όχι η κυρία του Ρωμαίου... Όοοοοχι... η Ιουλιέτα της Αμφικλείας... Κατά κόσμον η κυρία Μαρία... Ο λόγος που ακούει στο Ιουλιέτα; Μια φορά την έβλεπα από το μπαλκόνι της Μαίρης. Η κα Μαρία μένει στην πολυκατοικία απέναντι από την Μαίρη στην Αμφικλείας. Το σπίτι της έχει ένα μικρό μπαλκονάκι που χωράει δύο καρέκλες. Στο πεζοδρόμιο της έχει μια δάφνη, ελπίζω να είναι όντως δάφνη, η οποία είναι τεράστια. Ένα βράδυ λοιπόν μου ήρθε στο μυαλό η σκηνή του μπαλκονιού από το ομώνυμο έργο του Σέξπηρ... και κάπως έτσι η κυρία Μαρία έγινε Ιουλιέτα...
Και αφού φιλιόμαστε και αγκαλιαζόμαστε γιατί όπως προείπα έχουμε και καιρό να ανταμώσουμε αρχίζουμε την συζήτηση... Σιγά μη σου πω τι λέμε... Δε θα σαι καλά.. Άλλωστε ό,τι γίνεται στο μπαλκονάκι μένει στο μπαλκονάκι... Επειδή όμως είσαι και περίεργος θα σου πω... ή μάλλον θα σου δώσω ίχνη... Αναπολούμε τα χρόνια που δεν είχαμε «έποικους» -όρος για όσους ήρθαν στη γειτονιά μετά το 1985-.Μιλάμε για την αγένεια που διακατέχει κάποιους από τους γείτονες... Έχουμε κι απ αυτούς... αμέ αμέ... μετά όμως αρχίζει η ενημέρωση από την Κικίτσα... Αναμεταδίδει τα πάντα γύρω από το φαινόμενο ΜένιοςΜένιος.. δεν πρόκειται για νόσο αλλά για ένα τηλεοπτικό πρόσωπο... βεεεεεεεεεεεεβαια... ό,τι πει ο ΜένιοςΜένιος μας το αναμεταδίδει η Κικίτσα και συμπληρώνουμε η κυρία Μαρία και εγώ... η Μαιρούλα απέχει... Ύστερα συζητάμε για ταξίδια... Στο μεταξύ η Μαιρούλα φέρνει γλυκίσματα και λικεράκι ή τσάι αιγυπτιακό... και καταλαβαίνεις φίλη/φίλε πως κυλάει το βράδυ...
Στο μεταξύ στο παρεάκι του μπαλκονιού προστίθενται και τα παιδιά που έχουν κάνει στέκι το πλατύσκαλο της πολυκατοικίας της κυρίας Μαρίας. Και εμείς τα χαζεύουμε. Πρώτα έρχονται τα αγόρια... Ο Άγγελος και οι λοιποί -έχει ωραία μάτια ο Άγγελος γι αυτό τον θυμάμαι και πάντα γελάει-... πίνουν καφέ, στρίβουν τσιγάρα προσπαθώντας να λύσουν τους αέναους γρίφους της εφηβείας... τόσο βουνό τους φαίνεται ο κόσμος... μετά έρχονται τα κορίτσια για να ελαφρύνουν την κατάσταση... και τα αγόρια γίνονται πιο ανάλαφρα... και τα κορίτσια πιο... μικρομέγαλα... -καημένα αγόρια θα πω η ξανθιά παρατηρήτρια-....
Και η παρέα αυξάνεται με τις μυρωδιές του νυχτολούλουδου και του γιασεμιού να μας κατακλύζουν... Και όλα γίνονται πιο γλυκά... Πιο ήρεμα... πιο... πιο... πιο ρετρό ίσως... Ξέρεις αποκτούν εκείνη τη γεύση και το χρώμα το παλιακό το αριστοκρατικό όμως... εκείνο που σκέφτεσαι όταν πας να πιεις τον ελληνικό και μυρίζεις την άνοιξη... θαρρείς πως οι αυλές υπάρχουν ακόμα... θαρρείς πως όπου να ναι θα δεις τις λευκές κορδέλες που φορούν τα κορίτσια... μα ναι.. .εδώ είναι όλα... και οι κορδέλες και το άρωμα ακόμα και οι γεύσεις...

Πέμπτη 14 Μαΐου 2015

«Τα θέματα είναι βατά»

Πόσες φορές το χεις ακούσει; «Τα θέματα ήταν βατά» ή το άλλο «τα θέματα ήταν για καλά διαβασμένους»... Αν κατάλαβες τις φράσεις προφανώς σου ξύπνησαν μνήμες από το μαύρο παρελθόν. Εκείνη τη μαύρη, σκοτεινή περίοδο που θα έδινες Πανελλήνιες Εξετάσεις...
Τι σου θύμησα, ε; Εμ... ξεχνιούνται αυτά; Όχι βέβαια... Δυστυχώς είναι τόσο έντονες όσο η ουλή του Αλ Πατσίνο στον «Σημαδεμένο»...
Από τον Σεπτέμβριο που ξεκινά η σχολική χρονιά των τελειοφοίτων έως τον Μάιο τα πάντα κινούνται γύρω από τις εξετάσεις. Τα πάντα όμως. Τα πάντα και οι πάντες. Όταν είσαι σε σπίτι υποψηφίου είναι σαν να είσαι σε σπίτι με άτομο που μόλις βγήκε από το χειρουργείο. Και πως αλλιώς;
Κάνεις ησυχία. Ούτε αναπνοή όμως, διότι το παιδί διαβάζει. Η τηλεόραση στον ελάχιστο ήχο και οι συζητήσεις τόσο χαμηλόφωνα που θυμίζουν κομμουνιστές να μιλούν την περίοδο της επταετίας σε κεντρικό δρόμο. Προς Θεού μην διαταραχτεί ο υποψήφιος.
Διατροφή. Το μενού είναι πλούσιο πάντα και οι πορτοκαλάδες σε πρώτη ζήτηση. Οι σοκολάτες φυσικά επιτρέπονται, αφού μελέτες έχουν δείξει ότι βοηθούν στη μνήμη. Κι αν είναι κάτι που χρειάζεται ένας υποψήφιος αυτό είναι μνήμη.
Όλα αυτά μέχρι τους βαθμούς του πρώτου τριμήνου. Γιατί αν οι βαθμοί παραπέμπουν σε Χαβάη, τότε όλα είναι καλά. Οι γονείς χαίρονται και κάνουν όνειρα για το μέλλον. Όταν ο γιος ή η κόρη περάσει σε σχολή Νομική, Ιατρική, Φιλολογία ή Πολυτεχνική και σχεδιάζουν το δώρο που θα κάνουν στο καμάρι τους. Αν όμως οι βαθμοί παραπέμπουν σε Σιβηρία τότε το μοντέλο αλλάζει. Συνήθως οι γονείς κρατάνε τσιγάρο και αρχίζουν τις υπενθυμίσεις στους υποψήφιους ενώ παράλληλα μιλούν μεταξύ τους για το φιντάνι τους ως «ο γιος σου/η κόρη σου». Σ' αυτήν την περίπτωση το παιδί έχει μόνο έναν γονέα. Ο άλλος είναι... διακοσμητικός. Ο πατέρας επιδίδεται σε ένα λογίδριο τύπου «Ξέρεις πόσα μου έχουν κόψει; Ξέρεις πως ματώνω για να τα φέρω βόλτα. Έχουμε και την κρίση. Και δεν εκτιμάς ούτε εμένα ούτε τη μάνα σου» και άλλα τέτοια κομψά και ευγενή. Τώρα αν οι βαθμοί είναι κάπου ανάμεσα τότε η οικογένεια εξασκείται στην υπομονή.
Και περνούν τα Χριστούγεννα. Ξεσαλώνουν οι υποψήφιοι. Και αρχίζουν τα τηλέφωνα σε συγγενείς «Ε, τι να κάνουμε... προσπαθεί το κακόμοιρο... καλά τα λέει το φροντιστήριο» και άλλα τέτοια «συγκρατημένα αισιόδοξα» μοιράζονται οι γονείς -κυρίως η μάνα- με τις αδερφές, τις ξαδέρφες ή και τις θείες. Οι πατεράδες είναι πιο χαλαροί. Δεν το αναλύουν πολύ αν και ελπίζουν κι ονειρεύονται... τώρα τι ακριβώς ονειρεύονται... θα σας γελάσω... συνήθως σκέφτονται το οικονομικό... το κόστος...
Και οι μήνες περνούν. Και το σπίτι γίνεται στρατώνας. Και περί τον Απρίλιο ο χρόνος αρχίζει να μετράει αντίστροφα... 5 βδομάδες, 4 βδομάδες, 15 μέρες κοκ... Την τελευταία εβδομάδα πριν τις εξετάσεις οι γιαγιάδες εκβιάζουν, δε, τα εγγόνια - υποψηφίους να πάνε στην εκκλησία να παραστούν στη δέηση που γίνεται για τους υποψήφιους. Ακόμα και η εκκλησία στο παιχνίδι...
Οι γονείς πηγαίνουν στα φροντιστήρια, συμβουλεύονται τους καθηγητές και αρχίζουν τα παρακάλια στα τέκνα τους «διάβασε λίγο περισσότερο παιδάκι μου». Οι γιαγιάδες βάζουν τα μεγάλα μέσα «διάβασε να προκόψεις, διάβασε να χεις την ευχή μου» -γιατί αν δεν διαβάσεις δεν θα την έχεις.
Και τα παιδιά αρχίζουν να χουν τύψεις. «Αν διάβαζα τον Σεπτέμβριο» «αν προσπαθήσω λίγο ακόμα» και όλα μένουν στο αν. Ακόμα και αριστούχος να ναι ο υποψήφιος πάλι θα πιεστεί. Ο καιρός γαρ εγγύς και το παιδί μετατρέπεται σε σπιτόγατο προσπαθώντας να σώσει ό,τι δεν σώζεται. Οι συζητήσεις στο facebook αφορούν την ιστορία -όχι την γκομενική αλλά την ελληνική-, τα μαθηματικά, τα αρχαία, τα λατινικά, τη φυσική, τη χημεία, τη βιολογία... Όλοι τελευταία στιγμή να προσπαθούν να θυμηθούν την λεπτομέρεια που θα κάνει τη διαφορά...

Μάθε παιδί μου γράμματα
Βέβαια υπάρχουν και οι υποψήφιοι-κουλ. Είναι η κατηγορία που απλά δεν αγχώνεται. Συνήθως είναι οι υποψήφιοι του 13-16 (με ζόρι το 16) που υποστηρίζουν ότι μια ζωή την έχουμε και ό,τι ότι είναι να γίνει θα γίνει. Ερώτηση... Δηλαδή τι; Θα ρθει ο αγαπημένος Πλάτωνας και Αριστοτέλης να σου δώσουν τη μετάφραση; Χλωμό... Ή μήπως ο Τζον Νας -αυτός δεν θεμελίωσε τις πιθανότητες;- θα σου λύσει το θεματάκι...; Χιονισμένο το βλέπω...
Και έρχεται η μέρα. Ένα περίεργο πράγμα οι εξετάσεις ξεκινούν πάντα Δευτέρα. Δευτέρα πρωί λοιπόν και έξω από τα Λύκεια επικρατεί πανικός. Γονείς να προετοιμάζουν τα παιδιά τους, σαν αυτό που βλέπεις στις ταινίες φούτμπολ που τους έχει ο κόουτς και τους ενθαρρύνει. Βλέπεις τους υποψήφιους ντυμένους χαλαρά -έτσι είπαν στην τηλεόραση- με μπουκαλάκια νερού στο χέρι, κομποσκοίνια, σταυρούς και άλλα φυλαχτά. Το κουδούνι χτυπάει και οι γονείς φιλούν σταυρωτά τα παιδιά τους σαν να μπαρκάρουν στα ξένα...
Ο χρόνος κυλάει και οι γονείς έχουν διακοσμήσει το πεζοδρόμιο με γόπες τσιγάρων. Με το που βλέπουν τον πρώτο υποψήφιο να βγαίνει, σπεύδουν στα κάγκελα σαν τους ελεύθερους πολιορκημένους στο Μεσολόγγι ή σαν κι αυτούς που κρέμονται στις φυλακές για να διατυπώσουν τα αιτήματά τους. Κάτι σαν τους φοιτητές το '73 στο Πολυτεχνείο. Περιμένουν να ακούσουν τι έπεσε... γιατί προφανώς εξετάσεις δίνουν κι εκείνοι. Δεν δίνει το παιδί, δίνει όλη η οικογένεια «Α εμείς θέλουμε Νομική» -εσείς τη θέτε τη Νομική, εκείνη σας θέλει; Ουδείς ρωτάει...
Βγαίνει το παιδί και γίνεται Βαρουφάκης μετά το Γιούρογκρουπ... Πολλές οι ερωτήσεις κι άντε να βρει τις απαντήσεις το δύσμοιρο... «Νταξ τα θέματα ήταν βατά... Κάποιος που είχε διαβάσει έγραφε μωρέ ανετα...»... Κι άντε ο γονιός να το αποκρυπτογραφήσει... Τρέχα γύρευε...
Κάπως έτσι περνούν και οι υπόλοιπες μέρες... Και μετά αρχίζει η συζήτηση για τις βάσεις. Θα ανέβουν; Θα κατέβουν; Και να σου ο Κάτσικας, και να σου η Ράπτη και να σου ο Βαρνακιώτης... Και οι γονείς στον λαβύρινθο με τα παιδιά στον κόσμο τους. Και βγαίνουν οι βάσεις και μαζί και η ένταση.. Και τώρα; Θα μείνει το Παιδαγωγικό στα μόρια; «Και σου πα ρε Χαρίλαε διάβασε λίγο παραπάνω το θεώρημα αλλά εσύ....» και μένει κόκαλο ο έρμος ο Χαρίλαος.
Και μετά όλοι περιμένουν τα αποτελέσματα... Κλασικά οι πρώτοι των πρώτων στις τηλεοπτικές εκπομπές να διατυμπανίζουν ότι «διάβαζαν με σύστημα» ότι είναι πολύ χαρούμενοι κλπ κλπ κλπ. Ποιο σύστημα που λιώνανε τα έρμα... Σιγά μην διάβαζαν με 1-2-Χ. Τρίχες...
Αργότερα βγαίνουν και τα ονόματα... Αααααα εκεί είναι το απώγειο. Οι γονείς κερνάνε γλυκά ή και αλμυρά, κάνουν δώρα στα παιδιά και τα τηλέφωνα πέρνουν φωτιά «Έλα Σούλα μου περάσαμε... Φιλολογία Αθήνας... Ναι κουράστηκε το πουλάκι μου» -το τι είχε ακούσει το πουλάκι το τελευταίο εννιάμηνο δεν περιγράφεται-. Ακόμα και κείνοι που πέρασαν σε ΤΕΙ «Ναι πέρασε σε ΤΕΙ αλλά είναι καλή η σχολή... έχει αποκατάσταση. Ε εκεί ήθελε να πάει» που ανάθεμα που ήθελε να πάει αλλά... αλλά... είναι κάτι τύπου «άτιμη κοινωνία που άλλους τους ανεβάζεις κι άλλους τους ρίχνεις στα Τάρταρα»...

Δευτέρα 11 Μαΐου 2015

Τρία σετ των... 15...

Τετάρτη 30 Απριλίου. Ημέρα ορόσημο. Είχα ξυπνήσει απόλυτα θετικά και όλα πήγαιναν θαυμάσια μέχρι που ο υπέροχος -το εννοώ- διευθυντής της εφημερίδας ανακοινώνει την απόλυση μας. Όχι λόγω επαγγελματικής ανεπάρκειας, αλλά επειδή τα «επάνω» κεφάλια αποφάσισαν να καταργήσουν την εφημερίδα -μην αγχώνεσαι φίλη/φίλε δεν θα την ήξερες. Αρχικά βάλαμε τα κλάματα. Όχι επειδή χάσαμε τη δουλειά μας αλλά επειδή είχαμε ένα ωραίο εργασιακό κλίμα. Και μετά τα κλάματα, περάσαμε από το λογιστήριο να πάρουμε το χαρτί απολυμένου -πρώτη φορά το έπαιρνα- και μετά χαιρετηθήκαμε και συνεχίσαμε...
Μπαίνοντας στο αυτοκίνητο άρχισα πια να γελάω. Νευρικό; Ποιος ξέρει... Απλά σκέφτηκα το τελευταίο 15μηνο. Έχασα τη μαμά μου, τη γιαγιά μου, μου έκλεψαν το μισό αυτοκίνητο και δουλειά γιοκ... Τι άλλο δηλαδή θα μπορούσε να συμβεί; -μην είσαι περίεργος και αναρωτιέσαι για τα προσωπικά μου εντάξει;-... Πήγα σπίτι και μοιράστηκα τα νέα με την οικογένεια. Εμβρόντητοι έμειναν. Κι εγώ κάπως έτσι ήμουν αλλά ήξερα ότι κάτι έπρεπε να κάνω. Να αντιδράσω, να βρω κάτι να φεύγω από το σπίτι. Και τότε μου ρθε... Θα ξεκινήσω γυμναστήριο! Αυτό ήταν!
Την επόμενη κιόλας μέρα πήγα σε κατάστημα αθλητικών ειδών. Είχα να μπω σε τέτοιο κατάστημα από το Γυμνάσιο για να πάρω Stan Smith... Και τώρα μπήκα και ζήτησα παπούτσια για γυμναστήριο και φόρμες... Πολύ ευγενική η πωλήτρια μου έδειξε παπούτσια. Μια που μου τα δειξε μια που πήγα στην Κόλαση... Χοντροκομμένα όλα, φωτουριστικά, χρωματιστά με αποχρώσεις stabilo... Επέλεξα εκείνα που φαίνονταν πιο «ήσυχα», λιγότερο «φλύαρα» και δύο φορμίτσες. Πλέον είχα τον εξοπλισμό αλλά μου έλειπε το τεχνικό μέρος... Μου έλειπε το «που»... Ο τόπος, δηλαδή, που θα απορροφούσε την ενέργεια μου...

Δευτέρα. Μπαίνω στο γυμναστήριο. Αποφασισμένη. Βλέπω μια κυρία εξαιρετικά αδύνατη με εξτρίμ μαλλί. Μου συστήνεται «Άννα» μου λέει. Συστήνομαι κι εγώ και με ρωτάει τι θέλω. Στην αρχή δεν κατάλαβα την ερώτηση και της απάντησα περιφραστικά αλλά συγκεκριμένα. «Κοίτα, βασικά θέλω να χάσω βάρος και να σφίξω γιατί εμένα που με βλέπεις ήμουν 125 κιλά»... Δεν με διέκοψε η γυναίκα. Με άκουγε και μου είπε τελικά «θα χτίσουμε κορμί». Δεν θα μπορούσε να μου πει κάτι πιο αστείο. Μου εξηγεί ότι τη φωνάζουν «Χίτλερ» και της εξηγώ να μην δανείζεται ακραίους γερμανικούς όρους αν δεν ξέρει τι σημαίνουν. Κάπως έτσι και αφού δώσαμε τα διεπιστευτήρια μας και κάναμε την εγγραφή πήγα στο σπίτι, έβαλα τα καινούργια μου παπούτσια, καλτσάκια, φόρμα (!) και μπλουζάκι και πήγα πάλι στον τόπο του εγκλήματος.
Χάρηκε που με είδε. Το περίμενε. «Ψυχολογία γυμναζομένου» είναι αυτή. Και ξεκινάμε. Με τοποθετεί στον διάδρομο και μου εξηγεί πως πρέπει να στέκομαι. Μου βάζει και την ταχύτητα κι εγώ αρχίζω να βαδίζω πάνω στον διάδρομο. Άρχισα να αυξάνω την ταχύτητα. Και όσο η ταχύτητα αυξανόταν τόσο έφευγε ο ιδρώτας από παντού... Πολύς ιδρώτας... Λες και περπατούσα στην έρημο ντάλα καλοκαίρι. Μετά από 37 λεπτά και περί τα 5,5 χιλιόμετρα σταμάτησα. Και πήγα στα όργανα... Άλλος κόσμος. Όργανο για το χέρι, όργανο για το στήθος, όργανο για την πλάτη, όργανο για τα οπίσθια... Ένας καινούργιος κόσμος μου αποκαλύφθηκε...
«Θέλω τρία σετ των 15»... Εκείνη ήθελε εγώ εκτελούσα. Έλα όμως φίλη/φίλε που ξεχνούσα να μετράω... Μεγάλο δράμα... Να μην στα πολυλογώ οι μέρες περνούν και οι απαιτήσεις του «Αδόλφου» αυξάνονται. Και μαζί και τα κιλά που μου βάζει για να σηκώνω με τα πόδια «γιατί πρέπει να γυμνάσεις και τον...ποπό»... Και τι να πεις; Όχι...; Αποκλείεται! Όχι γιατί δεν θες αλλά γιατί η Άννα με τα 48 κιλά και το 17% λίπος -προφανώς δεν αναφέρομαι σε μένα- δεν σ' αφήνει να το ξεστομήσεις. Ιδίως όταν σου δείχνει τα δημιουργήματά της όπως ο Πάνος που σε τρεις μήνες από 99 έφτασε τα 84 κιλά κι έχει μειώσει το λίπος του στο μισό.Άρα αφού το έκανε ο Πάνος μπορώ κι εγώ... Και δωστου ασκήσεις. Και δώστου μέτρημα. Και να χεις και την Άννα να σου λέει «τώρα γυμνάζεις τους απαγωγούς» ή «τώρα κάνεις κωπηλατικό με άρσεις... (το υπόλοιπο δεν το θυμάμαι)»...
Έχει πλάκα το γυμναστήριο. Σήμερα πήγα πάλι με καλή διάθεση. Μου έφυγε όμως όταν η Αννούλα μας επέλεξε να κάνουμε κοιλιακούς. Εκεί πραγματικά τα χρειάστηκα... Έχεις ακούσει τις εκφράσεις «δώσε πόνο» ή «no pain»? Έ... κάπως ή μάλλον ακριβώς έτσι. Ανηλεώς... Τι δεν μπορώ τι καλή μου, τι χρυσή μου τίποτα... Μια έκπτωση μου έκανε επειδή είμαι καινούργια... αντί δηλαδή να παραμείνω σε στάση «βάρκας» 10 δεύτερα έμεινα 8... Μεγάλο σκόντο!!!
Η πλάκα είναι ότι αρχίζω να «εθίζομαι» στον κόσμο αυτό... Δεν με ενδιαφέρει ο πόνος που νιώθω αυτή τη στιγμή στην κοιλίτσα... Ούτε ο πόνος στα καλάμια μου... Όχι... Αυτό που θέλω είναι να δω το λίπος να λιώνει και να εξαφανίζεται... Άκου τι λέω! Πάω καλά; Αναρωτιέμαι! Ευχήσου μου καλή τύχη φίλη/ φίλε αναγνώστη... κάτι μου λέει ότι θα τη χρειαστώ... Κάτι μου λέει ότι είμαι στις Ειδικές Δυνάμεις και εκπαιδεύομαι από ΟΥΚα περνώντας εκπαίδευση Λιώνω Υποφέρω Βασανίζομαι...

Σάββατο 9 Μαΐου 2015

Ένα τριήμερο στο χωριό...

Πέμπτη 30 Απριλίου... Βράδυ... Ένα υπερφορτωμένο αυτοκίνητο και τρεις άνθρωποι και ένας μισός -το δίχρονο- ξεκινάμε το ταξίδι για το χωριό. Είχαμε βλέπεις αποφασίσει να πάμε εκδρομή στην εξωτική Πάτρα στα μαγευτικά Λουσικά -κοντά στα Βραχναίικα- στον μπαμπά...
Μετά από δύο ώρες φτάσαμε. Είχε πια βραδιάσει για τα καλά όταν το αυτοκίνητο του Κωνσταντίνου σταμάτησε στην μεγάλη πόρτα του κτήματος. Ενθουσιάστηκε ο μπαμπάς με τον εγγονό, φάγαμε και μετά για νάνι.
Παρασκευή. Πρωτομαγιά. Τόση χαρά είχε ο πατήρ που μέχρι και αμνό σιτευτό έψησε για να τιμήσει τους απογόνους του. Κτήμα, χώμα, δέντρα, πράσινο... Η φύση στα καλύτερα της. Τα δέντρα στο κτήμα ανθισμένα, το αμπέλι σε ετοιμότητα να προσφέρει ό,τι εκλεκτότερο και τα χορτάρια και η πρασινάδα στο απώγειο τους. Και όλα αυτά να συνοδεύονται με την μυρωδιά της φύσης... Γιατί η Φύση έχει μια ιδιαίτερη μυρωδιά.
Ανάμεσα στα δέντρα και στα λοιπά κότες, γαλοπούλες, κόκορες και σκυλιά. Ο Άρης, η Φρίντα και η Ήρα. Όσοι με ξέρουν, καταλαβαίνουν ότι όλο αυτό το σκηνικό είναι για μένα μάλλον ξένο... Βλέπεις η ιδέα να περπατάω ή μάλλον να παραπατάω σε ανώμαλο χωμάτινο έδαφος δεν είναι το καλύτερο μου. Με τη φύση ποτέ δεν είχα καλές σχέσεις. Τέλος πάντων. Αφού φάγαμε το έρμο το αμνοερίφιο -κατσικάκι ήταν νομίζω, αλλά όρκο δεν παίρνω- ο μπαμπάς θυμήθηκε ότι θέλει βοήθεια στις ελιές.
Κι εκεί μας εξηγεί ότι ένεκα του ελεύθερου χρόνου και δεδομένης της απέχθειας του προς το αμπέλι αποφάσισε σε μια αρκετά μεγάλη έκταση -που προφανώς αδυνατώ να υπολογίσω- να φυτέψει 400 ναι ναι τετρακόσιες, ρίζες ελιές. Έλα όμως που ναι μεν τις φύτεψε, ναι μεν τις στερέωσε με κάτι ξύλα -την ονομασία των οποίων προφανώς και αγνοώ αλλά είμαι σίγουρη ότι κάπως τα λένε- έπρεπε να περάσει «λάστιχα» ποτίσματος. Ήθελε λοιπόν βοήθεια για να περάσει λάστιχα ποτίσματος στα νέα δεντράκια και επιπλέον βοήθεια για να βάλει κάτι άλλα λαστιχάκια πάνω στο λάστιχο που θα πότιζαν -αν δεν λανθάνω μπεκ λέγονται- τα δέντρα.
Με κοιτάει με το βλέμμα ενός θλιμμένου λαμπραντόρ και μετά το ακράδαντο επιχείρημα «για σας τα κάνω... γιατί άλλη όρεξη δεν είχα από το να φυτεύω ελιές» και μετά από το μονόλογο που όλοι γνωρίζουμε αλλά ουδείς αγαπά, ο μόνος τρόπος για να σταματήσει όλα αυτό ήταν η συναίνεση. «Εντάξει» λέω και αποφασίζω να πάω. Με κοιτάει με ένα βλέμμα μάλλον περίεργο και με  παρακινεί να αλλάξω ρούχα. Γιατί όπως και να το κάνεις στο χωράφι δεν πας με μαύρο παντελόνι, μαύρο σανδάλι και τουνίκ. Φοράω κι εγώ μια φόρμα, ένα μπλουζάκι κι άλλο ένα μακό με βε λαιμό μαριν και ξεκινάω. Όταν με είδαν μάλλον απόρησαν... Γιατί με το All Star ήμουν μάλλον περίεργο θέαμα. Μπαίνω στο αγροτικό αυτοκίνητο -ναι ναι σ' αυτό με την καρότσα, καλά κατάλαβες- και ξεκινάμε. Και φτάνουμε. Βγάζει από την καρότσα τρεις κουλούρες λάστιχα που όπως είπε -δεν κατάλαβα αν το έλεγε σε μένα ή γενικώς ήθελε να το μοιραστεί με κάποιον- είναι «Φ25». Πολύ μεγάλη συγκίνηση μου προξένησε. Και αρχίζουμε να περνάμε λάστιχα και αρχίζει και το μαρτύριο μου. Γιατί περπατώντας ανάμεσα στα δεντράκια βούλιαζε το παπούτσι. Και όσο βούλιαζε το παπούτσι τόσο έμπαινε χώμα μέσα. Ήταν τραυματικό. Να περνάμε το λάστιχο ψηλά μέσα από τα κλαδιά των ελιόδεντρων και μετά να πρέπει να προσέξω να μην τσακίσει. Γιατί λέει άπαξ και τσακίσει είναι άχρηστο. Και δεν ήταν μόνο αυτό... Όλα τα ιπτάμενα ζωάκια έρχονταν πάνω μου. Δύο τα βάσανα. Από τη μία να χω το λάστιχο και να το κρατάω κι απ την άλλη να προσπαθώ να διώχνω μυγάκια κι άλλα τέτοια περίεργα όντα.. Και βέβαια δεν έφτανε αυτό. Οι περαστικοί αγρότες σταματούσαν για να διαπιστώσουν την ταυτότητά μου. Δεν είμαι ψώνιο αλλά το κατάλαβα από τις ερωτήσεις. Με κοιτούσαν μάλλον περίεργα... Τώρα θες το γυαλί ηλίου, θες το ντύσιμο, θες η ασχετοσύνη... Ο Θεός κι η ψυχή τους...

Μετά από τρεις ώρες επιστρέψαμε στο σπίτι... Μέση, χέρια, πλάτη ανύπαρκτα... Που είναι το χαμάμ όταν το χρειάζεσαι... Έκανα ένα μπάνιο, έφτιαξα μαλλάκι, κυρία έγινα...Το χα ανάγκη. Κι εκεί που ήμουν έξω και κοιτούσα το φεγγαράκι και τα αστεράκια -γιατί στην Αθήνα φεγγάρι έχουμε στα αστέρια όμως χολαίνουμε- τσουπ έρχεται ένα πλάσμα ιπτάμενο που πρώτη φορά το έβλεπα... Το είδα, δεν είπα τίποτα. Σηκώθηκα σιγά σιγά ατάραχη και πήγα προς τα μέσα τραβώντας τη σίτα που δεν είναι κι απ τις έξυπνες...
Μετά ήρθε η θεία Μαρίνα και ζήτησε δέκα ζευγάρια αυγά από τον μπαμπά. Αυτό ήταν. Πρώτη φορά το άκουγα «Δέκα ζευγάρια αυγά»... εντύπωση μου προξένησε και είπα να ρωτήσω «Μαρινάκι όταν λες ζευγάρι εννοείς θηλυκό αρσενικό;» και κάπως έτσι τους ήρθε ο... θάνατος. Το κατάλαβα διότι όλοι άρχισαν να με κοιτούν περίεργα.
Η μέρα έληξε και ξημέρωσε Σάββατο. Πήγαμε στην εξωτική Πάτρα ή αλλιώς όπως συνηθίζουν να λένε πήγαμε «μέσα» -δες λεξιλόγιο στο τέλος του κειμένου-. Ντύθηκα νορμάλ. Πήγαμε στο κρεοπωλείο της καρδιάς μας. Στην διάρκεια της εξόρμησης στην πόλη ο μπαμπάς μου έλεγε «Ρήγα Φεραίου, Σκάλες Γιογκαράκη, Αγίου Νικολάου» και άλλα τέτοια. Ένα περίεργο πράγμα δεν μπορώ να προσανατολιστώ σ' αυτήν την πόλη. Την θεωρώ αφάνταστα σύνθετη. Αφού πήραμε τα απαραίτητα επιστρέψαμε στο χωριό. Φάγαμε όλοι μαζί και μετά πάλι ελιές. Ω ναι... Έπρεπε να πάω με τον μπαμπά για να δέσουμε τις άκρες και τελικά να ποτίσουμε. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί ο χριστιανός πήγαινε αμέσως μετά το φαγητό. Τι να υποθέσω δεν ξέρω. Ερωτήσεις εκεί δεν κάνω γιατί είναι επικίνδυνο -για τους άλλους-. Πήγαμε και με τον μπαμπά να πάρουμε σύρμα. Εκεί είχε πλάκα διότι νόμιζαν ότι είμαι η σχέση του μπαμπά. Όλοι μαζεύονταν και μιλούσαν με τον «μπαγάσα τον Αλέξη που χτύπησε το ξανθό»... Είχε γούστο αυτό ιδίως αν σκεφτείς φίλη/φίλη αναγνώστη ότι αυτοί που ρωτούσαν ήταν 60+... Άλλη κουβέντα...
Τα κατάφερα όμως. Τα λάστιχα περάστηκαν και μετά έπρεπε να ενεργοποιηθεί το μοτέρ ποτίσματος. Ο παππούς ο Ντίνος είχε φτιάξει ένα πρωτοπόρο σύστημα ύδρευσης των στρεμμάτων που αναλογούσαν στον καθε γιο. Τα έφτιαξε και επιστρέψαμε στις ελιές. Και ξαφνικά το νερό άρχισε να ποτίζει τα δέντρα. Και όσο έπεφτε το νερό έπρεπε να φτιάχνουμε τα μπεκ προκειμένου το νερό να ποτίζει τις ρίζες. Και όσο νερό έπεφτε τόσο βούλιαζε το πόδι. Και όσο βούλιαζε το πόδι τόσο η λάσπη κοσμούσε τα ρούχα μου... Τρέλα... απλά τρέλα...
Για να είμαι ειλικρινής, ωστόσο, αν εξαιρέσεις τα περιττά ιπτάμενα η όλη διαδικασία είχε ενδιαφέρον. Να περάσεις τα λάστιχα σε δεντράκια που σε κάποια χρόνια θα αποδώσουν καρπούς, να κάνεις τρύπες για να συνδέσεις τα μπεκ και στο τέλος να βλέπεις το νερό να ποτίζει τις ρίζες ήταν κάτι πολύ καινούργιο για μένα. Κάτι που μπορώ να πω ότι μου άλλαξε τον τρόπο που βλέπω το λάδι. Μπορεί να μην έμεινε το γαλλικό στα νύχια, μπορεί να μου στραπατσαρίστηκαν τα νύχια -πρώτη φορά με θυμάμαι με τόσο απεριποίητο νύχι- αλλά μάλλον άξιζε τον κόπο. Σαν να ήρθε κάθαρση με το νερό. Δεν μπορώ να το περιγράψω ακριβώς, αλλά ήταν μια μάλλον «ουάου» εμπειρία, όπως θα έλεγε και ο Γιάνης -ο Βαρουφάκης, δε θέλω να ξεχνιόμαστε...-.
Την Κυριακή υπερφορτώσαμε πάλι το τουτού και πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Μπορεί τα ρούχα να ήταν σύξυλα, μπορεί τα νύχια να ήταν χάλια αλλά άξιζε μάλλον... Αν θα το ξανάκανα...; Χμ..
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ:
πηγαίνω μέσα = πηγαίνω στην Πάτρα
πηγαίνω έξω = πηγαίνω στο χωριό
λαϊνα = το πήλινο δοχείο λαδιού με τα δύο πλαϊνά χεράκια
αφρός = το πρώτο γάλα της κατσίκας
πηλάλα = το γρήγορο τρέξιμο (βλπ κωλοπηλάλα= πιο έντονο από γρήγορο τρέξιμο)
ζευγάρι αυγά = δύο (2) αυγά
Φ25 = είδος ποτιστικού λάστιχου, κατά προτίμηση για ελιές
μπεκ = μαύρα σωληνάκια με κόκκινες άκρες που μπαίνουν στο Φ25 για να ποτίζουν

Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

Tα βάσανα του Άυπνου...

Τετάρτη εχθές... Λογικό βέβαια αφού σήμερα είναι Πέμπτη... Τέλειωσα αργά τη δουλειά, επέστρεψα σπίτι, έφαγα, έκανα ένα μπάνιο και μετά τι; Μετά είπα να διαβάσω. Τουρκικά. Εβέτ αρκαντασίμ (Ναι φίλε μου) καθότι το Σάββατο έχουμε τεστ... άλλη πληγή αυτό...
Διάβασα και μετά έπεσα για ύπνο. Κοιμήθηκα γύρω στη μία και στις τρεις ξύπνησα. Δεν ξέρω γιατί. Απλά ξύπνησα. Λες και περίμενα τον Μάρκο να μου κάνει καντάδα «Χαράματα η ώρα τρεις θα ρθω να σε ξυπνήσω»...Η αλήθεια βέβαια είναι ότι έχω αυπνίες ή άστατο ύπνο. Ξυπνάω, λοιπόν, και δεν έχω τι να κάνω. Σηκώνομαι από το κρεβατάκι μου και πηγαίνω στο ψυγείο. Συνήθης διαδρομή... λογικά όλοι την κάνουν. Το ανοίγω και παίρνω μια Coca Cola light -γιατί είμαι και σε διατροφή τρομάρα μου- και καταλήγω στον καναπέ. Ανάβω τσιγάρο και ανοίγω την τηλεόραση. Και εκεί γνωρίζω την αποκάλυψη...
Alpha: Ένα ζευγάρι στο αυτοκίνητο του. Εκείνη προφανώς είναι «αλλού» κι ο δόλιος σύζυγος προσπαθεί να σώσει την κατάσταση. Το αφήνω να δω την εξέλιξη. Μετά από λίγο και ενώ υποτίθεται ότι βραδιάζει η κυρία σηκώνεται από το κρεβάτι, φοράει το πιο σέξι μαύρο φόρεμα που διαθέτει, βάζει κι ένα ποτήρι κόκκινο κρασί και βγαίνει στο μπαλκόνι. Και εκεί την περιμένει ο γείτονας... Περιττό να αναφέρω τη συνέχεια... Μήπως πρέπει να ακολουθήσω το παράδειγμά της...; αλλά από τη μια μένει η Μαίρη από την άλλη το αχαρακτήριστο πλάσμα πρώην εθισμένο στα βαριά νυν στα μαλακά... Αστο... δε λέει...
Ant1: Αλλάζω κανάλι και φτάνω στο επόμενο... ΑΝΤ1... Και παθαίνω δεύτερο ντουβρουντζά... Εκείνη την ώρα, 3-3:30, έπαιζε το «Καφέ της Χαράς». Ναι ναι αυτό το πράγμα με τον Χάρη Ρώμα. Έπαθα σοκ. Όχι από το σήριαλ. Αλλά από το γεγονός ότι είχαν υπότιτλους στα Ελληνικά... Εκεί χάθηκα. Ακόμα χαμένη είμαι δηλαδή...Αν μπορεί κάποιος να μου το εξηγήσει... και μη μου πείτε για τους ανθρώπους που δεν μπορούν να μιλήσουν ή να ακούσουν, διότι άλλη όρεξη δεν είχαν από το να το βλέπουν υποτιτλισμένο στις 3.30. Έλεος...

Mega: Επόμενος σταθμός το «Μεγάλο Κανάλι». Ευτυχώς τέτοια ώρα είναι ακίνδυνο. Ούτε Ανατροπές, ούτε ΟΝ, ούτε ΟΦ... Είχε ένα απροσδιόριστο σίριαλ που ούτε ξέρω πως λέγεται με ηθοποιούς ξεχασμένους στο χρονοντούλαπο του τηλεοπτικού χωρόχρονου. Ο μόνος γνωστός ήταν ο Καληώρας... Εκεί δεν αφιέρωσα ούτε πεντάλεπτο. Με το που το είδα έφυγα... πόσα ν' αντέξω...
Star: Και πάω στο αδελφικό κανάλι του μεγάλου... Και βλέπω δύο τύπισσες με εσώρουχα να χαριεντίζονται και ακούω μια γυναικεία, μπάσα φωνή να καλεί τους τηλεθεατές να «μπουν στην παρέα τους»... Γιατί μάνα μου να μπω στην παρέα σας; Φαντάρος είμαι η γυναίκα; Τς τς τς...
ΣΚΑΪ: Εδώ για να πω την αλήθεια είχε αστυνομική σειρά... Λίγο είδα αλλά ποιος ασχολείται στο μαύρο ξημέρωμα με απαγωγές και όπλα... και συνέχισα το ζάπινγκ...
ΑΡΤ: Και εγένετο Αποκάλυψις... Ναι ναι... Ο Θοδωρής Ρακιντζής -φίλος του Ρακιντζή που είχε τον Πουφ και που έλεγε S.A.G.A.P.O ωσάν το καθυστερημένο... σίγουρα τον θυμάσαι- είχε εκπομπή. Πέφτω πάνω σε ένα πλάνο που έδειχνε κάτι πορτοκαλί με τύπου λέπια, μακρύ... μην πάει το μυαλό σου στο πονηρό... Όπως προχωρούσε λοιπόν το πλάνο καταλήξαμε σε μια ουρά... «Όχι δεν μπορεί» ήταν η πρώτη μου σκέψη... Έλα όμως που μπορούσε... μετά την ουρά το πλάνο άρχισε να ανεβαίνει προς το κεφάλι... Το πλάσμα ήταν μπρούμυτα με ένα κατακόκκινο μαλλί και ένα χέρι τεντωμένο με τα δάχτυλα σε διάνοιξη... Και μετά ο Ρακιντζής αναρωτιέται «Είναι αλήθεια αυτό κυρίες και κύριοι; Εγώ πιστεύω ότι είναι. Ότι οι γοργόνες ζουν στα νερά της Μεσογείου. Ας ακούσουμε όμως τις δικές σας απόψεις. Ας βγάλουμε μια γραμμή στον αέρα...» Εκεί απλά «έφυγα»...
 Μετά από όλα αυτά αποφάσισα να βάλω μια ταινία. Αφού η ώρα πλησίαζε χαράματα και σε λίγο όλοι οι νορμάλ άνθρωποι παίρνετε πρωινό είπα να πάρω κι εγώ το δικό μου στα Τίφανι. Η απορία όμως παρέμεινε... Αν δηλαδή κάποιος δεν έχει DVD και είναι υποχρεωμένος να δει τηλεόραση πρέπει να δει όλα αυτά; Πρέπει να περάσει αυτόν τον Γολγοθά; Αλλά για όλα φταίει ο αλήτης ο Μορφέας... Δεν θα τον πετύχω κάποια στιγμή...;! Θα δεις τι έχει να πάθει!!! Κι αυτό δεν είναι απειλή αλλά υπόσχεση! Χα!

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015

Θάλασσες...

Κάποτε κάποιος με ρώτησε «Άννα γιατί σου αρέσει τόσο η θάλασσα;»... Κι εγώ δεν ήξερα τι ακριβώς έπρεπε να απαντήσω κι έτσι άρχισα τη φλυαρία... Πως να απαντήσω ότι μου αρέσει η θάλασσα γιατί μου θυμίζει εμένα... Πόσο υπεροπτικό θα ακουγόταν... Πόσο αφοπλιστικά «ψωνίστικο» θα εκλαμβανόταν... Γι αυτό προτίμησα τη φλυαρία... «Γιατί σε ταξιδεύει» και άλλα τέτοια...
Πόσο λίγα ήταν και πόσο μη ειλικρινά, αφού η ειλικρινής απάντηση είναι μια «μου αρέσει η θάλασσα γιατί μου μοιάζει»...
Η θάλασσα θυμίζει όχι μόνο εμένα αλλά όλους μας... Είναι απέραντη. Απέραντη όσο και η σκέψη μας. Όσο και τα θέλω μας. Απέραντη όσο η ανθρώπινη εμμονή της αθανασίας και της αιωνιότητας... Όσο η πεποίθηση της δεδομένης αγάπης. Μα είναι η αγάπη δεδομένη; Σαφώς και δεν είναι. Άλλο όμως το τι είναι και άλλο το τι μας βολεύει να θεωρούμε... έτσι δεν είναι;
Η θάλασσα είναι κυκλοθυμική. Αλλάζει διαθέσεις... γίνεται ορμητική, θελκτική, επικίνδυνη... πληγώνει και πληγώνεται... είναι επιρρεπής στις διαθέσεις του Αιόλου... όπως κάθε θηλυκό σ' αυτόν τον κόσμο. Έχει πλευρές. Είναι εκεί. Έτοιμη να προσφέρει τους θησαυρούς της απλόχερα. Χωρίς να ζητήσει αντάλλαγμα. Χωρίς να περιμένει κάτι. Και ύστερα κλείνει. Φουρτουνιάζει. Σκοτεινιάζει. Κάποιες φορές χωρίς καν να προειδοποιήσει. Σαν να θέλει να ξεσπάσει. Σαν να θέλει να φανερώσει ένα άλλο πρόσωπο... μα αυτή η φουρτούνα δεν κρατάει πολύ...
Η θάλασσα είναι γιατρός... Ναι... γιατρεύει. Κάθε φορά που ανεπαίσθητα κυματάκια χτυπούν έξω έξω στα βότσαλα και ακούγεται αυτό το «πλαφ» είναι σαν να παρηγορεί... σαν να σε πλησιάζει... σαν να προσπαθεί να σε κατευνάσει... να σου απαλύνει τις σκέψεις. Σα να σου λέει ότι όλα είναι εδώ κι όμως όλα απουσιάζουν... σάμπως έτσι δε γίνεται και στη ζωή; Όλα είναι εκεί για μια στιγμή και μετά χάνονται. Δεν έχει σημασία το γιατί. Λίγο μετράει ο λόγος. Το θέμα είναι ο χαμός της στιγμής. Και κεντρικό θέμα είναι η στιγμή. Αυτό κάνει η θάλασσα. Αυτό είναι το φάρμακό της. Σε μαθαίνει να εκτιμάς τη στιγμή. Να τη λατρεύεις. Σε μαθαίνει την αλήθεια της στιγμής.

Η θάλασσα σε ταξιδεύει... Σε παίρνει και σε πάει όπου εκείνη θέλει. Σε ένα ατέρμονο ταξίδι. Με ενδιάμεσους σταθμούς μνήμες, όρμους, λιμάνια, ξέρες, παγόβουνα και άλλους όγκους που συναντά κανείς καταμεσής της. Σου επιτρέπει να φανταστείς και να φαντασιωθείς. Να μεταφερθείς σε άλλους τόπους. Τόπους που ούτε το μυαλό σου μπορεί να φτάσει. Ούτε καν να υποθέσει. Σαν να σου προεκτείνει σκέψη και αισθήσεις... Κάθε φορά που το νερό πηγαίνει προς τα μέσα, τόσα ταξίδια σου προσφέρει.
Η θάλασσα έχει φωνή και σιωπή ταυτόχρονα... Ο ήχος της πολύτιμος η σιωπή διδαχή. Οι ήχοι εκκωφαντικοί. Η σιωπή συντριπτικά δυνατή. Την ακούς όπως οι σύντροφοι του Οδυσσέα τις Σειρήνες. Ακούς και βυθίζεσαι στα μηνύματά της. Ακούς και χάνεσαι σε μια άλλη διάσταση. Δύσκολη. Άχρονη. Μηδενική. Άφοβη. Σε μια διάσταση που ο φόβος παύει να υπάρχει. Εκεί που υπάρχει αποκλειστικά και μόνο ο εαυτός σου. Εσύ στο επίκεντρο. Εσύ στο κέντρο της διάστασης. Αν έχεις κάνει ειρήνη με τον εαυτό σου είσαι τυχερός. Αν όχι κρυώνεις. Παγώνεις. Και η Σιωπή. Εκεί ο χρόνος σταματά να υφίσταται. Εκεί μετράς εσένα. Είναι σαν να υποχρεώνεσαι να εξομολογηθείς πεπραγμένα και μη. Σαν να ζητάς άφεση για την ατέρμονη ύπαρξη σου. Σαν να παραδίδεσαι. Να λυγίζεις.
Όλοι έχουμε μια θάλασσα μέσα μας. Μια θάλασσα που ενδεχομένως να μην έχουμε συνειδητοποιήσει ακόμα. Μια θάλασσα που μας κρατά ενωμένους με το υδάτινο στοιχείο της ύπαρξης. Που μας προστατεύει από την υπαρξιακή αφυδάτωση. Λίγο βαρύγδουπο ε; Ε... θα μου το συγχωρήσεις... Την θάλασσα μας όμως επιλέγουμε να μην την βλέπουμε. Ίσως γιατί μας κάνει να αισθανόμαστε άβολα με εμάς τους ίδιους... ίσως γιατί ενδόμυχα ξέρουμε ότι μας ορίζει... ίσως από φόβο ότι αν την αναγνωρίσουμε, τότε απλά θα μας παρασύρει στον βυθό της. Μα πόσες ομορφιές κρύβει ένας βυθός...; Πόσα χρώματα, πόσα μυστικά, πόση ομορφιά, πόση ηρεμία και πόση γαλήνη...
Έχω μια μάλλον παιδιάστικη συνήθεια... Κάθε φορά που επισκέπτομαι τη θάλασσα και μου αρέσει ο τόπος παίρνω ένα μπουκαλάκι πλαστικό και κλέβω λίγη θάλασσα... Την αποθηκεύω και κάθε φορά που θέλω να ταξιδέψω, κουνάω το μπουκαλάκι για να ακούσω λίγο από αυτό το «πλαφ»... να μπορέσω να πάω σε κείνη έστω και νοητά... δεν μπορείς να φανταστείς πόσο απελευθερωτικό είναι... γιατί τελικά η δύναμη της θάλασσας είναι αυτή ακριβώς... να ελευθερώνει και να προεκτείνει... εσένα, εμένα... τον οποιοδήποτε. Να σε παίρνει και να σε πηγαίνει άγνωστο που. Απλά σου δίνει την αίσθηση της μεταφοράς... Ποιος προορισμός... ποια στεριά... η μαγεία είναι η αίσθηση που έχεις... σαν να είσαι σε μια βάρκα καταμεσής του πελάγους χωρίς κουπιά... χωρίς πανιά... Ε ναι λοιπόν... το βασίλειο μου για μια τέτοια πλάνη...